Skip to main content

Γεννημένη στην Αθήνα , απόφοιτος του τμήματος Οπτικής Επικοινωνίας και Διαφήμισης της Σχολής Βακαλό, δεν άργησε να εκφράσει την κλίση της για την σκηνογραφία και την ενδυματολογία, αγάπες μεγάλες, ήδη από την εφηβική της ηλικία.
Οι μεταπτυχιακές της σπουδές στο Slade School of Fine Art του University College of London ήταν φυσικό επακόλουθο όπως και η συνεργασία της με σημαντικούς σκηνοθέτες.
Έκτοτε η Χριστίνα Κωστέα δεν έχει σταματήσει να μας εντυπωσιάζει με τις σκηνογραφικές και ενδυματολογικές της προσεγγίσεις, δικαιώνοντας την απόφασή της ν’ ασχοληθεί με τον απαιτητικό χώρο του θεάτρου και να τον υπηρετήσει όσο καλύτερα μπορεί, ακόμα και σε χαλεπούς οικονομικούς καιρούς…
Συνέντευξη Στη Μάρω Καστράτου.
Χριστίνα Κωστέα

Χριστίνα πως προέκυψαν οι σπουδές στη σκηνογραφία και η επαγγελματική σου ενασχόληση με το σχεδιασμό σκηνικών και κουστουμιών θεάτρου ,κινηματογράφου και τηλεόρασης;

Αν και  πέρασα στο πανεπιστήμιο, στην ΑΣΟΕΕ συγκεκριμένα, την οποία και δεν ολοκλήρωσα, και παρακολούθησα παράλληλα την σχολή Βακαλό από την οποία αποφοίτησα (τμήμα γραφιστικής) εργαζόμενη μάλιστα για έναν χρόνο κοντά στον υπέροχο Δημήτρη  Αρβανίτη ως γραφίστας , φαίνεται ότι το θέατρο, ο κινηματογράφος, η σκηνογραφία, η ενδυματολογία δεν είχαν εγκαταλείψει την κυρίαρχη θέση που είχαν στο μυαλό και τις σκέψεις μου από την εφηβική μου ηλικία. Μοιραία λοιπόν, όταν παρουσιάστηκε η ευκαιρία, παρακολούθησα ένα σεμινάριο σκηνογραφίας – ενδυματολογίας με καταξιωμένους επαγγελματίες του χώρου όπως τον Μανώλη Παντελιδάκη και την Κλαιρ Μπρέσγουελ με μεγάλη χαρά και εξαιρετικό ενδιαφέρον. Αυτό ήταν. Το έναυσμα. Από εκεί και πέρα τα πάντα πήραν τον δρόμο τους.

ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΩΣΤΕΑ

Είναι εντυπωσιακό ότι σε κάθε παράσταση που αναλαμβάνεις βλέπω και μια διαφορετική σκηνογραφική προσέγγιση, που πολύ συχνά δεν θυμίζει σε τίποτα τις προηγούμενες δουλειές σου.

Όποιος διαβαίνει το κατώφλι του θεάτρου αντιλαμβάνεται γρήγορα ότι η σπουδή μέσα σε αυτό είναι συνεχής και απαιτητική και οι προκλήσεις ατελείωτες πράγμα εξαιρετικά γοητευτικό και γόνιμο. Κατά συνέπεια η αναζήτηση σε όλα τα επίπεδα είναι διαρκής και η στασιμότητα ή ο δημιουργικός εφησυχασμός «απαγορεύονται» χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχει προσωπικό ύφος ή κάποιες με την καλή έννοια, θέλω να πιστεύω, εμμονές. Το ζητούμενο είναι πως επαναπροσδιορίζεις κάθε φορά αυτό το ύφος, αν συγκρούεσαι μαζί του, αν επιθυμείς ή τολμάς να το ανασυνθέσεις προς κάποια νέα κατεύθυνση αφού πρώτα το έχεις τεμαχίσει. Κι όλα αυτά γνωρίζοντας ότι ρισκάρεις πιθανή αποτυχία. Μέχρι να αποτύχεις καλύτερα την επόμενη φορά (γελάει).

Το σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα σε σκηνοθεσία Ενκε Φεζολάρι. Μια άκρως πετυχημένη παράσταση απ’όλες τις απόψεις. Πως προέκυψε η συνεργασία; Ποιες οι δυσκολίες και ποιες οι εμπνεύσεις σου για το σχεδιασμό των κουστουμιών που λειτούργησαν και σαν σκηνικό;

Με τον Ένκε συνεργαστήκαμε για πρώτη φορά στο έργο του Jean-Luc Lagarce «Ακριβώς το τέλος του κόσμου» το οποίο παρουσιάστηκε τον Μαίο του 2015 στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης στα πλαίσια του 2ου Φεστιβάλ Σύγχρονου Θεάτρου «Το Γαλλικό Θέατρο à la Grecque». Στην συνέχεια προέκυψε η πρώτη παρουσιάση του έργου «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα» στον Χώρο Τέχνης Βρυσάκι. Αγαπάω πολύ τον Λόρκα και φυσικά με ένθουσίασε η προοπτική να ασχοληθώ με κείμενο του.
Ο φυσικός χώρος του Βρυσακίου, η εσωτερική αυλή, προσφέρει το ιδανικό πλαίσιο-τόπο δράσης και έκφρασης των ακραίων συναισθημάτων και καταστάσεων των ηρωίδων. Αποτελεί δηλαδή, σχεδόν, μια σκηνογραφία από μόνο του.
Οι κανονισμοί του χώρου επιτρέπουν πολύ περιορισμένες παρεμβάσεις σκηνογραφικής φύσης, εξαντλούνται δηλαδή στην χρήση κάποιων αντικειμένων, κάτι όμως, που στην προκειμένη περίπτωση, ακριβώς λόγω της αρχιτεκτονικής του χώρου δεν αποτελούσε ευτυχώς τροχοπέδη.
Το κύριο βάρος μετατοπίστηκε στα κοστούμια, στον ενδυματολογικό κώδικα που θέλησα να υιοθετήσω. Άντλησα έμπνευση από τον πλούτο της χώρας καταγωγής του συγγραφέα. Απo εικόνες μαυροφορεμένων γυναικών σε θρησκευτικές λιτανείες, από τα χαρακτηριστικά δαντελένια μαντήλια και τις βεντάλιες που συναντά κανείς σε αφθονία στην παράδοση της ιβηρικής χερσονήσου.
Θέλησα να δημιουργήσω ένα «τάγμα» μαυροφορεμένων γυναικών, παθιασμένων αλλά και αισθαντικών συνάμα. Η επιλογή του μαύρου χρώματος «σημαίνει» σε διάφορα επίπεδα και θέλω να πιστεύω ότι πυροδοτεί πολλαπλούς συνειρμούς.

Χριστίνα Κωστέα

ΜΕ ΤΗ ΒΕΦΗ ΡΕΔΗ

Πόσο δύσκολο είναι να ασκείς το επάγγελμα της σκηνογράφου και σχεδιάστριας κοστουμιών στις σημερινές δύσκολες οικονομικές συνθήκες που χαρακτηρίζουν τον ελληνικό καλλιτεχνικό χώρο;

Εξαιρετικά δύσκολο. Το πλαίσιο είναι ασφυκτικό, η οικονομική αβεβαιότητα αμετακίνητη, η ανεργία και η υποαπασχόληση καθημερινότητα. Αν σε αυτά προστεθούν η έλλειψη κατοχύρωσης της καλλιτεχνικής παραγωγής και των πνευματικών δικαιωμάτων, αναρωτιέσαι πως μπορείς να διασφαλίσεις και την ποιότητα της δουλειάς σου αλλά και την επιβίωση σου.
Τα καλλιτεχνικά επαγγέλματα ακόμα και σήμερα στη Ελλάδα, αντιμετωπίζονται περίπου ως χόμπι. Με την οικονομική κρίση έχει καταβαραθρωθεί η έννοια της αμοιβής για την καλλιτεχνική δημιουργία. Επιπρόσθετα έχει σχεδόν εκμηδενισθεί ο ρόλος, η σημασία των μέσων, των υλικών πόρων για την δημιουργία του εικαστικού πλαισίου της θεατρικής παράστασης . Συναντάμε επίσης όλο και περισσότερο συμπεριφορές που σε καμία περίπτωση δεν αρμόζουν σε οποιοδήποτε εργασιακό πλαίσιο και αποσκοπούν συνειδητά στην μη τήρηση των συμφωνηθέντων.  Η έννοια της παραγωγής, της ύπαρξης δηλαδή ενός προυπολογισμού – budget με εξαίρεση ελάχιστες περιπτώσεις είναι πλέον ανύπαρκτη.
Aπό την άλλη το θέατρο απαιτεί, εκτός των άλλων, μη σταθερό ωράριο κάτι που φυσικά δυσκολεύει ή εμποδίζει την εύρεση  εναλλακτικών τρόπων βιοπορισμού.
Συγκεκριμένα, οι ειδικότητες που αποτελούν αναπόσπαστο  κομμάτι της ομαδικής αυτής εργασίας που είναι το θέατρο όπως οι σκηνογράφοι, οι ενδυματολόγοι και οι φωτιστές βάλλονται σοβαρά από τις σημερινές συνθήκες με αποτέλεσμα ζητούμενα  όπως πχ η απόλαυση της δημιουργίας να μοιάζουν με γρίφους για δυνατούς λύτες.

Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΗΣ ΓΗΡΑΙΑΣ ΚΥΡΙΑΣ1

Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΗΣ ΓΗΡΑΙΑΣ ΚΥΡΙΑΣ

Λόγω των περιορισμένων οικονομικών πόρων που διατίθενται, βλέπουμε όλο και περισσότερο «λιτές» θα λέγαμε σκηνογραφίες . Επίσης πολλά θέατρα φιλοξενώντας παραπάνω από μία παραστάσεις την ημέρα, απαιτούν από τον σκηνογράφο και τον σκηνοθέτη, ευέλικτα, μικρά και σχεδόν ελάχιστα σκηνικά αντικείμενα. Ποια είναι η αποψή σου; Μήπως η λιτότητα στη σκηνογραφία και κατ’ επέκταση και στην ενδυματολογία βοηθά στην εξάσκηση της φαντασίας αλλά είναι και μια κατ’ανάγκη μόδα;

Μια συνεπής και μελετημένη αφαιρετική σκηνογραφία είναι μια συνειδητή επιλογή η οποία προκύπτει από την ενδελεχή και συστηματική μελέτη του θεατρικού κειμένου. Είναι επίπονη και αρκετές φορές εξαντλητική διαδικασία η οποία αν πετύχει δίνει ενδιαφέροντα έως και εξαιρετικά σκηνογραφικά αποτελέσματα. Η αλήθεια είναι ότι με τις σημερινές οικονομικές συνθήκες τείνει να  γίνει ο κανόνας,  η «κατ’ ανάγκη μόδα» όπως λέτε, πράγμα που από μόνο του περιορίζει την ίδια την φύση της καλλιτεχνικής δημιουργίας ως εξωγενής, αν θέλετε, συνθήκη και όχι ως πραγματική ανάγκη του σκηνογράφου/ενδυματολόγου. Αποτελεί δηλαδή προϊόν ανάγκης ή συμβιβασμού.
Δεν εννοώ μ’αυτό ότι ο κάθε δημιουργός πρέπει να είναι αχαλίνωτος και να λειτουργεί εκτός πραγματικότητας. Εδώ όμως έχουμε φτάσει στο άλλο άκρο, να μην μπορεί να γίνει και το στοιχειώδες, το αυτονόητο από τους συντελεστές του αισθητικού πλαισίου μιας θεατρικής παράστασης.
Η δε επίσης εξ ανάγκης φιλοξενία πολλαπλών παραστάσεων στην ίδια θεατρική στέγη δημιουργεί επιπλέον προβλήματα αρκετές φορές δυσεπίλυτα. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου το βασικό σκηνικό που φιλοξενείται στον χώρο είναι πολύ δύσκολο να καλυφθεί απο νέες κατασκευές ή πάλι το εναλασσόμενο ρεπερτόριο αναγκάζει σε εξαιρετικά απλές σκηνογραφικές λύσεις για λόγους θεατρικού χρόνου αλλά και αποθήκευσης.

Έχεις μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό. Περνάει από το μυαλό σου η σκέψη να εργαστείς στο εξωτερικό και να δοκιμάσεις την τύχη σου εκεί ;

Είναι κάτι ιδιαίτερα προκλητικό το οποίο αν προκύψει θα το κάνω με μεγάλη ευχαρίστηση. Αν από την άλλη  οι αντικειμενικές συνθήκες, πχ οικονομικές συνθήκες, με οδηγήσουν σε αυτή την απόφαση είναι κάτι που  θα το ακολουθήσω με αισιοδοξία και συνέπεια. Επί του παρόντος και για το προσεχές θεατρικό διάστημα παραμένω εντός των τειχών.

ΑΜΛΕΤ-ΚΩΣΤΕΑ

ΑΜΛΕΤ

Τι χαρακτηρίζει, κατά τη γνώμη σου, μια καλή σκηνογραφία;

Μια καταρχήν λειτουργική αποκωδικοποίηση-ερμηνεία του θεατρικού κειμένου που να αναδεικνύει και να συμβάλλει καθοριστικά στο όραμα του σκηνοθέτη. Δεν μπορεί μια καλή σκηνογραφία να λειτουργεί αυτόνομα είτε από το κείμενο είτε από την ματιά του σκηνοθέτη. Δεν έχει λόγο ύπαρξης παρά μόνο αυτόν του εντυπωσιασμού. Επίσης να είναι ευφάνταστη και να «δίνει» λύσεις-εκπλήξεις σε κείμενα που το αναζητούν ή το επιτρέπουν. Να έχει ακόμα μια σωστή σχέση με την έννοια του μέτρου (αναλογίες/όγκοι) μεταξύ του σκηνικού χώρου και των αντικειμένων που εγγράφονται σε αυτόν καθώς και της σχἐσης αυτών με τους ηθοποιούς ή το ακριβώς αντίθετο όταν η σκηνοθεσία το απαιτεί συνειδητά λειτουργώντας πχ εικονοκλαστικά.

Δουλεύεις τόσο στο θέατρο, όσο και στην τηλεόραση. Πόσο διαφορετική είναι η σκηνογραφική και ενδυματολογική προσέγγιση στην τηλεόραση συγκριτικά με το θέατρο.

Το μέσο διαφέρει σημαντικά. Κατά συνέπεια και η σκηνογραφική – ενδυματολογική αντιμετώπιση. Λαμβάνοντας υπόψη σου τα δεδομένα, τις δυνατότητες, τις ευκολίες ή δυσκολίες του κάθε μέσου  δημιουργείς ανάλογα. Είναι τελείως διαφορετικό αυτό που φαίνεται μέσα από τον φακό της κάμερας από την συνθήκη του θεάτρου, το βλέμμα της κάμερας από το βλέμμα του θεατή σε μία θεατρική παράσταση. Από την μία έχουμε μία «καθαρή», ζωντανή, αδιαμεσολάβητη σχέση κι από την άλλη μία λίγο έως πολύ φιλτραρισμένη, μεσολαβημένη. Είναι διαφορετική όχι μόνο η αντιμετώπιση του χώρου, το τι επιθυμείς να είναι ορατό σε κάθε περίπτωση, αλλά και του χρόνου, ο ρυθμός, η συμπύκνωση, οι παύσεις, η επαναφορά στη δράση. Όλα τα παραπάνω έχουν σαφές αποτύπωμα και σκηνογραφικά και ενδυματολογικά.

BERNARDA ALBA-ΚΩΣΤΕΑ

ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΜΠΕΡΝΑΝΤΑ ΑΛΜΠΑ

Πως θα χαρακτηρίζες τη «σκηνογραφία» της πόλης που ζεις , της Αθήνας;

Η σκηνογραφική «διάρθωση» μιας πόλης και ειδικά μιας μητρόπολης όπως η σύγχρονη Αθήνα δεν μπορεί παρά να έχει διαφορετικές, και όχι μία κυρίαρχη, σκηνικές διαμορφώσεις. Αυτές είτε αφορούν τον δημόσιο χώρο με τα πχ κτίρια σύμβολα (στην περίπτωση της Αθήνας χαρακτηριστικό παράδειγμα των τελευταίων χρόνων το νέο μουσείο της Ακρόπολης ή το ανακαινισμένο Φιξ που θα στεγάσει το ΕΜΣΤ), είτε την στέγαση του ιδιωτικού χώρου που στην περίπτωση της Αθήνας κυριαρχείται σαφώς από την γνωστή σε όλους μας οικιστική μονάδα της πολυκατοικίας. Αυτές οι διαφορετικές σκηνικές διαμορφώσεις των σύγχρονων μεγαλομητροπόλεων ,αν μου επιτρέπεται ο όρος, που αλλού γίνονται συνήθως βάσει σχεδίου, στην  Αθήνα η οποία αναπτύσσεται τα τελευταία πενήντα χρόνια χωρίς να υπακούει σε σχεδόν κανένα πολεοδομικό κανόνα μου δίνουν την εντύπωση ότι η Αθήνα σκέφτεται, εκφράζεται και ενεργεί ελευθεριάζουσα.

Τα προσεχή σχέδια σου:

Toν Οκτώβριο θ’ ανέβει το έργο «Κυμβελίνος» του Σαίξπηρ σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Κοέν στο Θέατρο των Εξαρχείων με τους Αντώνη Φραγκάκη, Τάκη Βουτέρη, Ελένη Κρίτα, Αντιγόνη Δρακουλάκη, Σαράντο Γεωγλερή, Νεκταρία Γιαννουδάκη, Ρωμανό Μαρούδη και τον Ιανουάριο του 2017 το έργο «Ιβάνωφ»  του Α. Τσέχωφ με τον Αλέξανδρο Μπουρδούμη στον ομώνυμο ρόλο σε σκηνοθεσία Α. Κοέν στην ίδια θεατρική στέγη. Στα παραπάνω θεατρικά έργα θα κάνω τα σκηνικά και τα κοστούμια.

fb-share-icon2000
Tweet 2k
error: Content is protected !!