Ηθοποιός, σκηνοθέτης, συγγραφέας και προσφάτως καλλιτεχνική διευθύντρια ενός υπέροχου νέου θεατρικού χώρου, υψηλής αισθητικής, με τη συμβολική ονομασία Radar.
Η Αναστασία Παπαστάθη σίγουρα δεν είναι μια “τυχαία περίπτωση”. Συνεχίζει να υπηρετεί την τέχνη της με πίστη και αφοσίωση, χωρίς να την ευτελίζει ή να την ξεπουλά. Αποτέλεσμα είναι σημαντικές ερμηνείες και δυνατές σκηνοθεσίες, όλα αυτά τα χρόνια, που φέρουν την υπογραφή της. Φέτος σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στην «Παρεξήγηση», το αριστούργημα του Albert Camus, που ήδη παίζεται με μεγάλη επιτυχία στο θέατρο Radar.
Δημιουργήσατε ένα πολύ όμορφο και ξεχωριστό θεατρικό χώρο το Radar. Ποια ανάγκη σας οδήγησε στη δημιουργία του, ποια η φιλοσοφία του και τί πιστεύετε ότι μπορεί να προσφέρει στο θεατρόφιλο κοινό.
Η δημιουργία ενός θεατρικού χώρου ήταν το όνειρό μου σχεδόν από τα πρώτα χρόνια, μετά την δραματική σχολή. Την στιγμή όμως που γεννήθηκε το όνειρο δεν νομίζω ότι είχα καθαρή εικόνα της ανάγκης που με έσπρωξε σ’ αυτό. Μάλλον ήταν πολλές ανάγκες μαζί. Η ορμή της νεότητας θολώνει το τοπίο. Τώρα φωτίζοντας το παρελθόν βλέπω καθαρά την ανάγκη μου να εκφραστώ με τον δικό μου τρόπο. Μπορεί όμως να έπαιξε ρόλο και η δυσκολία μου να ενταχθώ συμβιβαστικά στον χώρο του θεάτρου. Σχετικά με την φιλοσοφία μου, νομίζω ότι δηλώνει πολλά το όνομα του θεάτρου “RADAR”. Είναι συμβολικό. Ένα θέατρο που εκπέμπει και που δέχεται, που προάγει την επικοινωνία με το κοινό του και καλλιεργεί μια σχέση εμπιστοσύνης.
Είναι σημαντικό λοιπόν, οι θεατρόφιλοι θεατές πρωτίστως να αποκτήσουν εμπιστοσύνη για το θέατρο Radar, να γνωρίζουν ότι στον χώρο αυτό τόσο το προσωπικό που τους υποδέχεται όσο και οι καλλιτέχνες που παρουσιάζουν την δουλειά τους, τους σέβονται και ότι δεν πρόκειται να τους απογοητεύσουν.
Φέτος σκηνοθετείτε και παίζετε στο θεατρικό έργο «Η Παρεξήγηση» του Albert Camus. Πώς προέκυψε η επιλογή του συγκεκριμένου έργου και ποια η δική σας σκηνοθετική ματιά στο νέο αυτό ανέβασμα;
Είχα ανοίξει διάλογο με τα έργα του Καμύ πολλά χρόνια πριν. Όταν σπούδαζα Μαθηματικά στο πανεπιστήμιο Αθηνών και παράλληλα φοιτούσα στην δραματική σχολή, «ο Ξένος», «ο Μύθος του Σίσυφου», ήταν έργα που με τάραξαν.
Το 2013 συμμετείχα στο φεστιβάλ “Το μικρό Παρίσι της Αθήνας” που ήταν αφιερωμένο στα 100 χρόνια από την γέννηση του Καμύ.
Δραματοποίησα και έπαιξα την «Πτώση». Οπότε «η Παρεξήγηση» ήρθε πολύ φυσικά στον δρόμο μου. Έτσι κι αλλιώς ανήκε στα αγαπημένα μου έργα. Όσο για την σκηνοθετική μου ματιά, κυρίως εστιάζεται στην σύγκρουση ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι.
Ο κόσμος που εκπροσωπεί το σκοτάδι, ψεύδεται, κλέβει, εξαπατά, δολοφονεί, χωρίς κανένα συναίσθημα. Ο κόσμος του φωτός, αισθάνεται, εκφράζει τα συναισθήματά του, αγαπάει, ζει με καθαρότητα. Εμείς σε ποιόν κόσμο ζούμε ή θα θέλαμε να ζήσουμε; Αυτό είναι ένα ερώτημα που μας αφορά και ως άτομα και ως κοινωνία. Ο ίδιος ο άνθρωπος είναι ένας συνδυασμός φωτός και σκότους. Αν συνειδητοποιήσουμε τις δύο αυτές πλευρές μας και τις επιπτώσεις που υπάρχουν πρώτα σε εμάς και έπειτα στους συνανθρώπους μας, θα μπορέσουμε να επανατοποθετηθούμε.
Πόσο επίκαιρο είναι σήμερα το έργο του Camus;
Προσωπικά δεν πιστεύω τόσο στο ¨επίκαιρο¨ όσο στο ¨διαχρονικό¨. Όταν ένα έργο έχει διαχρονική αξία, παραμένει αναλλοίωτο στον χρόνο, ενώ ένα έργο επίκαιρο, χάνει την αξία του με το πέρας της επικαιρότητας. «Η Παρεξήγηση», παρ’ όλο που γράφτηκε το 1943 την εποχή που κυριαρχούσε η γερμανική κατοχή στην Ευρώπη, παραμένει ένα έργο διαχρονικό.
Ο Καμύ βασίστηκε σε αληθινή ιστορία, αλλά την επεξεργάστηκε με τον δικό του τρόπο για να θέσει ερωτήματα που εξακολουθούν να αφορούν στον σύγχρονο άνθρωπο. Πρόσωπα και πράγματα λειτουργούν συμβολικά και ο θεατής αφήνεται ελεύθερος να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα. Είναι πολλά τα θέματα-ερωτήματα που θέτει.
Π.χ. το θέμα της εξάρτησης μητέρας-κόρης και γενικότερα οι επιπτώσεις που υπάρχουν στα παιδιά από την δυσλειτουργία της οικογένειας. Τι συμβαίνει όταν ο άνθρωπος επιλέγει να ψεύδεται στην ζωή του; Ποια είναι η σχέση του Θεού με τον άνθρωπο; Είναι ο Θεός σκληρός και άκαρδος ή μήπως ο άνθρωπος έχει πάψει να τον αναζητά μέσα του; κ.λ.π.
Το μοιραίο είναι τελικά αναπόφευκτο; Μπορούμε στις σημερινές δύσκολες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες να ορίσουμε τη μοίρα μας;
Εξαρτάται πως ορίζει ο καθένας την μοίρα του. Αν την συνδέει με την ύλη, το πιθανότερο είναι ότι θα απογοητευθεί.
Τα τελευταία χρόνια ο άνθρωπος είχε προσηλωθεί στην κατάκτηση της ύλης και αυτό τον οδήγησε σε αδιέξοδο. Είναι καιρός να ασχοληθεί με την πνευματική του ανάπτυξη.
Αν γνωρίσουμε τον εαυτό μας, αποκτήσουμε συνείδηση των πράξεών μας, τότε το μοιραίο μπορεί να πάψει να είναι αναπόφευκτο.
Η βία, είτε σωματική, είτε ψυχολογική και η προβολή της βίας μέσα από τα ΜΜΕ είναι κάτι που σας τρομάζει;
Η οποιαδήποτε μορφή βίας, είναι μια πράξη αποτρόπαιη με χειρότερη την ψυχολογική βία. Τα τραύματα από την σωματική βία μπορεί και να θεραπευτούν, τα τραύματα όμως από την ψυχολογική βία, δεν είναι ορατά, μπορεί να παραμείνουν για πάντα. Αυτό που με τρομάζει στα ΜΜΕ είναι η πρόθεση πίσω από την προβολή της βίας και η άγνοια από του υπεύθυνους για τις επιπτώσεις που υπάρχουν.
Ερμηνεύετε τη Μάρθα στο συγκεκριμένο έργο. Ποιές οι ομοιότητες και ποιες οι διαφορές σας με την ηρωίδα;
Σε κάθε ρόλο που ερμηνεύω προσπαθώ να ανακαλύψω τις ομοιότητες που έχω και να γεφυρώσω τις διαφορές. Επίσης προσπαθώ να αγαπήσω το πρόσωπο που υποδύομαι ακόμα κι αν οι πράξεις του είναι απεχθείς. Στην συγκεκριμένη περίπτωση η Μάρθα, σκοτώνει τους πελάτες του πανδοχείου που διατηρεί με την μητέρα της και τους ρίχνει στο ποτάμι. Για να διαπράττει φόνους με τέτοια φυσικότητα, σίγουρα υπάρχει ψυχική διαταραχή. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να αναζητήσω μέσα μου την διαταραχή. Τις περισσότερες φορές η παρατήρηση, μου δίνει τα στοιχεία για να βρω τις ομοιότητες και τις διαφορές με τον ρόλο που ερμηνεύω.
Πόσο δύσκολο είναι να σκηνοθετείτε και να παίζετε ταυτόχρονα;
Αισθάνομαι κατ’ αρχήν ηθοποιός. Επειδή τυχαίνει όμως να έχω και μια συνολική άποψη για την σκηνική πραγμάτωση ενός έργου σκηνοθετώ. Δεν είναι κάτι εύκολο. Οι ρόλοι του ηθοποιού και του σκηνοθέτη συγκρούονται, αλληλοαναιρούνται, εν τέλει όμως συνεργάζονται.
Το έργο «Caveman» του Rob Becker που σκηνοθετήσατε ,αλλά και που διασκευάσατε, προκειμένου να το “φέρετε” στην ελληνική πραγματικότητα υπήρξε μια τεράστια εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία. Αισθάνεστε ότι σας καθόρισε αυτή η επιτυχία ή υπογράμμισε τη μετέπειτα καλλιτεχνική πορεία σας;
Ο «Caveman» την στιγμή που μου προτάθηκε, λειτούργησε σαν πρόκληση για μένα. Ήταν ένα ενδιαφέρον ταξίδι που ολοκληρώθηκε αφήνοντάς μου ωραίες εμπειρίες.
Βραβευτήκατε το 2000 για το θεατρικό έργο ‘Ανώνυμη Ωδή’ από το Ελληνικό Κέντρο του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου εκπροσωπώντας την Ελλάδα στο Διεθνές Συνέδριο Γυναικών Θεατρικών Συγγραφέων. Ποια θεωρείτε ότι είναι η μεγαλύτερη δυσκολία της δημιουργίας ενός θεατρικού έργου και ποια τα συστατικά που το βοηθούν να επιβιώσει στο χρόνο;
Η μεγαλύτερη δυσκολία στην δημιουργία ενός θεατρικού έργου, είναι η ίδια η δημιουργία. Η σκιαγράφηση των χαρακτήρων, η αμεσότητα του λόγου, η αίσθηση μέτρου και ένα σωρό άλλα στοιχεία που δεν είναι εύκολο να επιτευχθούν αλλά και ούτε να αξιολογηθεί ο βαθμός δυσκολίας τους. Πάντως τα συστατικά που βοηθούν ένα έργο να επιβιώσει, σίγουρα δεν θα πρέπει να σχετίζονται με την επικαιρότητα.
Ούτε όμως υπάρχει και συνταγή επιβίωσης ενός έργου.
Πέρα από “την Παρεξήγηση” σχεδιάζετε κάτι άλλο για το μέλλον;
Ναι γράφω έναν μονόλογο που βασίζεται σε αληθινή ιστορία και θα τον υποδυθεί μια πρωταγωνίστρια του παλιού καλού Ελληνικού κινηματογράφου και θεάτρου. Αναφέρεται στην ιστορία μιας γυναίκας στις αρχές του αιώνα που διεκδίκησε την ελευθερία της αψηφώντας την κοινωνική κατακραυγή και αναλαμβάνοντας το κόστος της επιλογής της.
«Η Παρεξήγηση», του Albert Camus, στο θέατρο Radar
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ, ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ, ΦΩΤΙΣΜΟΙ: Αναστασία Παπαστάθη
ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΙΑ & ΕΝΔΥΜΑΤΟΛΟΓΙΑ: Ειρήνη Παγώνη
ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Πάνος Φορτούνας
ΒΟΗΘΟΣ ΣΚΗΝΟΘΈΤΗ: Σοφία Παναηλίδου
Ερμηνεύουν με σειρά εμφάνισης οι ηθοποιοί
ΜΗΤΕΡΑ : Μαρία Σκούντζου
ΜΑΡΘΑ : Αναστασία Παπαστάθη
ΥΠΗΡΕΤΗΣ : Γιώργος Βούτος
ΓΙΑΝ : Κώστας Καζανάς
ΜΑΡΙΑ : Ηλέκτρα Αρσενίδoυ
Παρασκευή και Σάββατο στις 9 μ.μ. & Κυριακή στις 7 μ.μ.
Παρασκευή γενική είσοδος 10 € | Σάββατο & Κυριακή 15 ευρώ κανονικό,
10 ευρώ φοιτητικό, άνω των 65 και κάτω των 23 ετών | 5 ευρώ άνεργοι και ατέλειες.
Πλατεία Αγίου Ιωάννη Κυνηγού 13
Σταθμός Μετρό «Άγιος Ιωάννης» | Τηλέφωνο 210.97.69.294.
Το Θέατρο Radar βρίσκεται στην έξοδο του Μετρό «Άγιος Ιωάννης»