Η Ειρήνη Αϊβαλιώτου δε χρειάζεται συστάσεις στο θεατρόφιλο κοινό. Δημιουργός του δημοφιλούς catisart “πάντρεψε” τις δυο μεγάλες της αγάπες. Τις γάτες και το θέατρο. Χρόνια δημοσιογράφος πέρασε με επιτυχία στη συγγραφή, εντυπωσιάζοντάς μας με την δύναμη της πένας της. Το πρώτο της διήγημα με τίτλο «Τη νύχτα που με ακολούθησε» από τις εκδόσεις «Άνεμος», μεταφέρθηκε στο θέατρο «Επί Κολωνώ» με μεγάλη επιτυχία και μας έκανε να αδημονούμε για τα νέα της συγγραφικά διαμαντάκια. Η ίδια μιλάει στα Θ.Π και μοιράζεται μαζί μας, με τον μοναδικό της τρόπο, σκέψεις, συναισθήματα και εικόνες.
Πώς προέκυψε το πολύ πετυχημένο και αγαπημένο catisart.gr;
Προέκυψε από την αυθόρμητη παρότρυνση έμπιστων φίλων και λόγω της δικής μου αδιαπραγμάτευτης αγάπης για το θέατρο και την τέχνη. Κάποια στιγμή βγήκε στην επιφάνεια η ανάγκη να μοιράζομαι όσα παρακολουθούσα στο θέατρο. Ίσως επειδή οι φίλοι μου είχαν βαρεθεί τα ατελείωτα σχόλιά μου ύστερα από κάθε παράσταση που έβλεπα, μου έριξαν την ιδέα. «Αυτά που λες πρέπει να τα διαβάζει κόσμος», μου είπαν. Μέσα μου βέβαια εν σπέρματι υπήρχε η απόφαση. Επομένως προχώρησα. Είχα την αίσθηση αρχικά ότι θα έφτιαχνα ένα site για μια μυημένη συντροφιά, όμως αυτό έλαβε διαστάσεις και σήμερα έχει γίνει αυτό που είναι. Το www.catisart.gr σήμερα είναι ένας χώρος στο Διαδίκτυο με 4.000 θέματα για τον πολιτισμό και περισσότερες από τριακόσιες συνεντεύξεις ανθρώπων της τέχνης και των γραμμάτων. Εν τω μεταξύ όλο αυτό πήρε έμπνευση και ενδύθηκε με το φιλικό και σαγηνευτικό ένδυμα του πάθους μου για τις γάτες, που αποτελούν σημείο αναφοράς για τη ζωή μου.
Εργαστήκατε για ένα μεγάλο διάστημα στον ημερήσιο Τύπο και επί 30 χρόνια ανελλιπώς στην εφημερίδα «Έθνος». Πώς βλέπετε το σημερινό επίπεδο της δημοσιογραφίας και ποια συμβουλή θα δίνατε σ’ ένα νέο δημοσιογράφο;
Συνήθως δεν δίνω συμβουλές γιατί τις περισσότερες φορές φέρνουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Θα μπω στον πειρασμό εν τούτοις να δώσω τη συμβουλή στους νέους δημοσιογράφους να μην προσπαθούν να χειραγωγήσουν το κοινό, να αποφύγουν πάση θυσία τον φανατισμό, να παρακολουθούν ψύχραιμα και σφαιρικά τα γεγονότα και κυρίως να μελετήσουν Ιστορία. Είναι πολύ σημαντικό γενικά να μελετούν. Να μην επαναπαύονται. Όσο για το επίπεδο της δημοσιογραφίας σήμερα είναι -επιεικώς- απογοητευτικό. Πιο απογοητευτικό από κάθε άλλη εποχή.
Αυτή τη στιγμή πόσα γατάκια έχετε στην οικογένεια;
Έχουμε τρεις γάτες, τη Φρουφρού, τον Ομπριγάδο και τον Λάβλι. Ο Λάβλι είναι το πιο πρόσφατο από τα μέλη της οικογένειάς μας και το πιο ζωηρό. Η Φρουφρού είναι μια υπεροπτική δεσποινίς ετών δέκα και ο Ομπριγάδο ένας μεγαλόσωμος ξανθός άγγελος.
Πώς βλέπετε τη στάση της πολιτείας αλλά και του Έλληνα γενικότερα απέναντι στα αδέσποτα ζώα;
Οι νόμοι στην ουσία είναι επαρκείς, το δυσάρεστο είναι πως δεν τηρούνται. Οι Έλληνες δεν συμπεριφέρονται σωστά στα ζώα. Είναι εγωιστές ως άνθρωποι και ενοχλούνται από τα ζώα. Επιπλέον δεν τηρούν τις υποχρεώσεις τους ως ιδιοκτήτες ζώων και δείχνουν απαράδεκτη ανευθυνότητα. Γενικώς ο Έλληνας πιστεύει πως είναι ανώτερος από τα ζώα, έχει την τάση να κυριαρχεί παντού και να εξαφανίζει τα πάντα στο διάβα του.
Το πρώτο σας διήγημα με τίτλο «Τη νύχτα που με ακολούθησε» από τις εκδόσεις «Άνεμος» περιγράφει μια… γατίσια αγάπη. Βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα;
Ναι. Το συγκεκριμένο διήγημα, που έχει δώσει και τον τίτλο στο βιβλίο μου, μια συλλογή διηγημάτων, αναφέρεται στη γνωριμία μου με τον πρώτο μου γάτο, τον Ζιζή. Έμεινε 20 χρόνια μαζί μας και μας χάρισε αλησμόνητες στιγμές. Την 1η Μαρτίου (2016) θα κλείσει ένας χρόνος που λείπει από το σπίτι μας αλλά καθόλου από τη μνήμη μας. Προσπαθήσαμε να απαλύνουμε τις ώρες του πόνου του. Πριν αποχωρήσει από το μάταιο τούτο κόσμο μάς ειδοποίησε. Ήταν κάτι συγκινητικό και μεταφυσικό σχεδόν. Ο Ζιζής αγάπησε, αγαπήθηκε, δεν ξεχνιέται. Του χρωστάω πολλά.
Το διήγημά σας μεταφέρθηκε και στο θέατρο «Επί Κολωνώ» με μεγάλη επιτυχία…
Βεβαίως. Σας ευχαριστώ που το θυμάστε. Παίχτηκε στην Κεντρική Σκηνή του «Επί Κολωνώ», στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Off Off Athens, σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Γιαννακόπουλου και ερμηνεία Κατερίνας Σαβράνη. Ήταν και οι δύο εξαίρετοι συνεργάτες, επινοητικοί, δημιουργικοί, θαυμάσιοι και τους ευγνωμονώ. Το αρχικό διήγημα «Τη νύχτα που με ακολούθησε» εμπλουτίστηκε με νέα στοιχεία και πήρε τον τίτλο «Οικογενειακή υπόθεση». Την εποχή εκείνη η Κατερίνα ήταν έγκυος στον γιο της, τον γλυκύτατο Θανασάκη, και το γεγονός εντάχθηκε στη δράση. Το αποτέλεσμα ήταν να πάρει το κείμενο μια τροπή αρκετά ενδιαφέρουσα και ιδιαίτερα ανατρεπτική.
Έχετε όμως παρακολουθήσει και η ίδια σεμινάρια υποκριτικής στο ίδιο θέατρο, το θέατρο «Επί Κολωνώ»…
Ακριβώς. Είμαι ακόμα στο studio ΝΑΜΑ, ένα από τα καλύτερα εργαστήρια υποκριτικής τέχνης στην Ελλάδα. Από το 2012 παρακολούθησα επί τουλάχιστον τρία έτη μαθήματα της δασκάλας και γνωστής σκηνοθέτιδας Ελένης Σκότη. Αυτή την εποχή κάνω σεμινάρια στο ίδιο εργαστήριο με την Πέπη Μοσχοβάκου.
Εμφανιστήκατε μάλιστα και στο θέατρο ως Πριντάνς στο υπέροχο έργο του Αλεξάνδρου Δουμά (υιού) «Η κυρία με τις καμέλιες» σε θεατρική διασκευή και σκηνοθεσία της Τζένης Δριβάλα. Μιλήστε μας για αυτή την εμπειρία σας.
Στο «Ιδιόμελο» του Αμαρουσίου, μια ξεχωριστής αρχιτεκτονικής και μοναδικής αισθητικής έπαυλη του Μεσοπολέμου, που λειτουργεί και ως χώρος τέχνης, η Τζένη Δριβάλα σκηνοθέτησε την «Κυρία με τις Καμέλιες». Η ίδια, η οποία έχει παίξει κατ’ επανάληψη το ρόλο και στην όπερα «Τραβιάτα», ερμήνευε το χαρακτήρα της Μαργαρίτας και πρότεινε σε μένα να υποδυθώ τη στενή της φίλη Πριντάνς. Μια γυναίκα ελεύθερη, ανέμελη, που σφύζει από υγεία και ζει τη ζωή της. Μια γυναίκα που αγαπά τη διασκέδαση, το φαγητό, τον έρωτα και βεβαίως τα… χρήματα. Ως εμπειρία ήταν αγωνιώδης αλλά και ευχάριστη.
Το θέατρο είναι μια μεγάλη αγάπη σας. Ποια παράσταση έχει χαραχθεί έντονα στη μνήμη σας;
Μια παράσταση των εφηβικών μου χρόνων. Ήταν η «Δεσποινίς Μαργαρίτα» του Βραζιλιάνου συγγραφέα Ρομπέρτο Ατάιντε με την Έλλη Λαμπέτη. Πρόκειται για το μονόλογο μιας δασκάλας που ζει ταυτόχρονα πολλές φανταστικές ζωές μέσα σε επινοημένους κόσμους. Το πολυσυζητημένο -σήμερα- έργο «Δεσποινίς Μαργαρίτα» πρωτοπαίχτηκε στην Ελλάδα το 1975 από την Έλλη Λαμπέτη σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη και μετάφραση Κώστα Ταχτσή, ενώ αντίστοιχα το ρόλο την ίδια χρονιά έπαιξαν στην Αμερική η Εστέλ Πάρσονς και στη Γαλλία η Ανί Ζιραρντό. Την ευαίσθητη και αξιολάτρευτη Λαμπέτη την είχα θαυμάσει σε αυτή την παράσταση, όπως και στη «Φιλουμένα Μαρτουράνο» και επίσης σε μια άλλη ανεπανάληπτη παράσταση, το 1977, τη «Φθινοπωρινή ιστορία» του Αλεξέι Αρμπούζοφ, με τον Μάνο Κατράκη. Εκπληκτική ηθοποιός, ανεκτίμητη καλλιτέχνις.
Ποιo είναι το πρώτο σας θεατρικό πρόγραμμα;
Μάλλον από το «Μορμόλη», ένα θεατρικό έργο για παιδιά. Γράφτηκε από τον Γερμανό θεατρικό συγγραφέα Ράινερ Χάχφελντ το 1959. Στην Ελλάδα παίχτηκε γύρω στο 1972 από την Παιδική Σκηνή της Ξένιας Καλογεροπούλου.
Ετοιμάζετε ένα μοναδικό παραμύθι με τίτλο «Ο Φαταούλας Καρχαρίας» που θα περιλαμβάνεται στη συλλογή παιδικών παραμυθιών «Οι ιστορίες του Οσελότου» από τις εκδόσεις «Οσελότος». Πώς προέκυψε αυτή η ιστορία;
Έχει ήδη κυκλοφορήσει ο τόμος. Πρόκειται για μια ιστορία που προέκυψε σε ανύποπτο και ρομαντικό χρόνο. Το παραμύθι αυτό φιλοδοξούσε να διδάξει την ενότητα και την αλληλεγγύη σε ένα παιδί που δεν υπάρχει πια!
Αν ήσασταν η ηρωίδα ενός παραμυθιού ποια ηρωίδα και ποιο παραμύθι θα επιλέγατε;
Θα ήθελα να είμαι ο «Παπουτσωμένος γάτος», ο πανέξυπνος ήρωας του Σαρλ Περό, ο οποίος θέτει τις υπερφυσικές γατο-δυνάμεις του στην υπηρεσία των αδύναμων, των ευάλωτων και των διαφορετικών. Να επινοώ έξυπνα κόλπα για να κάνω χαρούμενους τους απελπισμένους. Θα μπορούσα όμως να είμαι και η αρκούντως απειλητική γάτα του Τσεσάιρ με τα γαμψά νύχια και τα πολλά δόντια. Ένα πλάσμα της αχαλίνωτης φαντασίας του Κάρολ Λιούις, μια γάτα που χαμογελά.
Τι σας κάνει χαρούμενη και τι σας μελαγχολεί;
Με κάνουν χαρούμενη τα ζώα, η ζωή και η δημιουργία.
Με μελαγχολούν η νωθρότητα, η έλλειψη ζωντάνιας, η απουσία ουσιαστικής καλλιέργειας, η υπεροψία, η προσποίηση, η αγένεια και αυτοί που μας κυβερνούν.
Φωτογραφίες: Δημήτρης Πατρίκιος.