Έτος 1982
Τζένη Καρέζη, Κώστας Καζάκος, Γρηγόρης Βαλτινός, Όλια Λαζαρίδου
Σκηνοθεσία: Jules Dassin
Η θεατρική παράσταση «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;», ένα έργο που χαρακτηρίζεται ως τραγική κωμωδία, ανέβηκε για πρώτη φορά στη Νέα Υόρκη το 1962.
Ο Τζορτζ και η Μάρθα είναι ένα ζευγάρι, του οποίου η σχέση χαρακτηρίζεται από την απόλυτη εξάρτηση που έχει ο ένας από τον άλλο. Ο Τζορτζ είναι καθηγητής σε Πανεπιστήμιο, του οποίου πρύτανης είναι ο πατέρας της Μάρθας, κάτι που μεγαλώνει την ένταση που χαρακτηρίζει τη σχέση τους. Μετά από μια δεξίωση στο Πανεπιστήμιο, η Μάρθα προσκαλεί το νεαρό ζευγάρι Χάνι και Νικ στο σπίτι τους για ένα μεταμεσονύκτιο πάρτι. Μέχρι να ξημερώσει, ο Νικ κι η Χάνι εμπλέκονται στο παιχνίδι του Τζορτζ και της Μάρθας. Η βραδιά γίνεται άγρια, ανεξέλεγκτη και έχει απρόβλεπτη κατάληξη για όλους.
Τη χρονιά 1982-1983 η Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος ανεβάζουν την παράσταση «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;», σε σκηνοθεσία Ζυλ Ντασσέν. Με αυτό το έργο για πολλούς σηματοδοτείται η μεγάλη στροφή της Καρέζη προς τους μεγάλους ρόλους. Η ερμηνεία της πράγματι είναι συγκλονιστική. Ο Γρηγόρης Βαλτινός, ο όποιος έπαιξε μαζί της, θυμάται: «Ηταν μαγική η συνεργασία της Τζένης με τον Ζυλ Ντασσέν. Η Τζένη μιλούσε γαλλικά, καταλαβαίνετε, λοιπόν, όταν άρχιζαν να συνομιλούν πώς αισθανόμασταν εμείς οι υπόλοιποι, οι αγράμματοι. Είχε τεράστιο άγχος, τόσο που δεν μπορούσε να διακρίνει καθαρά αν η παράσταση θα κάνει επιτυχία ή όχι. Οταν ήθελε να με πειράξει και να κάνουμε αστειάκια, μου μιλούσε στον πληθυντικό. Είμαστε στη γενική πρόβα, λοιπόν, και μου λέει “δεν πειράζει, κύριε Βαλτινέ, εμείς το μεράκι μας το κάναμε. Αν δεν αρέσει στον κόσμο, να βρούμε κανένα εργάκι να το ανεβάσουμε μετά;”. Φοβόταν ότι αυτή η στροφή σε ένα ρεπερτόριο πιο δύσκολο, πιο απαιτητικό, δεν θα της έβγαινε. Τελικά, της βγήκε, γιατί ήταν συγκλονιστική».
Τα «εργάκια», φυσικά, για την Τζένη Καρέζη έπειτα από αυτή την παράσταση τελείωσαν. Συνεχίζει, λοιπόν, με «Εντα Γκάμπλερ» και συγκλονίζει με τη «Μήδεια» σε Ηρώδειο και Επίδαυρο, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Μίνωος Βολανάκη, συνεργάζεται με τον Ολέγκ Εφρέμοφ στο έργο «Πρόσωπο με πρόσωπο», ανεβάζει «Ηλέκτρα» με τον Ρόμπερτ Στούρουα το 1987, παίζει Τσέχωφ («Ο βυσσινόκηπος») και πικραίνεται εξαιτίας του περίφημου τσιγάρου που άναψε η Αννα Μακράκη στην Επίδαυρο, όταν ανέβασε τον «Οιδίποδα Τύραννο», το 1989, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Στούρουα. «Τον παρακαλούσαμε μέχρι την τελευταία στιγμή, πίσω από το σκηνικό στην Επίδαυρο, να κόψει τη σκηνή με το τσιγάρο» θυμάται ο Κώστας Καζάκος. «Με τίποτα εκείνος. “Φεύγω αυτή τη στιγμή” έλεγε και το σεβαστήκαμε, γιατί δεν ήταν τυχαίος άνθρωπος ο Στούρουα. Δεν έγινε μεγάλη φασαρία, απλώς μια παρέα εκνευρίστηκε και φώναξε κάτι, λίγο δυνάμωσε ο θόρυβος, “αίσχος” φώναξαν και κάτι τέτοια. Μετά, μόλις τελείωνε η Μακράκη, έπρεπε να βγει ο Οιδίποδας τυφλωμένος για να παίξει την κορυφαία του σκηνή. Η Τζένη με παρακαλούσε να σταματήσουμε. “Μη βγεις. Πού θα πας σε αυτή τη ζούγκλα; ” φώναζε. “Είσαι καλά που δεν θα βγω;” της είπα. Το έλεγε περισσότερο από έγνοια για μένα. Η ίδια ούτε που θα το συζητούσε να μη βγει. Ηταν μια εμπειρία συγκλονιστική. Γιατί υπήρχε μια αναστάτωση και έχω την αίσθηση ότι μετά τις πρώτες ατάκες του θρήνου, ηρέμησε η πλατεία και όχι μόνο δεν με έβαλε από κάτω, αλλά μου έδωσε δύναμη και έβγαλε και χειροκρότημα μετά. Το κερδίσαμε το παιχνίδι.
Η τελευταία της παράσταση, πάντως, το “Διαμάντια και μπλουζ” της Λούλας Αναγνωστάκη, θεωρώ ότι ήταν ο κορυφαίος ρόλος της καριέρας της. Εκανε ένα υποκριτικό άλμα, ξεπέρασε και το έργο και τον ρόλο η Τζένη».
Πηγή αποσπάσματος : http://www.tovima.gr/vimagazino/views/article/?aid=489275