Με αριστοκρατική φινέτσα και ευγενική φυσιογνωμία, όταν τον συναντάς πιστεύεις ότι προέρχεται από μια καλή οικογένεια της παλιάς Αθήνας. Διάγοντας όμως έναν λιτό βίο με κύριο μέλημά του το διάβασμα, ο γνωστός ηθοποιός Τάκης Χρυσικάκος είναι από εκείνους που στο πέρασμά του επιβάλλει το σεβασμό. Αν αναλογιστεί ειδικά κανείς ότι αυτός ο άνθρωπος έγινε ηθοποιός σε μια πολύ λαμπερή εποχή που ακόμα έφτιαχνε είδωλα και το θαυμασμό που έχει εισπράξει κατά καιρούς, είναι πολύ σπάνιο φαινόμενο η σεμνότητα και η γλυκύτητα που αποπνέει…
Συναντηθήκαμε στο σπίτι που μένει μόνος του στο κέντρο σχεδόν της Αθήνας με αφορμή το σπουδαίο έργο του Νίκου Καζαντζάκη, «Αναφορά στον Γκρέκο» που ανέβασε μόλις στο θέατρο Ιλίσια και μας μίλησε για όλη αυτή την αγάπη του στα λογοτεχνικά μεγάλα κείμενα. Εξάλλου δεν είναι η πρώτη φορά που ανεβάζει αυτό το έργο. Το πρόγραμμα των παραστάσεων ξεκίνησε από την Κρήτη, τη γενέτειρα του Νίκου Καζαντζάκη, με τη στήριξη της Περιφέρειας Κρήτης και προκάλεσε μεγάλο ενθουσιασμό και συγκίνηση. Στις 4 Ιουνίου 2015, ύστερα από πρόσκληση του τομέα πολιτισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η παράσταση παρουσιάστηκε στις Βρυξέλλες, ενώ η καλοκαιρινή πρεμιέρα της πραγματοποιήθηκε στο Ηράκλειο, στον τάφο του Καζαντζάκη. Οι καλοκαιρινές παραστάσεις ολοκληρώθηκαν στη Γαύδο. Η παράσταση, που γίνεται σε συνεργασία με τις Εκδόσεις Καζαντζάκη, θα συνεχίσει τις παραστάσεις σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ηράκλειο και θα ταξιδέψει σε πανεπιστήμια και πόλεις της Ευρώπης και της Αμερικής, υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού και την συνεργασία του ΕΟΤ, για την προβολή του ελληνικού πολιτισμού στο εξωτερικό. Πρόκειται για ένα είδος πνευματικής αυτοβιογραφίας ή, όπως τη χαρακτηρίζει ο ίδιος ο Καζαντζάκης, μια «αναφορά» με τη στρατιωτική έννοια του όρου, σχετικά με τους στόχους του και τις προσπάθειές του. Ξεκινά από τα παιδικά του χρόνια και σταματά στην ημέρα της «κρητικής ματιάς» και στη σύλληψη της Οδύσσειας. Δεν αφηγείται το σύνολο της ζωής του, αλλά παρουσιάζει τους σταθμούς της πνευματικής του πορείας, χωρίς να ακολουθεί την αυστηρή χρονολογική σειρά της πραγματικής του βιογραφίας.
Συνέντευξη για τα Θ.Π στην Κατερίνα Γεωργίου.
«Μετά το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης και της ανταπόκρισης που είχε, προσκλήθηκε η παράσταση στις Βρυξέλλες που παίξαμε και έπειτα την παρουσιάσαμε στον τάφο του Καζαντζάκη που ήταν συγκλονιστική εμπειρία για τον κόσμο και για μένα, υποδυόμενος τον Καζαντζάκη».
Πως γεννήθηκε όλη αυτή η αγάπη του για τον Καζαντζάκη όμως και πως επέλεξε το συγκεκριμένο έργο από τόσα άλλα σημαντικά, μας είπε ότι κάνει μια δουλειά πάνω σε λογοτεχνικά κείμενα. Όλο αυτό ξεκίνησε πριν χρόνια με τον Βιζυηνό και συνεχίστηκε με τον Παπαδιαμάντη και τέλος με τον Καζαντζάκη.
«Κατάλαβα πόσο μεγάλη δύναμη έχουν τα λογοτεχνικά κείμενα αυτή τη στιγμή θεατρικά. Η δεύτερη δουλειά μου ήταν τρία διηγήματα του Παπαδιαμάντη, τα οποία θεωρώ και κορυφαία στιγμή στη δουλειά που κάνω. Ανάμεσα εκεί έκανα «Τον καιρό των χρυσανθέμων», το μυθιστόρημα του αγαπημένου μου Μάνου Ελευθερίου, τον οποίο αγαπώ και σέβομαι πολύ. Ήθελα λόγω της εποχής και της κατάστασης που ζούμε η επόμενη δουλειά μου σε λογοτεχνικό κείμενο να είναι του Καζαντζάκη, και αυτό γιατί μέσα σε αυτή την οικονομική κρίση και την κρίση αξιών, θεώρησα ότι η ελεύθερη κραυγή του είναι ότι χρειάζεται στις μέρες μας. Ο Καζαντζάκης μας δίνει αυτό που χρειαζόμαστε, αξιοπρέπεια, περηφάνια και ανδρεία. Έτσι λοιπόν πλησίασα τον Καζαντζάκη με αυτή την έννοια. Στη συζήτηση που είχα με τη Νίκη Σταύρου στις εκδόσεις Καζαντζάκη, που έχουν τα δικαιώματα, η ίδια μου είπε ότι το μεγάλο έργο του Καζαντζάκη είναι η «Αναφορά στον Γκρέκο» και αυτό έκανα. Είναι το μεγάλο έργο του γιατί το έγραψε στο τέλος της ζωής του, μακριά από την Ελλάδα, με μια νοσταλγία για την πατρίδα. Είναι το έργο όπου αυτός ο αναζητητής, ο στοχαστής, ο οποίος ταξίδεψε από τον Καύκασο ως την Κίνα, σε όλο τον πλανήτη, γνωρίζοντας όλους τους κόσμους και τις θρησκείες, έχει κατασταλάξει εδώ απόλυτα για το τι πιστεύει και τι συμβαίνει. Η «Αναφορά στον Γκρέκο» είναι με την στρατιωτική έννοια, αναφέρεται στον Θεοτοκόπουλο, στον Ελ Γκρέκο. Εκεί εξομολογείται και αναφέρει τη ζωή του, στον παππού του, όπως ονομάζει τον Γκρέκο, ελπίζοντας ότι θα του δώσει την ευχή του και οδεύει στον θάνατό του».
Στη μεγάλη συζήτηση που είχαμε για τον Καζαντζάκη και το πόσο κυνηγήθηκε σε μια άλλη εποχή για το βιβλίο του «Τελευταίος πειρασμός» ο δημοφιλής ηθοποιός πιστεύει ότι έχει ακόμα φανατικούς φίλους αλλά και μεγάλους εχθρούς. «Ο Καζαντζάκης αφορίστηκε από το Βατικανό και ακολουθώντας, η Ελλαδική εκκλησία, έκανε πρόταση αφορισμού στο Πατριαρχείο. Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας απάντησε αρνητικά τότε. Κάποιοι θα θέλανε αλλά δεν τολμήσανε να πούνε έναν καλό λόγο γι’ αυτή την προσπάθεια, για το έργο που ανεβάσαμε, γιατί υπάρχουν ακόμα φανατικοί κατά του Καζαντζάκη αλλά στην Κρήτη ευτυχώς η εκκλησία είναι αυτόνομη και έχει άλλη άποψη. Ήρθε στην παράσταση εκεί που έγινε στον τάφο του Καζαντζάκη, την παρακολούθησε και μου έστειλε επιστολή συγχαρητηρίων ο Αρχιεπίσκοπος Ειρηναίος».
Ο γνωστός ηθοποιός εξομολογείται ότι μέχρι τώρα υπήρξε και αυτός ερευνητής στη ζωή. «Ψάχνω! Η δουλειά μου είναι μια ευκαιρία για να βρω και ανακαλύψω πράγματα. Ο φανατισμός είναι τύφλωση και αυτός που είναι φανατισμένος είναι σε απόσταση. Προσωπικά δεν θέλω να έχω καμία επαφή μαζί του, γιατί δεν κάνει διάλογο».
Τώρα που τα πράγματα είναι πιο δύσκολα για όλους και διανύουμε ισχνές εποχές, πόσο μάλλον για τους ηθοποιούς, ο ίδιος έχει συγκεκριμένη άποψη για τα πράγματα και την κατάσταση. «Πριν έρθει αυτή η κρίση είχε έρθει η κρίση των αξιών. Θέλαμε δουλειές χωρίς να δουλεύουμε, θέλαμε χρήματα χωρίς να κάνουμε τίποτα, γνώση χωρίς να διαβάζουμε. Οι άνθρωποι του πνεύματος ήταν παρακατιανοί για το σύστημα και για τον κόσμο. Ο Θεός ήταν το χρήμα και όχι η πίστη, ή η αξία. Φτάσαμε νομοτελειακά στην οικονομική κρίση. Με αυτά τα κείμενα λοιπόν εγώ λέω στον κόσμο πράγματα και έχω κάνει άπειρες παραστάσεις σε σχολεία για να καταλάβουν τί είναι ο Παπαδιαμάντης , τί είναι η γλώσσα και η αξία».
Και παρότι μέσα σε όλο αυτόν τον κυκεώνα όλοι προσπαθούν να επιβιώσουν κάνοντας πολλές φορές εκπτώσεις, ο ίδιος δεν το παράκανε ποτέ. Σου δίνει την εντύπωση ότι ήταν πάντα συγκρατημένος και απίστευτα επιλεκτικός με τις δουλειές και τις εκάστοτε ευκαιρίες.
«Είμαι ένας άνθρωπος με ένα DNA από τη Μάνη, άρα σημαίνει μια φοβερή περηφάνια και αξιοπρέπεια. Ακόμα και αν πονάω ή αν δεν έχω να φάω δεν θα το μάθει κανένας. Είναι καθαρά δική μου υπόθεση. Επίσης προέρχομαι από το θέατρο Τέχνης, ο δάσκαλός μου ήταν ο Κουν και μια σειρά σπουδαίοι σκηνοθέτες, όπως ο Σολωμός και πάει λέγοντας. Κάποια στιγμή δοκίμασα να κάνω πιο εμπορικό θέατρο, αλλά δεν μπόρεσα. Έφυγα τρέχοντας και γύρισα στα κείμενα που μου έκαναν καλό. Ακόμα και στην τηλεόραση, η πλειοψηφία αυτών που έπαιξα ήταν λογοτεχνικά βιβλία».
«ΖΩ ΑΠΟ ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΜΟΥ ΣΠΑΡΤΙΑΤΙΚΑ»
Παρόλα αυτά προσπαθούσα να καταλάβω πως καταφέρνει να ζει και να βγάζει πέρα ένας άνθρωπος που δεν κάνει συνεχώς «εμπορικές» δουλειές. Ο ίδιος λέει χαρακτηριστικά: «Δεν ξανοίχτηκα πολύ ώστε να μείνω εκτεθειμένος και είχα πάντα λιτό βίο. Ήθελα στο μέτρο του δυνατού, στη βασική μου δουλειά, στο θέατρο, οι επιλογές μου να είναι αυστηρές και αυτές που αγαπούσα. Η τηλεόραση είναι πιο ανοιχτό πράγμα και έκανα ότι μπορούσα, χωρίς να ευτελιστώ. Στον κινηματογράφο έκανα διάφορα πράγματα και με το φίλο μου, το Νίκο Ζερβό, που έχει μια τρέλα, μια ελαφρότητα και πάντα τον στηρίζω. Στο μέτρο του δυνατού πρόσεξα ότι έκανα. Περνώντας τα χρόνια γινόμουν πιο αυστηρός. Πολλές φορές ευλογώ το γεγονός ότι μπορώ και συντηρούμαι από τη δουλειά, κάνοντας το ψώνιο μου, σπαρτιάτικα. Ζω στα όρια. Κάνω τις επιλογές μου και καταφέρνω και ζω».
«ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΓΙΝΩ ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ»
Η εντύπωσή μου πάντα ήταν ότι επρόκειτο για έναν άνθρωπο που κατάγεται από τις παλιές εύπορες οικογένειες των Αθηνών ή τουλάχιστον με γονείς διανοούμενους. Αυτό όμως δεν ισχύει. «Προέρχομαι από μια λαϊκή οικογένεια, αλλά γεμάτη αγάπη. Ο πατέρας μου κουρέας-κομμωτής και η μητέρα μου νοικοκυρά. Με στήριξαν από την πρώτη ως την τελευταία στιγμή της ζωής τους απόλυτα. Ποτέ δεν μου είπαν γιατί παιδί μου θα γίνεις ηθοποιός. Τίποτα! Ήταν κοντά μου, δίπλα μου! Αγαπούσα το θέατρο, αλλά δεν ήθελα αρχικά να το κάνω επάγγελμα. Ναυτικός ήθελα να γίνω, καπετάνιος. Αυτή ήταν η επιλογή μου. Δεν είναι τυχαίο όμως. Πρόλαβα και έδωσα στη σχολή εμποροπλοιάρχων και μου είπαν να πάω στη σχολή τότε του Κουν. Χωρίς να το καταλάβω πέρασα και έτσι άρχισε η μετάλλαξη. Ένα παιδί λαϊκό, από την Κοκκινιά, από τη Νίκαια, μπήκα σε ένα χώρο ιερό τότε και σε συνδυασμό με την καταβολή μου από τη Μάνη και τους γονείς που είχα, εξελίχθηκα έτσι. Είμαι παιδί της αγάπης, ήταν πολύ αγαπημένοι οι γονείς μου. Δεν έκανε ποτέ ο ένας χωρίς τον άλλο. Δεν μεγάλωσα σε σπίτι με τσακωμούς. Είχα την εντύπωση ότι οι άνθρωποι συναντιούνται και γίνονται ζευγάρι, μένουν μαζί μια ζωή. Είχα αυτή την ουτοπία. Αυτό έχει άμεση σχέση και με τα επαγγελματικά μου. Κάνω θέατρο και πλησιάζω αυτά τα κείμενα τα τεράστια για να γίνω καλύτερος άνθρωπος».
Ο Τάκης Χρυσικάκος βιώνοντας τη μεγάλη αγάπη των γονιών του είχε και εκείνος μια ιδανική εικόνα για την οικογένεια. Ίσως ήταν και ο λόγος που ποτέ δεν έφτασε στο γάμο, απολαμβάνοντας όμως τη ζωή! Πολλοί τον ρωτούν καθημερινά αν νοιώθει μόνος του όσο περνά ο καιρός αλλά η απάντησή του είναι αυθόρμητη. «Άλλο μοναξιά και άλλο μοναχικότητα. Εγώ δεν έχω μοναξιά. Δεν θέλω παρέα κάποιον απλά για να μην είμαι μόνος μου. Δεν αφήνω την ώρα μου να πάει στράφι. Και μόνος μου να είμαι κάνω πολύ διάλογο με τον εαυτό μου. Κάθε μέρα έχω να λύσω ένα σωρό πράγματα. Κάνω κάθε χρόνο τον απολογισμό της χρονιάς. Τι κατάφερα να κάνω, να μειώσω τα θέματά μου, να γίνω κάπως καλύτερος;»
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΚΟ»
Θεατρική προσαρμογή – σκηνοθεσία: Τάκης Χρυσικάκος
Συνεργάτης – σκηνοθέτης: Εμμανουέλα Αλεξίου
Επιλογές τραγουδιών: Χαϊνης Δημήτρης Αποστολάκης – Γεωργία Νταγάκη
Χώρος: Θέατρο ΙΛΙΣΙΑ
Παπαδιαμαντοπούλου 4 & Βασιλίσσης Σοφίας
(μετρό Μέγαρο Μουσικής)
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00
Διάρκεια: 85’
Εισιτήρια: 12 ευρώ και 10 ευρώ (μειωμένο)
Κρατήσεις: 210 7210045 & 210 7216317 (10:00 – 21:00)