Ο Αμερικανός συγγραφέας, σκηνοθέτης και ηθοποιός Τσάρλς Λάντλαμ (Charls Ludlam) ίδρυσε το Ridiculous Theatrical Company, μαζί με τον σύντροφό του, το 1967. Ο Λάντλαμ υπήρξε ένας πρωτοπόρος καλλιτέχνης, ο οποίος υπηρέτησε τη θεατρική τέχνη με τόλμη και ρηξικέλευθη ματιά. Στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα γνωστός από το έργο του “Η κατάρα της Ίρμσς Βεπ”, στο οποίο παρωδεί το μελόδραμα, τα γοτθικά μυθιστορήμστα, την ελισαβετιανή δραματουργία, έργα τρόμου καθώς και ταινίες του βωβού κινηματογράφου. Το έργο πρωτοπαρουσιάστηκε, με τεράστια επιτυχία, το 1999, από τους Αντώνη Καφετζόπουλο και την Άκη Σακελλαρίου. Έκτοτε έχει ανέβει πολλές φορές, πάντα με επιτυχία.
Το έργο του “Αίμα στη σκηνή” (Stage Blood), το οποίο στην κυριολεξία, σημαίνει ‘ψεύτικο αίμα’, (αναφέρεται στο αίμα που χρησιμοποιείται σαν εφέ, στο θέατρο και στον κινηματογράφο) πρωτοπαρουσιάστηκε σε off Broadway θέατρο, το 1974 και στην Ελλάδα παρουσιάζεται, για πρώτη φορά, μετά από πενήντα χρόνια., σε μετάφραση Χριστίνας Μπάμπου- Παγκουρέλη και σκηνοθεσία του Τάσου Πυργιέρη.
Ένας τριτοκλασάτος θίασος φθάνει σε μια ασήμαντη αμερικανική πόλη (Mudville, Λασπούπολη), γενέτειρα του επικεφαλής του θιάσου, Κάρλτον Στόουν, ενός ηλικιωμένου, βετεράνου ηθοποιού, για να παρουσιάσει τον “Άμλετ”. Λόγω των προβλημάτων υγείας που αντιμετωπίζει ο βετεράνος θιασάρχης, καταπληκτικός Άμλετ στα νιάτα του, παίζει το Φάντασμα του πατέρα του Άμλετ και ο γιός του, Κάρλτον Στόουν, ο νεώτερος, υποδύεται τον πρίγκηπα. Ο Κάρλτον Στόουν, ο νεώτερος, αν και διάδοχος της οικογενειακής επιχείρησης, παραγκωνίζεται από την ηθοποιό μητέρα του, Χέλγκα Βέιν και τον ζεν πρεμιέ εραστή της, Έντμουντ Ντάντρερυ. Ταυτόχρονα, ο θίασος για τη δεδομένη παράσταση δεν έχει Οφηλία, λόγω αποχώρησης της ηθοποιού που την έπαιζε. Έτσι αναλαμβάνει να ερμηνεύσει τον ρόλο μια γηγενής κοπέλα της Λασπούπολης, η οποία γνωρίζει το ρόλο της σαιξπηρικής ηρωίδας από στήθους.
Ο οξύνους Τσάρλς Λάντλαμ χρησιμοποιεί την τεχνική ‘ θέατρο εν θεάτρω’ στο έργο του “Αίμα στη σκηνή”, με το οποίο συνδιαλέγεται με τον σαιξπηρικό “Άμλετ” και τον “Γλάρο” του Άντον Τσέχωφ, καταθέτοντας μια μαγική αντανάκλαση: η ζωή να μιμείται το θέατρο και το θέατρο να μιμείται τη ζωή. Ο Λάντλαμ, ως γνήσιος θεατρίνος, παρωδεί με πολύ χιούμορ, περιπαικτική διάθεση και έντονη αυτοαναφορικότητα την καθημερινότητα ενός θιάσου τρίτης κατηγορίας, αναφερόμενος στις σχέσεις και στα κλισέ των ηθοποιών, στις δεισιδαιμονίες, στις ίντριγκες, στους έρωτες, στις ανοησίες, στις αγωνίες, στα πρακτικά προβλήματα παραγωγής και στον βιοπορισμό των ηθοποιών, καθιστώντας τον θεατή κοινωνό της ζωής αυτού του παράξενου, παράδοξου και μαγικού κόσμου του θεάτρου.
Ο Τάσος Πυργιέρης σκηνοθετεί αυτήν τη μαύρη και καλογραμμένη παρωδία αναδεικνύοντας το ευφυές πνεύμα του συγγραφέα. Ο σκηνοθέτης παίζει με ταχυδακτυλουργική ικανότητα με τα ρευστά όρια μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, αλήθειας και ψέματος, ζωής και θεάτρου. Ξαφνιάζει ευχάριστα ο Πυργιέρης με την ευρηματικότητα με την οποία προσεγγίζει το έργο στήνοντας μια καλοκουρδισμένη παράσταση. Ο σκηνοθέτης καταπιάνεται με μια πανέξυπνη κωμωδία , είδος που γνωρίζει άριστα να διαχειρίζεται, τονίζοντας τις εκπλήξεις, προβάλλοντας τα γκροτέσκα στοιχεία της φάρσας, φωτίζοντας τις διαρκείς μεταμορφώσεις των ηθοποιών, αποκαλύπτοντας απρόσμενες ανατροπές και κυρίως διατηρώντας με μαεστρία τους φρενήρεις ρυθμούς της παράστασης. Στην επιτυχία αυτού του εγχειρήματος έχουν συμβάλλει, κατά κύριο λόγο, οι εξαιρετικοί ηθοποιοί με τους οποίους, συνεργάζεται εδώ και χρόνια δημιουργώντας κοινούς κώδικες επικοινωνίας.
Μεγάλο ατού της παράστασης είναι η ερμηνεία του Θάνου Λέκκα, στις πολλαπλές του μεταμφιέσεις, ως θιασάρχης Κάρλτον Στόουν, Φάντασμα και Γκιλμπερτ Φέι, υποστηρίζοντας με αφάνταστη πλαστικότητα, ευκρίνεια και καθαρότητα κάθε του ρόλο αποκαλύπτοντας το μέγεθος της υποκριτικής του δυνότητας. Ο Αλέξανδρος Βάρθης, προσεγγίζει το ρόλο του διευθυντή σκηνής και επίδοξου avant-garde θεατρικού συγγραφέα με μια λιτή και παιγνιώδη διάθεση. Η Ρένα Κυπριώτη κρατά με χάρη την εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στο ρόλο της Γερτρούδης και της Αρκάντινα, αλλά και της Χέλγκας Βέιν, της συζύγου του θιασάρχη Κάρλτον Στόουν. Κάπως συγκρατημένη είναι η ερμηνεία του Χρήστου Σταθούση στο ρόλο του Κάρλτον Στόουν του νεώτερου. Συνεπείς ερμηνευτικά : ο Φοίβος Μαρκιανός ως ζεν πρεμιέ εραστής, η Μαριλένα Μόσχου ως θεατρόπληκτη επαρχιωτοπούλα και ο Μάκης Νάνος ως ένας αθόρυβος οδηγός σκηνής.
Το σκηνικό της Ελίνας Δράκου απλό και λειτουργικό καθώς και τα κοστούμια της με έντονες θεατρικές πινελιές αποτυπώνουν τη δεκαετία των ’70ς. Ο φωτιστικός σχεδιασμός από την Στέβη Κουτσοθανάση τονίζει τη διττή ατμόσφαιρα του έργου μεταξύ πραγματικότητας και θεατρικής ψευδαίσθησης. Τέλος ο Φοίβος Μαρκιανός δημιουργεί μια μουσική σύνθεση, η οποία πλαισιώνει αποτελεσματικά την παράσταση.
Μια καλοδουλεμένη και απολαυστική παράσταση, η οποία με το σατυρικό της πνεύμα και το έξυπνο χιούμορ της κεντρίζει το ενδιαφέρον του θεατή και ταυτόχτονα του κλείνει πονηρά το μάτι για τα όσα συμβαίνουν όταν πέσει η αυλαία.