Στο πλαίσιο του προγράμματος ” Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός ” του ΥΠΠΟΑ για τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη Μικρασιατική καταστροφή, το Θέατρο του Νέου Κόσμου συμμετείχε με το έργο “Η Ανατολή” της Έλλης Παπαδημητρίου , σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου. Το έργο παρουσιάστηκε στον αρχαιολογικό χώρο της Αρχαίας Τίρυνθας, στις 15 και 16 Ιουλίου του 2022. Αυτό το διάστημα το έργο παρουσιάζεται στην κεντρική σκηνή του θεάτρου του Νέου Κόσμου για να δοθεί η ευκαιρία σε περισσότερους θεατές να γνωρίσουν αυτήν την ποιητική σύνθεση εμπλουτισμένη με θεατρικό λόγο, αυτό το απόσταγμα του πόνου και της προσφυγιάς ενός ξεριζωμένου λαού.
Η Έλλη Παπαδημητρίου (1906-1993), γεννημένη στη Σμύρνη, γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας, σπουδάζει Γεωπονία στην Αγγλία, όπου την βρίσκει η καταστροφή του 1922. Δεν επιστρέφει ποτέ στην πατρώα γη και εγκαθίσταται στην Αθήνα. Άνθρωπος ευαίσθητος με ισχυρή ενσυναίσθηση προσφέρει, αμισθί, τις γνώσεις της ως γεωπόνος και συμμετέχει, εθελοντικά, ενεργά και με πάθος στην περίθαλψη, στήριξη και αποκατάσταση των προσφύγων. Αυτή η συνεχής επαφή μαζί τους την ωθεί να απαθησαυρίσει τις μαρτυρίες, τις αναμνήσεις και τα πάθη τους. Καταγράφει τις μνήμες τους από την καθημερινότητα τους στην αλησμόνητη πατρίδα: τα φαγητά, τα μπαχαρικά, τα γλέντια, τα τραγούδια, τις μυρωδιές, τις ντοπιολαλιές αλλά και τον πόνο, την συντριβή, την απελπισία, το ξερίζωμα και την αγωνία να ριζώσουν στη νέα πατρίδα.
Στην “Ανατολή”, η Παπαδημητρίου μετουσιώνει όλα αυτά τα ακούσματα και τις καταγραφές σε ένα ποιητικό δράμα με διαλογικά μέρη, συμπαγές, λιτό και ελλειπτικό λόγο διανθισμένο με λυρικές πινελιές για να μας κληροδοτήσει μια κατάθεση ψυχής για ό,τι προηγήθηκε της Μικρασιατικής καταστροφής και για τις οικτρές συνέπειές της. Επικεντρώνεται στα κρίσιμα γεγονότα μεταξύ 1918-1922. Μέσα σε αυτά τα τέσσερα χρόνια εξιστορεί τις ξένοιαστες μέρες χαράς αλλά και τα πάθη του Ελληνισμού της Ανατολής μετά την συντριβή του ελληνικού στρατού στα βάθη της Τουρκίας καθώς και τις ευθύνες που του επιρρίπτει ο ντόπιος , απλός λαός. Αλλά καί τη συμφορά και το βίαιο ξεσπίτωμα που βιώνουν οι ανταλλάξιμοι πληθυσμοί Ελλάδας και Τουρκίας: ” Να φύγουνε οι Χριστιανοί απ’ την Τουρκιά / και από την Ελλάδα οι Οθωμανοί / ε, μεταλλάξανε δυο βαρελιών κρασί / ε, τότες ένα μάτι να’ βλέπε από ψηλά / το πώς αδειάσανε δύο πατρίδες, βιός μαζωμένος πώς σκορπά…”
Στο έργο, ο Τελευταίος Αιχμάλωτος, η Γυναίκα σε διπλό ρόλο -εκπροσωπεί τις χήρες του συνοικισμού, τις καθαρίστριες, τις παραδουλεύτρες, γυναίκες που αγωνίζονται νυχθημερόν για μια επιβιώσουν μαζί με τις οικογένειές τους στη ξένη γη αλλά και στην Ανατολή ως Γκιουλμπαξιώτισσα, εν γνώσει της, βιώνει την περιφρόνηση των ντόπιων ζώντας μαζί με τον Μπέη, ενώ, με τον τρόπο της, τον κάνει να συμπεριφέρεται με ευμενή τρόπο προς τους συμπατριώτες της- ο Καραβοκοίρης, ο Λοχίας και το Παιδί εξιστορούν, συνομιλούν και τραγουδούν υφαίνοντας το “έπος” της Μικρασιατικής καταστροφής , με αποστασιοποιημένο τρόπο: “Τώρα θα παραστήσομε τα περασμένα /που οι άνθρωποι δε λάβανε καιρό / ούτε συμφέρο έχουνε για να τα παραστήσουνε./ Βγαίνει πρώτος ο μπάρμπας μου ο Καραβοκοίρης…”
Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, έχοντας μια ειλικρινή φιλία με την Έλλη Παπαδημητρίου από τη νεανική του ηλικία μέχρι το τέλος της ζωής της, την γνωρίζει πολύ καλά ως άνθρωπο και ως καλλιτέχνη. Το 1997, στον αδιαμόρφωτο ακόμη χώρο του θεάτρου του Νέου Κόσμου επιλέγει ως εναρκτήρια παράσταση το έργο της, “Κοινός Λόγος”. Ανεβάζει την παράσταση με μεγάλη επιτυχία στα χαλάσματα του παλιού ζυθοποιοίου, σε ένα φυσικό τοπίο, με σπουδαίες ηθοποιούς μεταξύ των οποίων η Σούλα Αθανασιάδου (1929-2022), στης οποίας τη μνήμη είναι αφιερωμένη η παράσταση, όπως αναγράφεται στο καλαίσθητο και εμπεριστατωμένο πρόγραμμα της παράστασης.
Ο Θεοδωρόπουλος δημιουργεί μια απέριττη παράσταση με απόλυτο σεβασμό στο λιτό ύφος του κειμένου ακολουθώντας τις υποδείξεις της συγγραφέως που προτείνει “τα πρόσωπα ολομέτωπα”. Επικεντρώνεται στην άρτια εκφορά του λόγου και αναδεικνύει τον ρέοντα παλμό και τον ρυθμό της γλώσσας με το πάντρεμα τουρκικών λέξεων και ανατολίτικων ντοπιολαλιών. Ο σκηνοθέτης μαζί με τον Κώστα Πολίτη σχεδιάζουν το σκηνικό καθώς και το τσουβάλι, το ‘κοστούμι’ του Τελευταίου Αιχμαλώτου. Μια πέτρινη ανηφορική σκάλα (φωτογραφία) που παραπέμπει στον αρχαιολογικό χώρο της Τίρυνθας και συγχρόνως σηματοδοτεί τον γολγοθά των ξεριζωμένων. Ακριβώς δίπλα υπάρχει μια σιδερένια σκαλωσιά, όχι τόσο επιτυχημένη επιλογή, η οποία ωστόσο προσφέρει λειτουργικό χώρο δράσης στον Τελευταίο Αιχμάλωτο και στην Γκιουλμπαξιώτισσα. Όσο για το το “τσουβάλι’, με το οποίο κουκουλώνεται ο Τελευταίος Αιχμάλωτος έχει ραμμένα επάνω του κουρέλια με θύμησες και γράμματα που γράφουν ΜΑΝΗΣΙΑ.
Οι πέντε ηθοποιοί της παράστασης παρουσιάζουν μια δουλειά συνόλλου με το πηγαίο ταλέντο τους και τα εξαιρετικά καλλίφωνα χαρίσματά τους. Ο Μανώλης Μαυροματάκης με το στιβαρό υποκριτικό του ταλέντο ταυτίζεται πλήρως με τον Τελευταίο Αιχμάλωτο. Μια γήινη φιγούρα κουκουλωμένη με το ‘βαρύτιμο’ τσουβάλι ζωντανεύει επί σκηνής τον ΑΝΘΡΩΠΟ που συνθλίβεται κάτω από το βάρος της Μοίρας και της Ιστορίας. Η Ελένη Ουζουνίδου πάντα καίρια και εκφραστική χαρίζει το μοναδικό ταμπεραμέντο της τόσο στην Παραδουλεύτρα όσο και στην Γκιουλμπαξιώτισσα. Οι δε νεώτεροι ηθοποιοί Μιχάλης Τιτόπουλος (Λοχίας), Αποστόλης Ψυχράμης ( Καραβοκοίρης) και Δημήτρης Καπουράνης (Παιδί) υποστηρίζουν με θέρμη τους ρόλους τους τραγουδώντας και παίζοντας κιθάρες. Απαρτίζουν μαζί με τον έξοχο τσελίστα Τάσο Μισυρλή και την Παραδουλεύτρα την κομπανία που μπαίνει από το φουαγιέ του θεάτρου στη σκηνή συνδέοντας τον έξω κόσμο με τον επίπλαστο κόσμο του θεάτρου, το σήμερα με την Ιστορία.
Η μουσική του Φώτη Σιώτα, τα Σμυρνέικα τραγούδια που διαπερνούν την παράστασή, τα κοστούμια της Κλαιρ Μπρέισγουελ και οι φωτισμοί της Χριστίνας Θανάσουλα δένουν αρμονικά με το όλο εγχείρημα.
Η παράσταση είναι ένα homage στη μνήμη της Έλλης Παπαδημητρίου. Μια παράσταση που αγγίζει κατευθείαν την καρδιά του θεατή θυμίζοντας ‘οικεία κακά’.