Ο θρυλικός ιδιοκτήτης της ανεπανάληπτης «Κουίντας» στην Κυψέλη, που ήταν το απόλυτο στέκι της νεολαίας και των καλλιτεχνών στη δεκαετία του ’60, αλλά και της καλοκαιρινής «Κουίντα» στην παραλία της Γλυφάδας, ενώ και για δύο καλοκαίρια είχε «μετακομίσει» στην Ύδρα, το 1962 και ’63 .Έφυγε από τη ζωή το 2017 σε ηλικία 84 ετών.
Ο Μπάμπης Μουτσάτσος γεννήθηκε το 1933 στο Πασαλιμάνι και υπήρξε ένας από τους κορυφαίους αθλητές της ελληνικής κολύμβησης και πόλο. Όπως είχε δηλώσει ο ίδιος σε συνέντευξή του, “Με την κολύμβηση ξεκίνησα να ασχολούμαι σε ηλικία 10χρονών. Υπήρχε μεγάλη φτώχεια τότε, ο κόσμος πέθαινε στον δρόμο. Δεν είχα τι άλλο να κάνω. Έπρεπε να κλέψω ή να κολυμπήσω. Διάλεξα το δεύτερο. Δεν γίνεσαι πρωταθλητής όμως επειδή το λες, πρέπει και να το αποδείξεις”. Ο Πειραιώτης και βέρος Πασαλιμανιώτης επιχειρηματίας ονόμασε «Κουίντα» το κέντρο του λόγω των κουρτινών στην είσοδό του που έμοιαζαν με τις θεατρικές κουίντες. Ήταν σύζυγος της θρυλικής επίσης χορεύτριας και στριπτηζέζ Ρίτας Κάντιλακ (η δεύτερη γυναίκα του), που μεσουράνησε στα 60ς, υπήρξε χορεύτρια του «Crazy Horse» στο Παρίσι και ήταν μία από τις 4 συζύγους του. Συνολικά απέκτησε 4 κόρες.
Ο Μπάμπης Μουτσάτσος γνώρισε την Κάντιλακ, όταν εκείνη ήρθε να παίξει στην ταινία – μιούζικαλ της Φίνος Φιλμ «Αυτό το Κάτι Άλλο» και παντρεύτηκαν το 1963. Υπήρξε επίσης διακεκριμένος κολυμβητής και πολίστας του Ολυμπιακού. Είχε ύψος πάνω από 1.90 και είχε μεγάλη επιτυχία στο γυναικείο φύλλο. Ένας αλέγρος και γενναιόδωρος τύπος.
Η «Κουίντα» πρωτολειτούργησε σε ένα υπόγειο πίσω από το Τριανόν, εκεί που ήταν η έξοδος του σινεμά και ήταν χωρητικότητας περίπου 200 ατόμων. Μετά από 3 χρόνια μετακόμισε στο υπόγειο, επί της Φωκίωνος Νέγρη 82, όπου έγινε η θρυλική Κουίντα. Εκεί χόρευαν σέικ και ήταν θαμώνες οι πρωταγωνιστές της εποχής: Κώστας Βουτσας, Κώστας Χατζηχρήστος, Ζωή Λάσκαρη, Δημήτρης Παπαμιχαήλ, Αλίκη Βουγιουκλάκη, Μάρθα Καραγιάννη, Ζωζώ Σαπουντζάκη, Έλενα Ναθαναήλ και όλη η παλιά Αθήνα, οι ποδοσφαιριστές της εποχής όπως ο Μίμης Στεφανάκος, ο μπασκετμπολίστας Κώστας Μουρούζης, αλλά και μεγάλοι αστέρες του κινηματογράφου που επισκέπτονταν την Αθήνα, όπως οι Ζαν Πολ Μπελμοντό, Τζούντι Γκάρλαντ και πολλοί ακόμη. Εκεί σύχναζε μέχρι και ο Ωνάσης!
- Οι περισσότεροι ήταν φίλοι και όχι επισκέπτες και πήγαιναν τα βράδια στην Κουίντα προς χάρη του Μουτσάτσου που ήταν πολύ αγαπητός. Το μαγαζί είχε πρωτοποριακή για την εποχή διακόσμηση, όπως το μπαρ που έμοιαζε με καράβι και εκεί γινόντουσαν τα καλύτερα χάπενινγκ, χοροί, στριπτίζ και ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς. Όλοι ένοιωθαν πολύ οικεία και περνούσαν τόσο καλά, όσο πουθενά αλλού.
Η «Κουίντα» έκανε και live με ονόματα όπως οι Σέρτζιο Εντρίγκο, Λούτσιο Ντάλα, Aphrodite’s Child, Juniors και άλλοι. Στην «Κουίντα» γυρίστηκαν και μερικές από τις διαχρονικές ελληνικές ταινίες, όπως «Το Ρεμάλι της Φωκίωνος Νέγρη» με τον Άλκη Γιαννακά.
Για την καλοκαιρινή «Κουίντα» στη Γλυφάδα είχε αναφέρει ο Αλέκος Καρακαντάς των Juniors σε συνέντευξή του στο Ogdoo: «…Την επόμενη χρονιά ήρθε ο Έρικ Κλάπτον στην Ελλάδα. Το 1965. Ο Νταής μίλαγε πιο καλά αγγλικά απ’ όλους μας κι έπιασε κουβέντα Μαζί τους. Ήταν ο Έρικ Κλάπτον κι άλλοι δύο Εγγλέζοι μουσικοί μαζί του, κι ήρθαν και μας ακούσανε στο κλαμπ Κουίντα, στην καλοκαιρινή όμως που ήταν στη Γλυφάδα. Στου Ζέρβα. Η Κουίντα ήταν ένα κλαμπ παραμυθένιο. Φτιαγμένo με κόκκινα βράχια και μπαμπού καλάμια. Στη θάλασσα. Το πάλκο μας ήταν ένα τεράστιο κοχύλι που είχε βράχια και ο καθένας είχε το δικό του βράχο! Ανεβαίναμε πάνω και παίζαμε. Στη θάλασσα μέσα ήταν όλο εξέδρες με τραπεζάκια χαμηλά και καθίσματα από μπαμπού. Πηγαίνανε τα ζευγαράκια στις εξέδρες μέσα στη θάλασσα -ανέβαιναν με το σχοινί- και το καθένα είχε το δικό του τραπεζάκι και ταρακουνιόταν στο κυματάκι. Ήταν εκεί λιμανάκι, σαν λιμνούλα. Φανταστικά ήτανε! Κάναμε και πρωινά και απογευματινά στην Κουίντα, πριν παίξουμε εκεί και το βράδυ! Όλα τα κορίτσια με μπικίνι μαγιό, χορεύανε ροκ για πρώτη φορά! Οι Γλυφαδιώτες ήταν απαίσιοι και το κλείσανε το κλαμπ γιατί λέγανε ότι καταστρέφαμε τα ήθη της εποχής επειδή χορεύανε τα κορίτσια με μπικίνι. Μέχρι το ’67-’68 κράτησε η καλοκαιρινή Κουίντα…».
Το θάνατο του Μπάμπη Μουτσάτσου ανακοίνωσε μέσα από τη σελίδα του ο φίλος του και δημοσιογράφος Δημήτρης Λυμπερόπουλος, ο οποίος ήταν μέλος της παρέας που στις αρχές του 2000 συναντιόταν με τον Μπάμπη Μουτσάτσο, στο στέκι φίλων που είχε δημιουργήσει ο «Μίστερ Κουίντα» στο Νέο Κόσμο. Εκεί συναντούσε τους παλιόφιλούς του από τις δεκαετίες του ’50 και ’60, έλεγαν ιστορίες και περνούσαν ωραία κάνοντας καλή παρέα μιλώντας για την εποχή τους. Μεταξύ αυτών ο διεθνής πλέιμποϊ Φοίβος Ραζής, ο Τάκης Τακούσης, ο Τάκης Κάβουρας κ.α. Το 1993 ο Μουτσάτσος επιχείρησε να αναβιώσει την «Κουίντα» ανοίγοντάς τη στην Γλυφάδα, χωρίς όμως επιτυχία.
Το 2016 ο Μπάμπης Μουτσάτσος σε μία από τις λιγοστές εξόδους του γιόρτασε τα γενέθλιά του στον «Μαγικό Αυλό» του Δημήτρη Θεοφίλου, στον οποίο ανάφερε ότι ζει με λίγα λεφτά, χωρίς όμως να ζητά τη βοήθεια κανενός.Ο Μπάμπης Μουτσάτσος ζούσε στο Παγκράτι.Ο ιδιοκτήτης του ανεπανάληπτου νυχτερινού μαγαζιού στην Κυψέλη έφυγε από τη ζωή στα 84 του χρόνια, τον Σεπτέμβριο του 2017.Η νεκρώσιμη ακολουθία του έγινε στους Αγ. Αποστόλους στην Καλλιθέα.
Ο Μπάμπης στο Παρίσι
Το 1963 κι ενώ η Quinta μεσουρανούσε βρέθηκε εκεί η Ρίτα Κάντιλακ, η οποία μόλις είδε τον Μπάμπη Μουτσάτσο “καρφώθηκε”. Η διάσημη στριπτιζέζ από τη Γαλλία είχε έρθει στην Αθήνα για να πάρει μέρος στην ταινία του Γρηγόρη Γρηγορίου “Αυτό το κάτι άλλο”, όπου τραγούδησε και χόρεψε με τον Βαγγέλη Σειληνό. Ο Μουτσάτσος την ερωτεύτηκε με την πρώτη ματιά. Έρωτας κεραυνοβόλος που λέμε. Την ακολούθησε στο Παρίσι, όπου παντρεύτηκαν και το γαμήλιο πάρτι τους πραγματοποιήθηκε στο φημισμένο καμπαρέ “Crazy Horse” στο οποίο δούλευε η Ρίτα. Απέκτησαν και μια κόρη, αλλά ο γάμος διαλύθηκε. Παρ’ όλα αυτά έμειναν φίλοι ως το τέλος της ζωής της, το 1995. Στο Παρίσι παντρεύτηκε ακόμη δύο φορές και απέκτησε άλλες δύο κόρες.
Η ζωή στο Παρίσι ήταν πανάκριβη και ο Μπάμπης επιστράτευσε το επιχειρηματικό του δαιμόνιο για να μπορέσει να βγάλει χρήματα για να συνεχίσει τον τρόπο ζωής που είχε συνηθίσει στην Ελλάδα. Έφτιαξε το εστιατόριο «Ζορμπάς» και πολύ γρήγορα το έκανε hot spot των πλούσιων και διάσημων. Οι Έλληνες που ζούσαν στο Παρίσι φρόντισαν να κάνουν στέκι τους το μαγαζί και από τους τακτικότερους πελάτες ήταν ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο οποίος έτρωγε πάντοτε κολιό με σάλτσα ντομάτας. Οι δουλειές πήγαιναν καλά κι έτσι ο Μουτσάτσος άνοιξε ακόμα ένα μαγαζί στις Κάννες αυτή τη φορά. Κάποια στιγμή προχώρησε στη δημιουργία ακόμη ενός ελληνικού εστιατορίου στο Παρίσι, που το ονόμασε «Θάλασσα». Μέχρι που βαρέθηκε και επέστρεψε στην Αθήνα.
Γιατί το εν λόγω στέκι ονομάστηκε «Κουίντα»; Οι θαμώνες του θα θυμούνται ότι στον πολύ ιδιαίτερο χώρο του μαγαζιού υπήρχαν κουρτίνες σαν αυτές των θεάτρων ενώ το μπαρ της, όπου χτυπούσε η καρδιά της αθηναϊκής νυχτερινής ζωής, έμοιαζε με καράβι. Η «Κουίντα» έκανε και live με ονόματα όπως οι Σέρτζιο Εντρίγκο, Λούτσιο Ντάλα, Aphrodite’s Child, Juniors και άλλοι. Στην «Κουίντα» γυρίστηκαν και μερικές από τις διαχρονικές ελληνικές ταινίες, όπως «Το Ρεμάλι της Φωκίωνος Νέγρη» με τον Άλκη Γιαννακά.
Ο Μπάμπης και η Quinta
Όταν η καριέρα του στις πισίνες πλησίαζε στο τέλος της, σκέφτηκε μαζί με τον μπασκετμπολίστα Κώστα Μουρούζη, και τον ποδοσφαιριστή Μίμη Στεφανάκο να δημιουργήσουν την Quinta, ένα night club που έμελλε να γράψει ιστορία στη νυχτερινή Αθήνα. Γιατί Quinta; Γιατί μπαίνοντας είχε κουρτίνες στην είσοδό που έμοιαζαν με τις θεατρικές κουϊντες. Και πήραν την απόφαση πρώτον γιατί τους άρεσε το ξενύχτι και η διασκέδαση, και δεύτερον επειδή εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν κοσμικά κέντρα. Ήταν μόνο ένα στο τέρμα Πατησίων, και η “Αθηναία” στο Σύνταγμα. Τελικά, όταν βρήκαν τον χώρο (αρχικά σε ένα υπόγειο πίσω από το Τριανόν), ο Μουρούζης και ο Στεφανάκος αποφάσισαν να μη συμμετάσχουν. Έτσι έκανε την Quinta, μόνος του. Μετά από 3 χρόνια η Quinta μεταφέρθηκε στην γνωστή της θέση στην Φωκίωνος Νέγρη όπου και απογειώθηκε η φήμη της.
Πηγές
https://www.thetoc.gr/people-style/article/i-thruliki-kouinta-ekei-pou-xoreue-seik-i-aliki-bougiouklaki/