Με την παράσταση «2 Αδελφές, Μυρτώ και Γιούλικα» συστήνεται στο αθηναϊκό κοινό ο συγγραφέας, σκηνοθέτης και χορογράφος Πασκάλ Ραμπέρ (Pascal Rambert1962). Ένας πολυσχιδής καλλιτέχνης που δίνει ένα δυναμικό παρών τόσο στο θεατρικό σανίδι όσο και στην κινηματογραφική οθόνη. Έχει βραβευθεί για το σύνολο του έργου του από την Comedie Francaise καθώς και με το Μεγάλο Βραβείο Δραματικής Λογοτεχνίας από το Γαλλικό Εθνικό Κέντρο Θεάτρου (2012). Τα έργα του παρουσιάζονται σε όλο τον κόσμο με τεράστια επιτυχία . Ο Πασκάλ Ραμπέρ αφουγκράζεται με ευαισθησία την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της πόλης όπου πρόκειται να παρουσιαστεί το έργο του, για να το προσαρμόσει κατάλληλα και συγχρόνως επιλέγει ηθοποιούς που θα αναδείξουν το έργο του με την υποκριτική τους δυνατότητα. Έτσι τα έργα του συνεχώς ανανεώνονται και αποκτούν μια πάλλουσα ενέργεια, η οποία αντανακλά την προσωπικότητα των εκάστοτε ηθοποιών και τις ιδιαιτερότητες του κάθε τόπου.
Ο Πασκάλ Ραμπέρ έγραψε το έργο «2 Αδελφές» το 2018 για δυο Γαλλίδες ηθοποιούς τις: Audrey Bonnet και Marina Hands καθώς και για δυο Ισπανίδες ηθοποιούς τις: Barbara Lennie και Irene Escolar. Το σκηνοθέτησε και το παρουσίασε συγχρόνως στο Παρίσι με τίτλο: «2 Αδελφές, Audrey και Marina, στο θέατρο Theatredes Bouffes du Nord και στη Μαδρίτη, στο θέατρο El Pavon Teatro Kamikaze με τίτλο: «2 Αδελφές, Barbara και Irene”. Έκτοτε παίζεται συνεχώς σε όλη την υφήλιο από το Παρίσι και τη Λισαβώνα μέχρι τη Μόσχα και το Χονγκ Κονγκ και από τη Νέα Υόρκη μέχρι τη Λίμα διαγράφοντας μια πολύ επιτυχημένη πορεία.
Ο Ραμπέρ ήρθε στην Ελλάδα, για πρώτη φορά , με σκοπό να ανεβάσει το έργο του στην ελληνική σκηνή και για να επιλέξει τις ηθοποιούς, οι οποίες θα κριθούν ως οι καταλληλότερες για τους ρόλους των δυο αδελφών. Έτσι η Μυρτώ Αλικάκη και η Γιούλικα Σκαφιδά επελέγησαν από τον συγγραφέα και σκηνοθέτη μετά από ακρόαση.
Ο Πασκάλ Ραμπέρ εμπνεύστηκε από την δυναμική παρουσία των δύο ηθοποιών πάνω στη σκηνή, την αλληλεπίδραση και την ενέργεια των σωμάτων τους, προχώρησε στην επιλογή τους καθώς και στην κατάλληλη προσαρμογή του έργου στον ελληνικό χώρο.
Οι δύο αδελφές συναντώνται μετά από πολλά χρόνια. Η Γιούλικα, η μικρότερη κατά τρία χρόνια, εμφανίζεται με τη βαλίτσα της στο χώρο εργασίας της μεγαλύτερης αδελφής, της Μυρτώς, για να διαμαρτυρηθεί γιατί ενημερώθηκε αργά για το θάνατο της μητέρας τους, στερώντας της τον ύστατο χαιρετισμό.
Η Μυρτώ, δεινή κολυμβήτρια με πολλά μετάλλια στα νιάτα της, εργάζεται πλέον σε μια ΜΚΟ ως σύμβουλος διαχείρισης ανθρωπιστικών κρίσεων και η Γιούλικα, πιο καλλιεργημένη, ταξιδεύει συνεχώς ως δημοσιογράφος. Δυο γυναίκες, δύο έντονες προσωπικότητες που εκπροσωπούν δυο διαφορετικούς κόσμους, δυο τελείως διαφορετικές κοσμοθεωρίες. Οι δυο αδελφές επιδίδονται σε ένα βίαιο αγώνα λέξεων ένα σκληρό και αμφίρροπο bras de fer λόγων.
Η σφοδρή έκρηξη συναισθημάτων, θυμού, βίας, ζήλιας, δυσαρέσκειας, πόνου, απώλειας, αποχωρίσεων, παρεξηγήσεων, δύναμης αλλά και αδυναμίας συνοδεύεται από έναν καταιγισμό λέξεων, ένα διαξιφισμό πολύπλοκων και περίπλοκων λέξεων, εσκεμμένα ειπωμένες για να κάνουν μεγαλύτερη τη ρήξη μεταξύ των δύο αδελφών, μετατρέποντας την σκηνή σε ένα άγριο ρινγκ.
Ο Πασκάλ Ραμπέρ λατρεύει τις λέξεις. Και το κυριότερο απαιτεί η ωστική δύναμη των λέξεων να διαπερνά τα σώματα των ηθοποιών, να τα κινεί, να τα ενεργοποιεί ώστε οι λέξεις να μετατρέπονται σε σωματική κίνηση που να εκφράζει καισυγχρόνως να διαφοροποιεί την ψυχοσύνθεση κάθε αδελφής.
Η Μυρτώ Αλικάκη και η Γιούλικα Σκαφιδά απέδειξαν ότι δικαίως τις εμπιστεύθηκε ο Ραμπέρ. Ερμηνεύουν τους ρόλους τους με δύναμη και πειθώ αποκαλύπτοντας σταδιακά τις χαρακιές που αφήνει στο διάβα της η ζωή σμιλεύοντας έτσι διαφορετικούς χαρακτήρες και διαμορφώνοντας τελείως ξεχωριστές στάσεις ζωής.
Η παράσταση τελειώνει με τον σκηνικό χώρο κατάλληλα διαμορφωμένο από τη Μυρτώ για να δώσει τη διάλεξή της. Οι πολύχρωμες καρέκλες, στοιχισμένες με ακρίβεια στο χώρο, τις οποίες δεν αναποδογυρίζει πλέον η Γιούλικα, δημιουργούν ένα νοητό ουράνιο τόξο ανακωχής, συμφιλίωσης και βαθιά κρυμμένης αγάπης.
Η μετάφραση της ‘Εφης Γιαννοπούλου απέδωσε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον πλούτο των λέξεων του κειμένου. Αν και κάποιες φορές, αυτή η υπερπληθώρα λέξεων γίνεται λίγο κουραστική. Ο ίδιος ο Πασκάλ Ρομπέρ επιμελήθηκε όπως άλλωστε το συνηθίζει, την σκηνική, ηχητική και φωτιστική εγκατάσταση.
Μια παράσταση που σφυροκοπά ανελέητα το θεατή με τις συνεχείς ριπές λέξεων, αισθημάτων και συναισθημάτων δημιουργώντας σκέψεις και προβληματισμούς και αφυπνίζοντας , ίσως, κάποια προσωπικά βιώματα ενδοοικογενειακών συγκρούσεων.