Ξένια: Ένα μικρό όνομα που συνοδεύει μια μεγάλη θεατρική και κινηματογραφική ιστορία. Η πολυσχιδής κυρία του θεάτρου Ξένια Καλογεροπούλου άνοιξε το σπίτι της στην οδό Αλκμάνος, αποκλειστικά για το κοινό των Θ.Π, και μας υποδέχτηκε με τη γνωστή απλότητα, αρχοντιά και ευγένεια που τη διακρίνει. Όμορφη, με μια μοναδική ευθύτητα και γλυκύτητα, η Ξένια Καλογεροπούλου ζει το παρόν χωρίς να ξεχνά το παρελθόν. Η κουβέντα μαζί της συναρπαστική, όπως άλλωστε και η ζωή της… ίσως γιατί η Ξένια είναι η ίδια η ζωή, γεμάτη σχέδια, δημιουργία και όνειρα, παρά τις μεγάλες απώλειες και τις όποιες δυσκολίες.
«Ιδιοτροπίες της Μαριάννας», το πρώιμο αριστούργημα του Γάλλου ρομαντικού ποιητή και συγγραφέα του 19ου αιώνα, Αλφρέ Ντε Μυσσέ στο θέατρο Πόρτα σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου. Πώς προέκυψε η ιδέα του συγκεκριμένου έργου και η συμμετοχή σας σε αυτό μ’ένα ρόλο έκπληξη;
Καταρχήν δεν επιλέγω πια εγώ, επιλέγει ο Θωμάς Μοσχόπουλος. Από πέρυσι είναι εκείνος το «αφεντικό» στο θέατρο, ο καλλιτεχνικός διευθυντής, πράγμα που με χαροποιεί και με ανακουφίζει ιδιαιτέρως.
Το έργο δε το θυμόμουν αν και το είχα διαβάσει πριν από πολλά χρόνια. Μόλις το διάβασα ενθουσιάστηκα με τη γραφή του και πάρα πολύ χάρηκα που μου είπε ο Θωμάς να το μεταφράσω. Απόλαυσα τρομερά τη δουλειά της μετάφρασης. Όσο για το ρόλο μου, υπήρχε και για μένα ένας μικρός ρόλος για να είμαι στην παρέα με τους νέους μαζί, πράγμα που επίσης χάρηκα και περνάμε πολύ καλά. Ο ρόλος μου είναι αυτός μιας μαστροπού της κακιάς ώρας, μιας αλήτισσας που προσπαθεί να φέρνει σ’ επαφή νέους με παντρεμένες, με πόρνες, με ό,τι να ‘ναι.
Κόντρα ρόλος…
Πολύ κόντρα! (γέλια) Είχα την έμπνευση να φορέσω για τις ανάγκες του ρόλου ένα ψηλό ανδρικό καπέλο και μια περούκα άσπρη, και φτιάξαμε ένα πολύ νόστιμο κοστούμι μαζί με την Κλαίρ Μπρέσγουελ, που σχεδίασε τα κοστούμια. Βέβαια είναι ασήκωτο, αφού φοράω δύο βαριές φούστες, ένα ασήκωτο παλτό, πλεκτά γάντια, καπέλο, περούκα… (γέλια). Αλλά είναι νόστιμο κοστούμι.
Πρώτη φορά ερμηνεύετε ένα «σκοτεινό» θα λέγαμε ρόλο;
Ναι, μάλλον είναι η πρώτη φορά , αν και θα τη χαρακτήριζα «σκοτεινο-αστεία».
Προτιμάτε τους κωμικούς ρόλους;
Νομίζω ότι έχω περισσότερη ικανότητα στους κωμικούς, αλλά μου αρέσουν και οι δραματικοί ρόλοι. Αυτός ας πούμε που μου άρεσε πιο πολύ από όλους τους ρόλους που έχω παίξει ήταν στις «Μεταμορφώσεις» σε σκηνοθεσία του Θωμά. Είχε και χιούμορ, αλλά θα έλεγα ότι ήταν και δραματικός ρόλος και εκείνος που αγάπησα περισσότερο απ’ όλους τους άλλους ρόλους. Η παράσταση μάλιστα είχε και μεγάλη επιτυχία, αλλά δυστυχώς έκλεισε το Αμόρε και δε μπορέσαμε να συνεχίσουμε τις παραστάσεις.
Πολλά θέατρα και μάλιστα ιστορικά, έχουν αναγκαστεί να “βάλουν λουκέτο” λόγω οικονομικών δυσκολιών.
Ναι. Η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη. Κανείς μας δεν το είχε φανταστεί. Και εμείς στην Πόρτα περάσαμε δύσκολα, αγωνιστήκαμε και αγωνιζόμαστε πολύ, αλλά ευτυχώς σιγά-σιγά στεκόμαστε στα πόδια μας. Όταν πριν από δύο χρόνια αναγκαστήκαμε για οικονομικούς λόγους να αναστείλουμε τη λειτουργία του Θεάτρου νόμιζα πως θα καταρρεύσω. Ωστόσο τολμήσαμε και μετά από μια σεζόν επανήλθαμε. Κι αυτό οφείλεται κυρίως στον Θωμά Μοσχόπουλο. Ευτυχώς έχουμε ανθρώπους που έρχονται και δουλεύουν για ό,τι βγάλουν και άμα βγάλουν. Η προσπάθεια γίνεται για να μπορούμε να καλύπτουμε τα έξοδά μας, όχι για να βγάζουμε κάποιο κέρδος, τουλάχιστον προς το παρόν. Αλλά και αυτό είναι σημαντικό.
Γράμμα στον Κωστή. Ένα συναισθηματικά φορτισμένο γράμμα, που έγινε βιβλίο, αφιερωμένο στον επί 37 χρόνια σύντροφό σας Κωστή Σκαλιόρα, που έφυγε από τη ζωή το 2013.
Την ημέρα που τον αποχαιρέτησα και είχε έρθει πλήθος κόσμου είτε από κοντά , είτε από μακριά, άρχισα να σημειώνω τα ονόματα των ανθρώπων λες και μπορούσα να του τα πω. Και μετά σιγά-σιγά άρχισα να του μιλάω και να του γράφω ένα γράμμα. Και αυτό το γράμμα έγινε ένα βιβλίο 374 σελίδων. Και στην αρχή το έγραφα κλαίγοντας, μετά με ανακούφιση και στο τέλος με χαρά.
Ήταν δηλαδή και ένας είδος ψυχοθεραπείας;
Ναι ήταν και σίγουρα με βοήθησε. Ήταν μια ανακούφιση και στο τέλος μια μεγάλη χαρά. Βέβαια πολλοί μου λένε, γιατί δεν έγραψες τούτο, γιατί δεν έγραψες εκείνο. Πολλά ακόμα μπορούσα να γράψω. Έγραψα ό,τι αισθανόμουν πως ήθελα να γράψω εκείνη την ώρα και χωρίς να κάνω ένα σχέδιο. Καταρχήν δεν ήξερα ότι θα έγραφα βιβλίο. Θυμάμαι το προπερασμένο καλοκαίρι έδωσα στην Άλκη Ζέη να διαβάσει ό,τι είχα γράψει, και μου λέει αυτό θα γίνει βιβλίο και μάλιστα θα έχει και επιτυχία. Δεν μπορούσα βέβαια να φανταστώ την τεράστια ανταπόκριση που θα είχε στον κόσμο. Άλλοι κλαίνε, άλλοι γελάνε, άλλοι το διαβάζουν σε μια νύχτα, άλλοι πιο σιγά για να κρατήσει, γενικότερα το έχουν αγαπήσει.
Έχετε βιώσει αρκετές και δύσκολες απώλειες.
Ναι με πρόσφατη αυτή του Μηνά. Είμαι απαρηγόρητη. Με τον Μηνά Χατζησάββα παίξαμε σε τρεις παραστάσεις συνεχόμενες. Έχουμε συνεργαστεί από παλιά όταν ήταν πολύ νέος ο Μηνάς. Αλλά από τότε είχαν περάσει χρόνια και δεν ξανασυναντηθήκαμε. Και ξαφνικά βρεθήκαμε σε τρεις παραστάσεις να παίζουμε μαζί. Η τελευταία ήταν Φεστιβάλ Αθηνών «Οι Τυφλοί ή ο ήχος των μικρών πραγμάτων σε μεγάλο σκοτεινό τοπίο» και οι δύο προηγούμενες ήταν στο έργο «Ετσι είναι (αν έτσι νομίζετε)» του Πιραντέλλο στο Εθνικό Θέατρο και στην παράσταση «Ο Δήμιος του Έρωτα» του Ίρβιν Γιάλομ. Στο διάστημα αυτό δεθήκαμε πάρα πολύ. Ο Μηνάς είχε έρθει να μείνει στο εξοχικό μου, είχα πάει και εγώ στο δικό του, με έπαιρνε σχεδόν κάθε μέρα να ρωτήσει τί κάνω, αν χρειάζομαι κάτι. Ήταν τόσο τρυφερός…ίσως ο πιο καλός άνθρωπος που έχω γνωρίσει ποτέ.
Και σεις όμως είστε τρυφερός άνθρωπος.
Ναι, αλλά όχι σαν το Μηνά. Ένας άλλος βέβαια που μου λείπει πολύ είναι ο Λευτέρης Βογιατζής…Αλλά με τον Μηνά είχαμε άλλου είδους δέσιμο. Είχαμε γίνει φιλαράκια κολλητά.
Η ζωή όμως προχωρά και η δημιουργία είναι ένας τρόπος να συνεχίσουμε να τη ζούμε.
Δεν μπορώ να υπάρξω χωρίς να κάνω σχέδια. Έχω ανάγκη να προγραμματίζω, να ονειρεύομαι. Όταν δουλεύω νιώθω καλά. Τώρα ο Θωμάς ετοιμάζει τα σχέδια για του χρόνου, έχει ένα πολύ ωραίο πρόγραμμα στο νου του και ετοιμάζουμε και κάποια για τον άλλο χρόνο.
Έχετε μια μεγάλη καριέρα στο σινεμά και το θέατρο. Στην τηλεόραση όμως δεν έχετε εμφανιστεί πολύ.
Είχα κάποιες μικρές τηλεοπτικές ιστορίες…Θυμάμαι το 1983 έκανα με τον Γιώργο Κωνσταντίνου τα «Καθημερινά», μια σειρά που παιζόταν χρόνια. Δεν μπορώ να πω ότι το ευχαριστήθηκα. Και ακριβώς επειδή είχε επιτυχία δεν τελείωνε. Γινόταν πολύ βιαστικά, πολύ πρόχειρα, το οποίο δεν είναι το στυλ που με ενθουσιάζει.
Έχετε μετανιώσει για κάποιες καλλιτεχνικές επιλογές σας;
Για κάποιες ταινίες που έχω κάνει έχω μετανιώσει γιατί τις έκανα κυρίως για οικονομικούς λόγους. Επειδή είχαμε κάποια χρέη με τον Φέρτη και έπρεπε να τα καλύπτουμε, αλλά αυτό είναι παλιά ιστορία. Για το θέατρο έχω μετανιώσει για έργα που παρ’ ολίγο να ανεβάσουμε και τελικά δεν το κάναμε. Και με τον Γιάννη Φέρτη και στο θέατρο Πόρτα επιλέξαμε κάποιες φορές αυτό που μας άρεσε και όχι απαραίτητα αυτό που θα χε επιτυχία, και αυτό μας κόστισε οικονομικά. Αλλά όπως είπα και πριν, είναι παλιά ιστορία. Και όταν χωρίσαμε με τον Γιάννη, χωρίσαμε και τα χρέη μας, τα μοιράσαμε, όπως γράφω και στο βιβλίο μου: ένα εκατομμύριο εγώ και ένα εκατομμύριο εκείνος .(γέλια) Όπως ήταν το διαζύγιο συναινετικό έτσι ήταν και το μοίρασμα των χρεών.
Παιδικό θέατρο. Μια μεγάλη αγάπη και μια μεγάλη ιστορία.
Ναι…όταν εγώ ξεκίνησα το 1972 το έκανα αρχικά γιατί μου φαινόταν κάτι ευχάριστο μέσα στη Χούντα. Μόλις είχα τελείωσα τη δραματική σχολή στο Λονδίνο και περιόδευα μ’ έναν γαλλικό θίασο σε όλη τη χώρα παίζοντας Μολιέρο για μαθητές σε σχολεία. Με αυτή την αφορμή φτιάξαμε έναν εκπληκτικό θίασο με τον Σταμάτη, τον Μηνά, τον Μίμη, την Λύδα κ.α. και ανεβάσαμε μια διασκευή του “Πινόκιο”. Δε μπορούσα τότε να φανταστώ ότι αυτό το πράγμα θα γίνει η κεντρική απασχόληση της ζωής μου.
Εδώ πρέπει να πω ότι είμαι πολύ χαρούμενη γιατί οι δυο τελευταίες παραστάσεις στο Θέατρο Πόρτα δεν έγιναν από μένα: «Το Πιάνω παπούτσι πάνω στο πιάνο» μια παράσταση για όλη την οικογένεια, βασισμένη σε μια ιδέα του Θωμά Μοσχόπουλου και σκηνοθεσία της εξαιρετικής Σοφίας Πάσχου και το «Μυστήριο της Πολιτείας Χάμελιν» σε κείμενο και σκηνοθεσία του Θωμά και μουσική του Κορνήλιου Σελαμσή.Επίσης είμαι πολύ χαρούμενη που συνεχίζεται αυτή η ιστορία που ξεκίνησα εγώ με το θέατρο για βρέφη και το έργο «Ελα, έλα» και συνεχίζεται από τον Θωμά με το «Μικρό-Μεγάλο».
Η «συνταγή» για τη συγγραφή ενός ενός καλού παιδικού έργου ποια είναι;
Η μόνη συνταγή που έχω καταλήξει είναι πως μια παράσταση για παιδιά πρέπει να έχει πολλά επίπεδα. Καταρχάς ν’ αντιλαμβάνονται την ιστορία, και κατόπιν να προσπαθούν να πλησιάσουν ένα δεύτερο επίπεδο που δεν τα καταλαβαίνουν άμεσα και κρύβει ένα μυστήριο. Αλλιώς βαριούνται. Να υπάρχει ένα περιθώριο για να μπορεί να φαντάζεται δηλαδή το κάθε παιδί με τον δικό του τρόπο. Αυτό ισχύει για κάθε έργο τέχνης, είτε για παιδιά,είτε για μεγάλους. Και με τους ανθρώπους δεν συμβαίνει το ίδιο; Ερωτευόμαστε αυτό που είναι ,αλλά και αυτό που κρύβει ένας άνθρωπος. Το μυστήριο είναι απαραίτητη συνταγή της τέχνης και του έρωτα.
Η πιο αστεία αντίδραση από παιδί κατά τη διάρκεια κάποιας παιδικής παράστασης;
Δύο πράγματα θα σου πω. Το ένα είναι από παράσταση «Η κοιμωμένη ξύπνησε», που γράψαμε με το Θωμά. Η ηρωίδα λοιπόν στην αρχή ήταν παιδάκι. Όταν λοιπόν άρχισε να γίνεται έφηβη η ενηλικίωση αυτή περιγραφόταν μέσα από μια πολύ ρομαντική μουσική του Ραβέλ, χωρίς λόγια, μόνο με σωματικές κινήσεις και εκφράσεις. Τότε ένα κοριτσάκι από τους θεατές είπε με δυνατή φωνή: «Αυτή τώρα θέλει να αγαπήσει!»(γελάει)
Το άλλο ήταν από αφήγηση που έκανα στο εργαστήρι. Έλεγα ένα παραμύθι όπου ένας πατέρας έπρεπε ν’ αναγνωρίσει το παιδί του ανάμεσα σε πολλά ζώα, γιατί το παιδί του το είχε μεταμορφώσει ένας μάγος σε ζώο. Ο πατέρας λοιπον έπρεπε να το αναγνωρίσει ανάμεσα σε μια κουκουβάγια, ένα παγώνι, γάτες, σκύλους, παπαγάλους και ένα σωρό άλλα (γελάει). Αλλά ήταν πολύ δύσκολο γιατί αν δε γνώριζε το παιδί του θα το έχανε. Έπρεπε να το αναγνωρίσει με την πρώτη. Και ήταν ένα αγοράκι και με ρώταγε όλο αγωνία: «το γνώρισε το παιδί του, το γνώρισε το παιδί του;» Και του λέω: «περίμενε να τελειώσει το παραμύθι». «Μα δεν αντέχω, δεν αντέχω»μου λέει ο μικρός, «εγώ θέλω να μάθω αν γνώρισε το παιδί του!» (γέλια)
Τα νέα σας συγγραφικά σχέδια;
Μέσα στο μήνα αυτό, ή στις αρχές Απριλίου θα βγει ένα βιβλιαράκι με τίτλο «Παραμύθια με την Ξένια» και θα είναι τέσσερα παραμύθια απ’ αυτά που λέω εγώ κάθε Σάββατο στο θέατρο Πόρτα. Αυτό θα κυκλοφορήσει από τις Εκδόσεις Μάρτη. Είναι πολύ ωραίες εκδόσεις και θα είναι με εικονογράφηση του φίλου μου του Φωτιάδη και θα έχει και cd που λέω τα παραμύθια.
Επίσης τώρα ετοιμάζω ένα βιβλίο από ένα θεατρικό που είχαμε παρουσιάσει το 2005, «Το αγόρι με τη βαλίτσα», το οποίο διασκευάζω με την άδεια του συγγραφέα Μάικ Κένι,ενός από τους δημοφιλέστερους συγγραφείς έργων για παιδιά στη Βρετανία, σαν αφήγημα και θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Πατάκη.
Έργο προφητικό το 2005 και τρομακτικά επίκαιρο εν έτει 2016. Τον μικρό ήρωα του έργου που λέγεται Ναζ, τον συναντάμε αρχικά στο σπίτι του, σε κάποια χώρα της Ασίας, όπου περνάει ήρεμες μέρες με τους δικούς του, και ιδίως με τον πατέρα του, που του λέει όμορφα παραμύθια. Ξεσπάει όμως ένας πόλεμος και η οικογένεια αναγκάζεται να καταφύγει σ’ έναν τεράστιο καταυλισμό προσφύγων. Μια τραγωδία που στις μέρες μας κορυφώνεται.
Τι να πει κανείς… είναι μια τραγωδία ανείπωτη. Τώρα θα ταξιδέψω στην Μυτιλήνη με αφορμή το βιβλίο μου, και απορώ που με καλούν σε τόσο δύσκολη περίοδο, αλλά είναι μια ευκαιρία να δω και εγώ με τα μάτια μου, αυτά που βλέπουμε στην τηλεόραση. Το θέμα είναι να πάψει ο πόλεμος, αλλά αυτό είναι κάτι πολύ δύσκολο. Και αυτοί οι άνθρωποι θα ήθελαν να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Αλλά πού και πώς να γυρίσουν; Τώρα οπωσδήποτε πρέπει να μοιραστούμε την ευθύνη με πολλές χώρες και όχι μόνο στην Ευρώπη, θα έλεγα και διεθνώς. Υπάρχουν και αραβικές χώρες που θα έπρεπε να δεχτούν τους πρόσφυγες. Το μόνο θετικό είναι η αγάπη και η ζεστασιά που δείχνουμε εμείς σαν λαός στο δράμα τους κόντρα στο ρατσισμό.
Αν και βιώνουμε μια πολύ δύσκολη κοινωνικοπολιτική και οικονομική περίοδο.
Ναι γιατί ακόμη και στην κατοχή, που ήμουν βέβαια πολύ μικρή, αλλά και στην Χούντα είχαμε ελπίδες, ονειρευόμασταν πολύ. Εδώ πέρα δεν έχουμε πια ελπίδες, δεν ονειρευόμαστε τίποτα, είμαστε όλοι απελπισμένοι. Πρέπει όμως να βλέπουμε τα πράγματα όπως είναι, να καταλαβαίνουμε τί συμβαίνει, να μην μας κοροϊδεύουν και να μην κοροϊδευόμαστε. Νομίζω ότι μας έχει φάει ο λαϊκισμός. Αυτό είναι γνωστό πια. Χρόνια τώρα, αλλά παράγινε το κακό.
Η κοινωνική σας ευαισθησία και η αντίθεσή σας σε φαινόμενα ρατσισμού είναι γνωστή. Η γνώμη σας για το Σύμφωνο Συμβίωσης μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών ποια είναι ;
Δεν το συζητάω, είμαι υπέρ της διαφορετικότητας, το σύμφωνο έπρεπε να είχε γίνει εδώ και καιρό. Δυστυχώς είμαστε πολύ πίσω σ’ αυτά στη χώρα μας. Σιγά-σιγά πιστεύω ότι θα γίνουν όλα όπως πρέπει.
Θα συμβουλεύατε ένα νέο ηθοποιό να φύγει και να δουλέψει στο εξωτερικό;
Δεν είμαι καλή στο να δίνω συμβουλές,δεν συμβουλεύω γενικότερα και δεν είμαι σίγουρη ότι η φυγή είναι η λύση. Το θέμα είναι εδώ τι θα γίνει.
Η ίδια σπουδάσατε στο Λονδίνο, στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης. Σας σημάδεψαν αυτές οι σπουδές;
Όχι δε με σημάδεψαν, δεν ήταν πολύ καλοί οι καθηγητές εκεί. Θα μπορούσα να μην είχα πάει, αλλά δεν το ήξερα τότε. Οι σπουδές μου ήταν αποτυχημένες, τα πρώτα χρόνια ιδίως. Σιγά-σιγά έμαθα πώς να κάνω σωστά τη δουλειά μου και κυρίως μαζί με άλλους και δίπλα σε άλλους. Δηλαδή με ανθρώπους όπως ο Μίνως Βολανάκης, ο Σταμάτης Φασουλής, ο Λευτέρης Βογιατζής, ο Γιάννης Χουβαρδάς, με σκηνοθέτες δηλαδή που δούλεψα μετά, και σιγά-σιγά με τους νέους ανθρώπους πιο πολύ.