Ο Γιωργής Τσουρής ηθοποιός, συγγραφέας, σκηνοθέτης και εξαιρετικά καλλίφωνος είναι ένας πολυτάλαντος καλλιτέχνης. Μια πολυσχιδής καλλιτεχνική περσόνα προικισμένη με πολύτιμα εφόδια: αστείρευτη λαχτάρα για γνώση και εξέλιξη, πηγαίο χιούμορ, πάθος για δημιουργία, καταξιωμένο υποκριτικό ταλέντο ( τιμήθηκε με το Βραβείο Δημήτρη Χορν το 2020), εύστοχη και ευαίσθητη συγγραφική πένα, διεισδυτική κοινωνική ματιά. Κρατώντας πάντα χαμηλούς τόνους μεσουρανεί στον θεατρικό στίβο κατακτώντας επάξια το θεατρόφιλο κοινό και τους περί του θεάτρου ειδήμονες. Η δραματουργία του Τσουρή μπορεί να κινείται στον ‘αστερισμό’ των Δημήτρη Κεχαίδη- Ελένης Χαβιαρά, Γιώργου Διαλεγμένου, Μάριου Ποντίκα και των Αμερικανών Έντουαρντ Άλμπι και Ντέιβιντ Μάμετ ωστόσο κατορθώνει να αρθρώσει μια προσωπική, πάλλουσα ρεαλιστική γραφή, η οποία μετουσιώνει τους κραδασμούς των ανθρώπινων σχέσεων σε ρέοντα σκηνικό λόγο, λιτό, άμεσο και καθημερινό.
Με την συγγραφή και παρουσίαση του έργου ” Μακριά από παιδιά” κλείνει ουσιαστικά μια ‘άτυπη’ τριλογία : “Χαρτοπόλεμος” 2017, “170 τετραγωνικά /moon walk” 2019, “Μακριά από παιδιά” 2023. Άτυπη’ γιατί τον “Χαρτοπόλεμο” έγραψε ο Βαγγέλης Ρωμνιός – που έφυγε από τη ζωή τόσο νωρίς, 36 χρονών- έργο στο οποίο ο Τσουρής είχε κάνει τη δραματουργική επεξεργασία, ενώ τα άλλα δύο έργα είναι καθαρόαιμες δημιουργίες του. Και στα τρία έργα κεντρι κός πυρήνας είναι η οικογένεια, αυτό το ευπαθές και τόσο ευμετάβλητο κύτταρο της κοινωνίας και ο ‘στενός’ της χώρος δράσης : ο οίκος, η πατρική εστία, το πατρογονικό, το πατρικό, το σπίτι, η μονοκατοικία….στη Βούλα, το διαμέρισμα των…. 170τετραγωνικών. Ένας χώρος που εύκολα μπορεί να μεταβληθεί από όαση αγάπης, συνύπαρξης και αποδοχής σε ανελέητη αρένα.
Ο Τσουρής στο νέο του έργο “Μακριά από παιδιά” ασχολείται με το δύσκολο πέρασμα στην ενηλικίωση λόγω παιδικών τραυμάτων και απωθημένων. Αιτίες που μπλοκάρουν τον ψυχισμό του ενήλικα και καθιστούν δύσβατο το μονοπάτι προς την ενηλικίωση. Αυτό το πληγωμένο παιδάκι, που κάθε ενήλικας κρύβει στα κατάβαθα της ψυχής του, αποζητά τη στοργή, τη τρυφερότητα, την αποδοχή από τον γονιό και μια ζεστή αγκαλιά από τον ενήλικο εαυτό του.
Στο “Μακριά από παιδιά”, ο Τάσος και η Όλγα, ένα ζευγάρι γύρω στα τριάντα, έχουν μετακομίσει πρόσφατα σε μια μονοκατοικία στη Βούλα, η οποία ακόμη ανακαινίζεται. Το ζευγάρι όμως περνά μια έντονη περίοδο κρίσης μετά την αποβολή της Όλγας σε προχωρημένη εγκυμοσύνη. Μαζί τους, για ένα διάστημα, μένει η μητέρα του Τάσου, Αλίκη, που πάσχει από άνοια προκαλώντας όξυνση, χωρίς να το θέλει, στην ήδη τεταμένη σχέση του ζευγαριού. Ο ξάδερφος του Τάσου, Μπάμπης, ένας καλοκάγαθος και φιλότιμος τύπος, άνθρωπος του σπιτιού, βοηθά στην ανακαίνιση και στηρίζει την Όλγα, αυτό που ουσιαστικά δεν κάνει ο άνδρας της. Ενώ η ξαφνική εμφάνιση ενός νεαρού άνδρα , του Διονύση-Ντένη από το παρελθόν, ξύνει πληγές, σείει συθέμελα την ήδη κλονισμένη σχέση του ζευγαριού και φέρνει στο φως καλά κρυμμένα απωθημένα και τραυματικές εμπειρίες.
Ο Τσουρής δομεί το έργο του με περίτεχνο και εντυπωσιακό τρόπο: διαμορφώνει ολοκληρωμένους χαρακτήρες με τη φωτεινή και τη σκοτεινή τους πλευρά σε συνεχή εναλλαγή, χρησιμοποιεί καταιγιστικούς ρυθμούς, σπινταριστό λόγο διανθισμένο με έξυπνες ατάκες, κάνει επιδέξια χρήση ενός πολυπρισματικού χιούμορ , καλοπροαίρετου καυστικού ή και βιτριολικού ακόμα προκειμένου να αναδειχθούν πρόσωπα και καταστάσεις, χειρίζεται ταχυδακτυλουργικά το ” φαίνεσθαι και το είναι ‘ δημιουργώντας έντονο σασπένς και φθάνει στην κορύφωση της δράσης με απρόβλεπτες ανατροπές και τραυματικές αποκαλύψεις. Ο Τσουρής δεν μιλάει ευθέως ποτέ για το παρελθόν της οικογένειας του Τάσου. Αυτό όμως αναδύεται μέσα από τις σκόρπιες κουβέντες της μητέρας του σκιαγραφώντας μια δυσλειτουργική οικογένεια: ένας άσωτος πατέρας, μια μάνα που αγωνίζεται για την επιβίωση της οικογένειάς της, ξεσπώντας άδικα στο παιδί της και ένα πληγωμένο παιδί που το αίσθημα της κατωτερότητας και η απόρριψη του τρώνε τα σωθικά. Με αυτόν τον τρόπο ο συγγραφέας κρατά σε εγρήγορση τον θεατή προκαλώντας τον να δημιουργήσει το δικό του ‘σενάριο’, προκειμένου να κατανοήσει πρόσωπα, συμπεριφορές και γεγονότα.
Άλλωστε και ο τίτλος του έργου μιλάει καθαρά για ένα τοξικό προϊόν , το οποίο εξαλείφει τις κατσαρίδες, αλλά η ένδειξη στο σκεύος προειδοποιεί ότι βλάπτει σοβαρά τα παιδιά. Για αυτόν τον λόγο πρέπει να φυλάσσεται “ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΠΑΙΔΙΑ”. Ένας αλληγορικός τίτλος, μια κέραια και εύστοχη επισήμανση, η οποία αφορά οποιεσδήποτε ‘τοξικές’ ενδοοικογενειακές σχέσεις καθιστούν το οικογενειακό περιβάλλον δυσλειτουργικό και νοσηρό, το οποίο συνοδεύει το παιδί-ενήλικα, σε όλη του τη ζωή, δυσχεραίνοντας τη διαβατήρια μετάβαση στην ενηλικίωση. Όταν όμως αυτή επιτευχθεί μετά από συναισθηματικό πόνο και ψυχολογικό κόστος, ο ενήλικας αποκτά ωριμότητα και μπορεί πλέον να αποδεχτεί και να διαχειριστεί τον ανήλικο εαυτού του.
Η σκηνοθετική ματιά του Γιώργου Παλούμπη εξειδικευμένη στη ρεαλιστική δραματουργία μεταφέρει στη σκηνή σαν υπερευαίσθητος παλμογράφος τις εντάσεις, τις συνεχείς εναλλαγές του ρυθμού και τις ψυχολογικές μεταπτώσεις των ηρώων, ίσως κάποιες φορές με μεγαλύτερη ένταση. Ο σκηνοθέτης, πολύ έξυπνα, αξιοποιεί το βάθος της σκηνής για να μπορέσει η δράση του έργου να επεκταθεί σε μεγαλύτερο χώρο. Επίσης πολύ λειτουργική η προβολή σκηνών από ταινίες της Βλαχοπούλου, τις οποίες βλέπει συνέχεια η Αλίκη στο laptop. Μια νότα νοσταλγίας που διαπερνά την παράσταση καθώς προβάλλονται ανάμεσα στις σκηνές του έργου αλλά και ως σχόλιο, που προοικονομεί την σκηνή που έπεται. Ο Παλούμπης επιλέγει δύο χαρακτηριστικές σκηνές από τις ταινίες: “Μια Ελληνίδα στο χαρέμι” και “Η κόμισσα της Κέρκυρας”. Σκηνές που έχουν ως επίμαχο θέμα το σπίτι: τα σπίτια που χαρίζει σε φτωχούς η απλή μοδίστρα όταν γίνεται Εμιρέσσα ή η άρνηση της κόμισσας να δώσει αντιπαροχή το πατρικό της.
Και οι πέντε ηθοποιοί της παράστασης δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους. Ο Γιωργής Τσουρής ερμηνεύει εκπληκτικά τον ρολό του Τάσου: ενός νεοέλληνα αυτοδημιούργητου, μικρομεσαίου, εργασιομανή μεσίτη, απότομου, αθυρόστομου, σκληρού με τους δικούς του ανθρώπους, αφήνοντας επιδέξια χαραμάδες να ξεπροβάλλουν τρυφερά αισθήματα, που κρύβει μέσα του, αλλά δεν ξέρει τον τρόπο να τα εκφράσει, γιατί ποτέ δεν εισέπραξε ειλικρινή αγάπη. Η Ελεάνα Καυκαλά, ως Όλγα, με εξαιρετική ευαισθησία , ενσυναίσθηση και νεύρο παρουσιάζει μια καθημερινή γυναίκα που δεν μπορεί να επικοινωνήσει πλέον με τον άνδρα της. Ωστόσο βρίσκει τη δύναμη να ασχοληθεί με ανθρωπιά , ηρεμία και γλυκύτητα με την άρρωστη Αλίκη. Ο Μπάμπης, του Θανάση Ζερίτη, απολαυστικός, ταυτισμένος πλήρως με το ταμπεραμέντο του ηθοποιού. Ο Μιχαήλ Μελίσσης υποδύεται τον Διονύση-Ντένη, με ιδιαίτερη συνέπεια και ακρίβεια ενώ η Χριστίνα Τσάφου, ως Αλίκη, εκφράζει με εξαιρετικό και συγκινητικό τρόπο τις συναισθηματικές και ψυχολογικές μεταπτώσεις που βιώνει λόγω της άνοιας.
Το ρεαλιστικό ύφος της παράστασης ακολουθεί πιστά το σκηνικό της Θάλειας Μελίσσα: ένα σπίτι που βρίσκεται σε μια αναστάτωση, στο στάδιο της ανακαίνισης, Τα κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα απλά, καθημερινά και οι φωτισμοί της Σεμίνας Παπαλεξανδροπούλου λειτουργικοί, χωρίς κάποιον ιδιαίτερο χαρακτήρα.
Το “Μακριά από παιδιά”, στο θέατρο Ιλίσια-Βολανάκης, είναι μια ολοκληρωμένη και καλοδουλεμένη παράσταση, η οποία αγγίζει τον θεατή ακροβατώντας με επιτυχία ανάμεσα στην κωμωδία και την τραγωδία και συγχρόνως αναδεικνύει ένα αξιόλογο έργο, το οποίο τιμά τη σύγχρονη νεοελληνική δραματουργία.