Η Αγγελική Καρυστινού είναι μια ηθοποιός που δε χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις στο θεατρόφιλο κοινό. Με μια πετυχημένη πορεία τόσο στο χώρο του θεάτρου, όσο και στην τηλεόραση και το σινεμά, συνεχίζει να μας εκπλήσει ευχάριστα με τις επιλογές και τις ερμηνείες της.
Σπούδασε στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και στη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης – Κάρολος Κουν. Έχει στο ενεργητικό πρωταγωνιστικούς ρόλους σε αρκετά πετυχημένα σίριαλ (Μία στιγμή δύο ζωές, Η αδελφή της αδελφής μου της αδελφής μου, Ήρθε και έδεσε) και συμμετοχές σε αξιόλογες ελληνικές κινηματογραφικές ταινίες όπως Νύφες, Πέντε λεπτά ακόμη και άλλες.Έχει σκηνοθετήσει δύο θεατρικές παραστάσεις και έχει γράψει κείμενα για το θέατρο καθώς και ένα πολύ όμορφο παιδικό παραμύθι « Το μεγάλο ταξίδι της Μαριάνθης» σε εικονογράφηση της Ιωάννας Κανελλοπούλου από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Η Αγγελική μας μιλάει για την Γκρέτελ που υποδύεται φέτος στο Μικρό Παλλάς, για το δικό της παραμύθι και για όλα αυτά που την γοητεύουν στο θέατρο και στη ζωή…
Φέτος εμφανίζεσαι ως Γκρέτελ στο «Χάνσελ και Γκρέτελ: η ιστορία του σοκολατόδεντρου» της Έρσης Νιάωτη στο Μικρό Παλλλάς σε σκηνοθεσία Σταύρου Στάγγου με τους Φωτεινή Αθερίδη, Έκτορα Λιάτσο, Ισιδώρα Δωροπούλου, Σταύρο Βόλκο, Μαρία Παπαφωτίου και Πάρι Λύκο στο Μικρό Παλλάς. Πόσο μοιάζεις με την ηρωίδα που υποδύεσαι ;
H Γκρέτελ είναι μια μικρή επιστήμονας , πολύ περίεργη για τα πράγματα, πολύ μεθοδική, έξυπνη, με κατανόηση για τους άλλους, που θέλει πολύ να βρει τη λύση στο πείραμά της και παλεύει γι’ αυτό με επιμονή. Ίσως μικρή να έμοιαζα στην Γκρέτελ… τώρα δεν είμαι και τόσο σίγουρη… Δεν παλεύω πλέον και πολύ, πιστεύω πια πως ό,τι είναι να έρθει θα έρθει, και ό,τι δεν είναι για να γίνει δε θα γίνει ποτέ όσο και να χτυπιέσαι. Βέβαια, για κάποιον « μοιραίο» λόγο «χτυπιόμαστε» , έχουμε δηλαδή τη δύναμη να κάνουμε τον αγώνα, μόνο για πράγματα που πρέπει να γίνουν…
Ποιες είναι οι διαφορετικές απαιτήσεις μιας θεατρικής παράστασης που απευθύνεται σε παιδιά και πόσο δύσκολο τελικά είναι το παιδικό θέατρο.Τα παιδία είναι “δύσκολο κοινό”;
Δεν είναι διαφορετικό και δε θα έπρεπε να είναι το παιδικό θέατρο. Πάντα πρέπει να πούμε μια ιστορία και να την πούμε όσο καλύτερα μπορούμε. Το παιδικό θέατρο απλώς πρέπει πάντα να έχει, κατά τη γνώμη μου, και εκπαιδευτικό χαρακτήρα, δηλαδή μια ιστορία που έχει κάτι να πει στα παιδιά σχετικά με τις αλήθειες της ζωής. Όσο αφορά στο παιδικό κοινό, εδώ θα σας πω κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που λένε συνήθως, αλλά που έχοντας δουλέψει πολλά χρόνια με παιδιά μπορώ να το πω με σιγουριά: Δεν είναι δύσκολο κοινό, του αρέσουν πολλά πράγματα, αλλά βαριέται εύκολα, οπότε πρέπει να έχεις μεγάλη ενέργεια για να του κρατάς το ενδιαφέρον. Τα παιδιά είναι πάντα θετικά όταν βλέπουν μια παράσταση, δε χρειάζεται να τα πείσεις για κάτι, απλώς να τα ταξιδέψεις, αφήνονται πολύ εύκολα.
Αγγελική έχεις ασχοληθεί και με τη συγγραφή και έχεις γράψει ένα πολύ όμορφο παραμύθι που απευθύνεται , κατά τη γνώμη μου, τόσο σε παιδιά , όσο και σε ενήλικους: « Το μεγάλο ταξίδι της Μαριάνθης» σε εικονογράφηση της Ιωάννας Κανελλοπούλου από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Ποια ανάγκη σε ώθησε στη συγγραφή του παραμυθιού σου;
Αυτό που με ωθεί πάντα όταν γράφω, καθότι δεν είμαι επαγγελματίας συγγραφέας. Δηλαδή η ανάγκη να πω πολύ μια ιστορία που με αφορά εντελώς προσωπικά, όχι αυτοβιογραφικά όμως, και η ανάγκη μου να την απευθύνω σε κάποιον. Οτιδήποτε κι αν έχω γράψει το έχω γράψει για να το διαβάσει κάποιος συγκεκριμένος κι έτσι να του πω όλα όσα δεν μπορώ να του πω στην πραγματικότητα. Και γι’ αυτό δε θεωρώ ότι είμαι συγγραφέας…
Έχεις επίσης μεταπτυχιακά στη σκηνοθεσία στο Λονδίνο στο University of Essex και έχεις υπογράψει ήδη δύο σκηνοθετικές δουλειές σου, όντας ηθοποιός. Τί σε ώθησε να ασχοληθείς με τη σκηνοθεσία και πόσο μεγάλο προτέρημα είναι ο σκηνοθέτης να είναι και ηθοποιός.
Μου αρέσουν οι ιστορίες γενικώς. Θέλω να λέω ιστορίες, σκηνοθεσία σημαίνει φτιάχνω ένα μικρό σύμπαν για να πω μια ιστορία στην πραγματικότητα. Το ότι είμαι ηθοποιός με βοηθάει να κατανοώ τη λειτουργία των συνεργατών μου, να τους καθοδηγώ πιο συγκεκριμένα, να μην κάνω ποτέ χαρακτηρισμούς στα πρόσωπα , γιατί αυτό δε βοηθάει καθόλου και δημιουργεί τεράστιες ασυνεννοησίες- αυτό οι ηθοποιοί το ξέρουν καλά κατ’ ουσίαν. Μπορώ να τους δώσω τεχνικές οδηγίες να ξεπεράσουν μια δυσκολία που θα εμφανιστεί και ξέρω πόσο δύσκολο είναι αυτό που τους ζητάω. Από την άλλη όμως επειδή είμαι ηθοποιός, μερικές φορές τους παραχαϊδεύω, γιατί απλώς ξέρω την ανασφάλεια που έχεις όταν εκτίθεσαι και υποχωρώ σε πράγματα που κανονικά μάλλον δε θα έπρεπε.. Επίσης ξέρω και πότε είναι εύκολο αυτό που ζητάω…
Θα ήθελες να σκηνοθετήσεις μια παιδική παράσταση; Ποιο παραμύθι ή ποια ιστορία θα ήθελες να σκηνοθετήσεις;
Ναι, πολύ. Μου αρέσουν πολλά παραμύθια, « Ο Μικρός Πρίγκιπας», « Ο Όλιβερ Τουίστ», παραμύθια του Τριβιζά, της Καλογεροπούλου, λαϊκά παραμύθια, και πολλά άλλα… Μεγάλωσα με παραμύθια, μου διάβαζαν και διάβαζα πολλά και μόνη μου…
Αν ήσουν η ηρωίδα ενός παραμυθιού ποια θα ήσουν;
Του δικού μου θα προτιμούσα…
Οι σπουδές σου στη θεατρολογία πιστεύεις ότι σ’ έχουν βοηθήσει στην υποκριτική, σκηνοθετική και συγγραφική σου ενασχόληση;
Όχι… αυτά που έμαθα στη θεατρολογία, που δεν είναι λίγα, η αλήθεια είναι ότι θα τα είχα μάθει ούτως ή αλλιώς και μόνη μου, είτε μέσα από το θέατρο, είτε γιατί πάντα διάβαζα πολύ. Τώρα που πέρασαν τα χρόνια, ομολογώ πως θα προτιμούσα να είχα πάει σε μια άλλη σχολή, αν και τότε που πήγαινα παράλληλα και στο πανεπιστήμιο και στη δραματική αυτό μάλλον θα ήταν αδύνατον.
Τελικά ποια εφόδια θεωρείς απαραίτητα για κάποιον που θέλει να ακολουθήσει το δρόμο της υποκριτικής;
Η αγάπη γι’ αυτό που κάνει, η ανάγκη να το κάνει, να μην μπορεί δηλαδή χωρίς αυτό, η πειθαρχία και η περιέργεια για τη ζωή και τους ανθρώπους. Νομίζω ότι τα υπόλοιπα καλλιεργούνται.
Υπάρχει κάποιος «ρόλος – απωθημένο» που θα ήθελες να ερμηνεύσεις στο μέλλον;
Γενικά με ενδιαφέρει πια, από εδώ και πέρα, να κατευθυνθώ σε μια συγκεκριμένη οδό, δε με νοιάζει και τόσο ο ρόλος. Υπάρχουν όμως έργα που λατρεύω και θα ήθελα να παίξω σε αυτά, κάνοντας οποιοδήποτε ρόλο: «Ο καλός άνθρωπος του Σετσούαν» του Μπρεχτ, ο «Γλάρος» του Τσέχωφ κι αλλά πολλά.
Στην εποχή που ζούμε, θεωρείς ότι στην Ελλάδα το κοινό που παρακολουθεί θεατρικές παραστάσεις είναι «εκπαιδευμένο» ή παρασύρεται και ακολουθεί τους πολλούς;
Υπάρχουν και τα δύο, αλλά το « εκπαιδευμένο» κοινό δεν είναι η πλειοψηφία και δεν είμαι και σίγουρη ότι είναι και το ιδανικό επίσης. Τι σημαίνει εκπαιδευμένο κοινό άραγε; Το κοινό που ξέρει τα θεατρικά ρεύματα; Για μενα ιδανικό κοινό είναι το συναισθηματικά και πνευματικά ενεργό κοινό, ασχέτως της θεατρικής ή γενικής του παιδείας.
Ποιά είναι η πιο αγαπημένη σου θεατρική δουλειά που ξεχωρίζεις αλλά και η καλύτερη συνεργασία που είχες μέχρι στιγμής και γιατί;
Η πιο αγαπημένη μου δουλειά είναι η « Κυρία Λώρα» , που ήταν δική μου παράσταση, η οποία ασχέτως με το αν ήταν καλή ή κακή- αυτό δεν μπορώ να το πω εγώ- με έκανε πραγματικά ευτυχισμένη όταν την τελείωσα, γιατί πραγματικά είπα αυτό που ήθελα, μαζί με την Ιωάννα Κανελλοπούλου που έπαιζε και πραγματικά έκανε μια κατά τη γνώμη μου ξεχωριστή ερμηνεία.
Ποια είναι τα στοιχεία που κάνουν για σένα μια συνεργασία ιδανική;
Ο σεβασμός, η ελευθερία , να μπορώ να πω τη γνώμη μου ελεύθερα χωρίς παρεξηγήσεις , γιατί η γνώμη μας στο θέατρο λέγεται για να κάνουμε καλύτερη τη δουλειά μας. Μπορεί να μην είναι η σωστή ή να μη συνάδει με όλους, αλλά πάντα όταν κάποιος λέει αυτό που πιστεύει το λέει πάντα για να βελτιώσει τα πράγματα, οπότε οφείλουμε να είμαστε ανοιχτοί απέναντι στην καλή του πρόθεση. Δεν έχω δει ποτέ κάποιον να λέει κάτι για να κάνει κακό στην παράσταση κι αυτό πρέπει να το έχουμε πάντα υπόψη μας όταν δουλεύουμε ομαδικά και να μην είμαστε και πολύ εύθικτοι. Επίσης μια καλή συνεργασία πλέον για μενα στηρίζεται σε αυτό που λέμε « ντομπροσύνη», δηλαδή να μη λέμε άλλα και κάνουμε άλλα.
Ως ηθοποιός έχεις ερμηνεύσει ρόλους και στο σινεμά και στην τηλεόραση πέρα από το θέατρο. Τελικά τι προτιμάς…
Το θέατρο σίγουρα. Ανεβαίνει η αδρεναλίνη, αλλάζει ο βιορυθμός σου στο θέατρο, υπάρχει το απρόβλεπτο, το εδώ και το τώρα, επίσης είναι θνησιγενές, πράγμα τρομερά απελευθερωτικό, τίποτα δε θα μείνει, ίσως μόνο – αν είμαστε τυχεροί- κάτι μέσα στο μυαλό και στην καρδία των θεατών.. Η τηλεόραση είχε για εμένα ενδιαφέρον στην αρχή, ένα κόσμος καινούργιος, γρήγορα ρουτίνιασα. Σινεμά δεν έχω κάνει πολύ, με διασκεδάζει το γεγονός ότι παίζουμε τις σκηνές σε εντελώς φυσικούς χώρους, ενίοτε δε και πολύ απρόβλεπτους χώρους που σου μεταδίδουν την ενέργειά τους.
Όσο μεγαλώνουμε, λένε πως βλέπουμε πιο καθαρά τα μειονεκτήματά μας. Ποιο από αυτά θα ήθελες να πετάξεις με την πάροδο του χρόνου;
Την ανυπομονησία, την τάση να πιστεύω ότι πάντα κάτι θα πάει στραβά και την ευκολία μου να φτάνω στα όρια.
Τι νοσταλγείς από το παρελθόν; Tι λαχταράς για το μέλλον;
Το ότι ήμασταν μια μεγάλη παρέα. Τώρα αυτό δεν υπάρχει, γιατί όλοι έχουν κάνει τις ζωές τους, οικογένειες , παιδιά…. Κι επίσης την ικανότητα να ερωτεύομαι χωρίς να το κάνω μεσανατολικό ζήτημα. Δε σκέφτομαι πλέον το μέλλον, παλιά το έκανα πολύ, σκέφτομαι μόνο το παρόν. Τα βράδια κάποιες φορές και το παρελθόν…