Χρήστος Χατζηπαναγιώτης:
«Πιστεύω, πάντα, ότι τα καλύτερα είναι μπροστά μας!»
Συνέντευξη στον Άκη Χαραλαμπίδη για τα “Θεατρικά Προγράμματα”.
Α.Χ –Χρήστο, καλησπέρα. Σε βρίσκω στη διάρκεια της προετοιμασίας μιας καινούριας παράστασης. Τα τελευταία χρόνια, συνήθως, σκηνοθετείς κιόλας. Φέτος, όμως, στο θέατρο Αλίκη, μόνο πρωταγωνιστείς.
Χ.Χ – Την παράσταση σκηνοθετεί ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης.Χαίρομαι πάρα πολύ που συνεργάζομαι μαζί του, διότι τον εκτιμώ πολύ και ως άνθρωπο και ως ηθοποιό, αλλά και ως προσωπικότητα στο χώρο. Είναι εξαιρετικός σκηνοθέτης, σού ανοίγει καινούριους δρόμους, με έναν αθόρυβο τρόπο! Στην πρόβα, μαζί του, προκύπτουν πολλά πράγματα που μπορεί να μην τα είχαμε σκεφτεί πιο πριν. Αυτό είναι πολύ δημιουργικό και αποδοτικό!
Α.Χ – Το έργο που θα ανεβεί φέτος το χειμώνα, στο θέατρο Αλίκη, είναι «Η Προξενήτρα» τού Θόρντον Ουάιλντερ. Ανήκει σ’ αυτό που λέμε «κλασικό ρεπερτόριο».
Χ.Χ – Ναι. Παίζω σ’ ένα έργο πραγματικά διάσημο. Παίζω, επίσης, ένα διάσημο ρόλο: Τον Οράτιο βαν ντερ Γκέλντερ. Τον έχουν ερμηνεύσει πολύ σπουδαίοι ηθοποιοί τόσο στο θέατρο, όσο και στον κινηματογράφο:
Α.Χ – Στον κινηματογράφο, τον έχει παίξει το 1964, ο Γουόλτερ Ματάου, στο μιούζικαλ «Hello Dolly» διασκευή της «Προξενήτρας» με την Μπάρμπαρα Στρέιζαντ.
Χ.Χ – Ναι. Είχε γίνει ταινία, όμως και το 1957, με την Σίρλεϊ Μπουθ . Εκεί τον ερμήνευσε ο Πολ Φορντ. Έπαιζαν επίσης η Σίρλεϊ Μακλέιν και ο Άντονι Πέρκινς.
Α.Χ. –Μάλιστα. Πώς βλέπεις, λοιπόν, την κατάσταση στο θέατρο φέτος το χειμώνα; Και μέσα σ’ αυτήν την κατάσταση, το θέατρο «Αλίκη» τι προσπαθεί να επιτύχει;
Χ.Χ – Προσπαθεί να υπηρετήσει τον όρο «διασκέδαση στο θέατρο».
Α.Χ –Διασκέδαση ή ψυχαγωγία;
Χ.Χ – Ναι, ψυχαγωγία. Αλλά και διασκέδαση.
Α.Χ – Από ό,τι βλέπω, τα τελευταία χρόνια προτιμάτε κωμωδίες που απευθύνονται σε ένα ευρύ κοινό. Είναι έργα -όπως λέγαμε, παλιά- για όλη την οικογένεια.
Χ.Χ – Πράγματι. Και το φετινό έργο, όπως και το περσινό, είναι για όλη την οικογένεια. Είναι χρήσιμο να υπάρχουν παραστάσεις που να μπορεί κανείς να τις δει μαζί με τα παιδιά του. Υπάρχουν τετρακόσια θέατρα στην Αθήνα. Ο καθένας πρέπει να έχει το στίγμα του.
Α.Χ –Το «Αλίκη», λοιπόν, είναι ένα θέατρο που ανεβάζει παραστάσεις που μπορεί να τις δει όλη η οικογένεια. Και σ’ αυτό, βοηθάει η επιλογή των έργων του κλασικού ρεπερτορίου;
Χ.Χ – Να σου πω. Εγώ πιστεύω ότι το τι είναι κατάλληλο το καθορίζει ένας γονιός. Μπορεί κάποιος να πηγαίνει τα παιδιά του, από μικρή ηλικία, σε «περίεργα» έργα, που κάποιος άλλος θα τα θεωρούσε ακατάλληλα. Αυτά είναι σχετικά.Βεβαίως, το έργο που παίζουμε φέτος είναι πραγματικά κατάλληλο. Μιλάει για τις ανθρώπινες σχέσεις, για τον έρωτα και για απλά πράγματα της ζωής, που είναι, όμως, πολύ σημαντικά…
Α.Χ –Άρα, το στίγμα του θεάτρου «Αλίκη» είναι η επιδίωξη μίας υψηλής καλλιτεχνικής επίδοσης, που επιδιώκει, όμως και την εμπορικότητα, την αποδοχή του μεγάλου κοινού.
Χ.Χ – Εγώ δε χρησιμοποιώ αυτούς τους όρους. Πιστεύω ότι μια παράσταση είναι καλή ή κακή…
Α.Χ – Ναι, αλλά, θεματολογικά, μια παράσταση απευθύνεται σε ένα μεγαλύτερο ή σε ένα μικρότερο κοινό.
Χ.Χ – Αν μια παράσταση είναι καλή θα έρθει το μεγάλο κοινό…
Α.Χ – Για παράδειγμα, η «Ψύχωση 4,48» της Σάρα Κέιν και το «Βόυτσεκ» του Μπίχνερ δεν είναι έργα για μεγάλο κοινό, ακόμα και όταν τα ανεβάσματά τους είναι εξαιρετικά.
Χ.Χ – Και γι αυτό, ενδεχομένως, ανεβαίνουν σε μικρότερα θέατρα. Πάντως, στο εξωτερικό, αυτά έχουν ήδη ανατραπεί. Πριν από μερικά χρόνια, είδα το «Περιμένοντας τον Γκοντό» στο Λονδίνo, στο Haymarket theatre. Είναι ένα θέατρο χιλίων πεντακοσίων θέσεων και ήταν κατάμεστο! Στην Ελλάδα, πολύ δύσκολα ένας επιχειρηματίας θα το ανέβαζε στο «Αλίκη». Κι όμως, πιστεύω ότι θα έρθει ο καιρός που -με μια πάρα πολύ καλή διανομή- θα μπορεί να παιχτεί ακόμη κι ένα τέτοιο έργο σε ένα μεγάλο, κεντρικό θέατρο. Και ελπίζω να συμβεί, σύντομα.
Α.Χ –Θυμάμαι ότι το «Περιμένοντας τον Γκοντό» είχε ανεβεί στο θέατρο Καρέζη με τον Κώστα Καζάκο και τον Πέτρο Φιλιππίδη. Βέβαια, δεν έκανε μεγάλη επιτυχία. Αλλά, αποτέλεσε επιλογή ρεπερτορίου ενός κεντρικού θεάτρου. Και, μάλιστα, πριν από δεκαπέντε χρόνια…
Χ.Χ – Ναι, ναι. Ε, ελπίζω ένα αντίστοιχο εγχείρημα να επαναληφθεί σύντομα και, αυτή τη φορά, το κοινό να το στηρίξει και να έχει μεγάλη επιτυχία!
Α.Χ – Να επανέλθουμε στο θέμα του κλασικού ρεπερτορίου. Δεν έχετε ανεβάσει, βέβαια, ακόμη Σαίξπηρ, αλλά και ο Φεϊντό και ο Ουάιλντερ ανήκουν στο κλασσικό ρεπερτόριο. Επίσης, το «Ούτε γάτα, ούτε ζημιά» των Σακελλάριου – Γιαννακόπουλου, που ανεβάσατε το περασμένο καλοκαίρι, θεωρείται κι αυτό «νεοκλασικό».
Χ.Χ – Σαίξπηρ, δεν έχω σκηνοθετήσει, αλλά έχω ευτυχήσει να παίξω σε πολύ σπουδαίες παραστάσεις. Η πρώτη ήταν «Ο έμπορος της Βενετίας», σε σκηνοθεσία του Μίνου Βολανάκη, στο θέατρο Πόρτα. Ανεπανάληπτη εμπειρία! Και η δεύτερη πολύ σπουδαία επαφή μου με τον Σαίξπηρ ήταν στο «Αγάπης αγώνας άγονος», που έπαιξα στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Πάτρας, σε σκηνοθεσία της Μάγιας Λυμπεροπούλου.
Α.Χ . -Έχεις παίξει και επίσης και «Λυσιστράτη» και μάλιστα σε δύο διαφορετικά ανεβάσματα, ένα του Ανδρέα Βουτσινά και ένα του Γιάννη Κακλέα…
Χ.Χ – Έχω παίξει σε πολύ ωραίες παραστάσεις, πολύ σπουδαίων ανθρώπων.
Α.Χ – Πες μου, λοιπόν, τι ρόλο παίζουν οι κλασικοί συγγραφείς στη ζωή σου; Όχι μόνο οι θεατρικοί…
Χ.Χ – Σχετικά με τους θεατρικούς, αποτελεί δέος να παίζεις κλασικούς συγγραφείς. Απλώς, η συνθήκη είναι πολύ δύσκολη. Πρέπει, καταρχάς να υπάρχει μια πολύ καλή μετάφραση. Αυτό είναι κάτι πολύ και, ταυτόχρονα, πολύ ενδιαφέρον. Το κλασικό θέατρο ανοίγει τους ορίζοντές μας.
Α.Χ – Και η κλασική λογοτεχνία; Ποιοι κλασικοί λογοτέχνες σε επηρέασαν;
Χ.Χ – Οι κλασικοί συγγραφείς είναι μεγάλη παρηγοριά για τον άνθρωπο. Νομίζω ότι, ανάμεσά τους, πρώτος είναι ο Ντοστογιέφσκι. Δικαιωματικά.
Α.Χ – Και από τους μεταγενέστερους «κλασικούς» του εικοστού αιώνα, ποιον ξεχωρίζεις;
Χ.Χ. – Θα έλεγα, τον Μαρσέλ Προυστ.
Α.Χ – Πώς έγινε η γνωριμία σου με το έργο του; Πώς ξεκίνησες να ασχοληθείς μαζί του;
Χ.Χ – Ήταν μια σειρά βιβλίων που μου έκανε δώρο, στις αρχές της δεκαετίας του ογδόντα, ο Σταμάτης Φασουλής.
Α.Χ – Το «Αναζητώντας το χαμένο χρόνο»
Χ.Χ – Ναι. Αυτός μου σύστησε τον Προυστ. Ήταν ένα μαγικό ταξίδι για μένα και ακόμη είναι. Η αναφορά γίνεται συνέχεια. Είναι ένα έργο ζωής αυτό, έτσι κι αλλιώς. Τόσο από την πλευρά του συγγραφέα, όσο και από την πλευρά του αναγνώστη!
Α.Χ – Ας επανέλθουμε στο δικό σου «έργο ζωής». Πώς κρίνεις την κατάσταση που επικρατεί στο θέατρο, σήμερα;
Χ.Χ – Κατ’ αρχάς, η κατάσταση που επικρατεί στον κόσμο, σήμερα, είναι τραγική! Πόλεμοι, συρράξεις, εμφύλιοι, δημοψηφίσματα, αναταραχές, G9, G20. Δηλαδή, ζούμε τον εφιάλτη! Οπότε, το θέατρο αποτελεί μια τρομερή ψυχοθεραπεία. Οι άνθρωποι του θεάτρου προσπαθούμε να κάνουμε τη δουλειά μας, όσο καλύτερα μπορούμε. Αυτό δίνει, φυσικά, μεγάλη χαρά σε εμάς. Πρωτίστως, όμως, επιδιώκουμε να προσφέρουμε στον κόσμο δυόμισι ώρες ενός ωραίου ταξιδιού, μακριά από αυτή την μαυρίλα αυτής της πόλης, αυτής της χώρας και αυτού του κόσμου…
Α.Χ –Και πώς είναι η κατάσταση στο ελληνικό θέατρο, σήμερα, σε σχέση με το παρελθόν;
Χ.Χ – Πάντα, υπήρχαν καλά και κακά πράγματα. Και σήμερα, το ίδιο. Νομίζω ότι ο κόσμος τα ανακαλύπτει, τα αξιολογεί και τα βάζει όλα στη θέση τους.
Α.Χ – Αυτά, σε σχέση με την καλλιτεχνική διάσταση. Τι συμβαίνει σε σχέση με την επαγγελματική; Ο επαγγελματίας ηθοποιός, σήμερα, βιώνει πιο δύσκολες καταστάσεις απ’ ότι στο παρελθόν ή όχι;
Χ.Χ – Δυστυχώς, ναι. Κατ’ αρχάς, διότι γίνονται λιγότερες σειρές στην τηλεόραση. Πολλοί ηθοποιοί στηρίζονταν σ’ αυτές για να τα βγάλουν πέρα.
Α.Χ – Σχετικά με την τηλεόραση, ποια είναι η δική σου αντιμετώπιση; Εσύ τι προτιμάς από τα δύο; Θέατρο ή τηλεόραση;
Χ.Χ – Εγώ τα προτιμώ και τα δύο. Αρκεί να γίνονται καλά και όπως πρέπει. Και, πάντα, παλεύω μέσα στις δουλειές μου για το καλύτερο.
Α.Χ – Είπαμε, προηγουμένως, ότι ο ρόλος του θεάτρου μπορεί να επηρεάσει θετικά την κοινωνία. Πιστεύεις ότι, κάτω από κάποιες συνθήκες, τον ίδιο ρόλο μπορεί να επιτελέσει και μια τηλεοπτική σειρά;
Χ.Χ – Βεβαίως. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, μια τηλεοπτική σειρά! Η τηλεόραση είναι ένα μέσο με τεράστια δύναμη.
Α.Χ –Μάλιστα. Ο ψυχαγωγικός ρόλος του θεάτρου είναι πολύ σημαντικός. Αλλά, έχεις δίκιο ότι το βεληνεκές της τηλεόρασης είναι πολύ μεγαλύτερο.
Χ.Χ. –Για αυτό και πρέπει οποιαδήποτε παραγωγή στην τηλεόραση, ψυχαγωγική ή όχι να γίνεται με μεγάλη σοβαρότητα.
Α.Χ. – Στα τριανταπέντε χρόνια της καριέρας σου στο θέατρο, ποια αγαπημένη στιγμή θυμάσαι;
Χ.Χ – Είναι πάρα πολλές. Δύσκολο να ξεχωρίσω. Σίγουρα, τα χρόνια που έζησα στο θέατρο «Πόρτα», της Ξένιας Καλογεροπούλου. Είναι χρόνια που, πραγματικά, με «σημάδεψαν» και με καλλιέργησαν. Εκεί συνεργάστηκα με τον Μίνωα Βολανάκη, στον «Έμπορο της Βενετίας». Επίσης, η συνεργασία μου με τον Ζυλ Ντασέν στην «Όπερα Της Πεντάρας» και στο «Θάνατο του εμποράκου». Οι συνεργασίες μου με την Μάγια Λυμπεροπούλου, τον Ανδρέα Βουτσινά, τον Σταμάτη Φασουλή…
Α.Χ – Το 1995, πήγατε μαζί με φίλους συναδέλφους, στον Τάσο Παπανδρέου και αναλάβατε από κοινού την ευθύνη της λειτουργίας τού θέατρου «Αποθήκη». Πρώτη παράσταση ήταν «Ο Άι Βασίλης είναι σκέτη λέρα», μιας ομάδας γάλλων ηθοποιών, την οποία διασκεύασαν ο Θανάσης Παπαθανασίου και ο Μιχάλης Ρέππας και σκηνοθέτησε ο Κώστας Αρζόγλου. Δεύτερο έργο ήταν το «Αναμείνατε στο ακουστικό σας» του Χαλ Σάλουεν, που διασκεύασε για τη σκηνή ο Θοδωρής Πετρόπουλος και σκηνοθέτησε ο Γιάννης Κακλέας. Πολύ μεγάλες επιτυχίες!
Χ.Χ – Ναι. Το πρώτο ήταν μια μεγάλη ανατροπή, τότε, για την κωμωδία στο ελληνικό θέατρο. Ο Παπαθανασίου και ο Ρέππας είχαν κάνει μια εξαιρετική δουλειά στο κείμενο και η παράσταση δημιούργησε μία καινούργια τάση. Η επόλμενη παράσταση ήταν και η πρώτη μου συνεργασία με τον Γιάννη Κακλέα. Είναι ένας σκηνοθέτης που εκτιμώ ιδιαίτερα. Έχει μια μοναδική οπτική και ένα μοναδικό τρόπο να «δημιουργεί» τις παραστάσεις του.
Α.Χ. Αυτή η παράσταση, όμως, σηματοδότησε την έναρξη της συνεργασίας σου και με τον Θοδωρή Πετρόπουλο.
Χ.Χ – Πάμε σε μεγάλα θέματα! Ναι. Και δεν το λες, απλώς, έναρξη συνεργασίας… Διότι, ακολούθησε μια ολόκληρη πορεία ζωής, με τον Θοδωρή! Είναι ο μέντορας μου. Είναι ο άνθρωπος που με οδήγησε, πολλές φορές, σε υπέροχα πράγματα. Μου άνοιξε πολλούς δρόμους. Μου έκανε υπέροχες μεταφράσεις για το θέατρο. Μου έκανε εξαιρετικές προτάσεις έργων για να παίξω. Τι να πω; Είναι ένας άνθρωπος που τον αγαπώ πολύ.
Α.Χ. Θα ήθελα, τελειώνοντας, να μου πεις τι θα ήθελες να σου συμβεί, στο εγγύς μέλλον, καλλιτεχνικά. Πώς θα ήθελες να εξελιχθεί η θεατρική, η τηλεοπτική και κινηματογραφική σου –ενδεχομένως– πορεία;
Χ.Χ – Θα ήθελα να δουλεύω σε πράγματα που μού αρέσουν και μού δίνουν ενέργεια και ώθηση για τα καλύτερα! Πιστεύω, πάντα, ότι τα καλύτερα είναι μπροστά μας!
Α.Χ – Πολύ ωραία! Οπότε, Χρήστο μου να ευχηθώ καλή επιτυχία στην παράσταση που ετοιμάζετε, στο θέατρο «Αλίκη». Πότε ξεκινάτε;
Χ.Χ –H πρεμιέρα έχει οριστεί για τις 19Νοεμβρίου
Α.Χ – Σ’ ευχαριστώ πολύ για τη συζήτησή μας και περιμένω με αγωνία την παράσταση!
Τα στοιχεία της παράστασης
Ντόλυ, η προξενήτρα (The matchmaker, 1954)
Συγγραφέας: Τhornton Wilder
Απόδοση: Θοδωρής Πετρόπουλος
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης
Σκηνικά: Αθανασία Σμαραγδή
Κοστούμια: Ηλένια Δουλαδίρη, Παναγιώτης Λαμπριανίδης
Μουσική σύνθεση και επιμέλεια: Γιάννης Χριστοδουλόπουλος
Φωτισμοί: Νίκος Βλασσόπουλος
Πρωταγωνιστούν: Χρήστος Χατζηπαναγιώτης, Βίκυ Σταυροπούλου,
Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους, Γιάννης Σαρακατσάνης, Γιώργος Ψυχογιός, Σταύρος Σβήγκος, Αλεξάνδρα Ούστα, Ντάνη Γιαννακοπούλου, Αχιλλέας Σκεύης
και η Ρένια Λουιζίδου.
Μαζί τους: Νατάσσα Κοτσοβού, Χάρης Γρηγορόπουλος, Θοδωρής Ρωμανίδης, Γιώργος Δεπάστας.