Ο Άνταμ Έλιοτ είναι ένας πολυβραβευμένος Αυστραλός συγγραφέας, σκηνοθέτης και παραγωγός κινουμένων σχεδίων. Το 2004 τιμήθηκε με το Oscar Καλύτερης Ταινίας Μικρού Μήκους για την ταινία του “Harvie Krumpet” και το 2009 γύρισε την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία “Μary and Max”, με την οποία συμμετείχε στη βραδιά έναρξης του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Sundance. Αυτή η τόσο τρυφερή και γλυκόπικρη ταινία κινουμένων σχεδίων, με φιγούρες φτιαγμένες από πηλό (claymation), υπήρξε η πηγή έμπνευσης του επιτυχημένου σκηνοθέτη Δημήτρη Μπογδάνου-Αγειοπετρίτη για να δημιουργήσει ένα παραμύθι για ενήλικες και όχι μόνο, το ‘Μπιλ και Λου”.
Το έργο είναι μια ‘παραμυθένια’ ιστορία που διαχειρίζεται με δεξιοτεχνικό τρόπο και πολύ χιούμορ κάποια πολύ σοβαρά ζητήματα της ύπαρξής μας: τη μοναξιά, τη διαφορετικότητα, τον εκφοβισμό, τον εθισμό, την κατάθλιψη, τη συγχώρεση, την αποδοχή, τον θάνατο. Το έργο διατρέχει ένα διάστημα 25 περίπου χρόνων, κατά τη διάρκεια του οποίου αναπτύσσεται μια ειλικρινής φιλία δια αλληλογραφίας μεταξύ δύο τελείως διαφορετικών ανθρώπων, ανάμεσα σε δύο ηπείρους.
Το 1976, ένα 8χρονο κοριτσάκι, παραμελημένο και μοναχικό, το οποίο ζει σε ένα προάστιο της Μελβούρνης μαζί με τον απόμακρο πατέρα του και την αλκοολική και κλεπτομανή μητέρα του, η Λου, αλληλογραφεί με έναν άθεο εβραίο 44χρονο άνδρα, υπέρβαρο, ο οποίος ζει στην πολύβουη Νέα Υόρκη, τον Μπιλ Σπίλμπεργκ, και πάσχει από κρίσεις πανικού, κατάθλιψη και το σύνδρομο Άσπεργκερ. Το έργο με ευρηματικό τρόπο και γοητευτική ειλικρίνεια καταγράφει τις δύο πορείες των πρωταγωνιστών μέχρι την συνάντησή τους: της Λου από την εφηβεία στην ενηλικίωση και του μεσήλικα Μπιλ στη συγχώρεση και την ωριμότητα, όπως αυτές μπορούν να προκύψουν μέσα από τις συμπληγάδες της κατάθλιψης και του συνδρόμου Άσπεργκερ. Φωτεινό σημείο αναφοράς παρέμενε πάντα η άδολη φιλιά τους δια αλληλογραφίας, διανθισμένης με πολλές σοκολάτες, ξεκαρδιστικές απορίες, παράξενες συνταγές, χειροποίητα πον-πον και στρουμφάκια.
Ο Δημήτρης Μπογδάνος-Αγειοπετρίτης έστεισε μια έξυπνη, εύστοχη και δροσερή παράσταση με μαεστρία και αξιοθαύμαστο ρυθμό συνδιάζοντας το γέλιο με την συγκίνηση, σε τέλεια αναλογία. Οι τρεις καταπληκτικοί ηθοποιοί της παράστασης πραγματοποιούν έναν άθλο επί σκηνής. Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου ξεδιπλώνει το υποκριτικό του ταλέντο με ακρίβεια, κέφι, πόζα και πολύ χιούμορ υποδιόμενος 22 διαφορετικούς χαρακτήρες στις ζωές των πρωταγωνιστών αλλάζοντας σε χρόνο ντετέ φύλο, φωνή, στάση σώματος και αμφίεση. Η Λυδία Τζανουδάκη, με την απίστευτα εύπλαστη σωματικότητά της, το πηγαίο χιούμορ της και την έμφυτη υποκριτική της τρέλα διαγράφει με ευαισθησία και βαθιά ειλικρίνεια όλη την πορεία της Λου από τα χρόνια της αθωότητας στην επώδυνη προσγείωση στη χώρα των ενηλίκων, Ο Στέλιος Ιακωβίδης, απολαυστικός και ανθρώπινος, καταθέτει με εσωτερικότητα και μέτρο την εύθραυστη ψυχοσύνθεση του Μπιλ και αναδεικνύει με πηγαία απλότητα, αυθόρμητες αντιδράσεις και άφθονες κωμικές πινελιές το απρόβλεπτο του χαρακτήρα του ήρωα, διατηρώντας στο πρόσωπο του μια στωική αγέλαστη έκφραση ‘αλλά Μπάστερ Κίτον ‘.
Το δυόροφο σκηνικό της Λυδίας Κοντογιώργη πολύ λειτουργικό παρουσιάζει στο ισόγειο το σπίτι της Λου και στον επάνω όροφο το διαμέρισμα του Μπιλ, σε γκρι αποχρώσεις αντανακλώντας τον περίπλοκο ψυχισμό του, ενώ στα αριστερά του σκηνικού έχει προβλεφθεί χώρος για μια ειδική κατασκευή, πολυεργαλείο, η οποία εξυπηρετεί για τους πολλαπλούς ρόλους του Μαυρογεωργίου. Επίσης η Κοντογιώργη σχεδίασε τα ευφάνταστα κοστούμια, τα οποία τονίζουν την προσωπικότητα του κάθε χαρακτήρα του έργου. Ο σχεδιασμός των φωτισμών της Σοφίας Αλεξιάδου απέδωσε την ατμόσφαιρα του έργου και τις ψυχολογικές μεταπτώσεις των ηρώων. Η δε συμβολή του Θωμά Γαλαζούλα στις εντυπωσιακές κομμώσεις-περούκες καθώς της Olga Faleichyk στο μακιγιάζ υπήρξε πολύτιμη ειδικά στις μεταμφιέσεις του Μαυρογεωργίου.
Μια μαγική παράσταση γεμάτη χιούμορ, συγκίνηση, τρυφερότητα, αθωότητα, φως και ανθρωπιά, η οποία προβάλλει, χωρίς ίχνος διδακτισμού, την ουσιώδη σημασία της πραγματικής φιλίας και της συμφιλίωσης με τον εαυτό μας.