Skip to main content

Ένα ιδιαίτερα ταλαντούχο πλάσμα, η Λουκία Μιχαλοπούλου,  ευαίσθητη και παρορμητική,  ισορροπεί θαυμαστά ανάμεσα στο ρίσκο της επιλογής των ρόλων της και στην χαμηλών τόνων προσωπική της ζωή.  Μία καταξιωμένη ηθοποιός που διαπρέπει τόσο στη σκηνή, Βραβείο «Μελίνα Μερκούρη» για τον ρόλο της «Χίλντε» στο έργο του Ίψεν «Η κυρία από τα θάλασσα» σε σκηνοθεσία Έϊρικ Στούμπε το 2011, όσο και στην οθόνη, Α’ βραβείο γυναικείας ερμηνείας στην ταινία «Valse sentimental” της Κωνσταντίνας Βούλγαρη το 2007.
Συναντήσαμε την Λουκία στη Θεσσαλονίκη σε ένα καφέ στην  διάρκεια των εκεί παραστάσεων του πολύ επιτυχημένου έργου της Γιασμίν Ρεζά «Ο θεός της σφαγής». Με αγνάντι το ηλιοβασίλεμα στον Θερμαϊκό κάναμε μία πολύ φιλική κουβέντα.

Συνέντευξη στη Σμαρώ Κώτσια για τα Θ.Π

ΛΟΥΚΙΑ ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΥ

Ποιο ήταν το κάλεσμα που ένιωσες για να στραφείς στην ηθοποιία;

Μπορώ να πω ότι ο πατέρας μου  με προετοίμαζε για αυτήν τη δουλειά.  Ήταν σχεδιαστής ρούχων, έγραφε ποίηση και έπαιζε μουσική.  Υπήρξε μία ιδιαίτερα καλλιτεχνική μορφή.  Από πολύ μικρή διαβάζαμε μαζί παραμύθια, διάφορες ιστορίες και με έβαζε μετά να του τα παρουσιάζω και να αυτοσχεδιάζω προκειμένου να τα καταλάβω.  Παίζαμε με αυτό τον τρόπο πάρα πολύ.  Με έβαζε να γράφω και να παίζω μουσική. Ωστόσο η αφορμή δόθηκε όταν έκανα  μία εργασία για τον Βαν Γκόγκ  στο σχολείο.  Ερευνώντας για τον καλλιτέχνη διάβασα μία επιστολή στην οποία έγραφε ότι «γι’ αυτήν την τέχνη ρισκάρω τη ζωή μου και το μισό μυαλό μου το έχασα γι’ αυτήν». Αυτό με τάραξε.  Ήθελα να βρω κι εγώ κάτι στο οποίο θα απολάμβανα την αίσθηση του ρίσκου όπως ο Βαν Γκόγκ.  Στο σχολείο υπήρχε μία θεατρική ομάδα όπου εντάχθηκα και έτσι ξεκίνησε η διαδρομή μου στο θέατρο.

Σπούδασες όμως κλασικό και σύγχρονο τραγούδι και χορό ;

Βέβαια. Ξεκίνησα από 12 χρονών. Τελικά ήταν οι σπουδές που με ενίσχυσαν στην υποκριτική.

Πως προσεγγίζεις ένα ρόλο;

Αρχικά προσπαθώ να ανακαλύψω τι με συνδέει με αυτόν τον ρόλο.  Μπορεί να μην είναι κάτι φανερό,  Ίσως να είναι κάτι πολύ ασήμαντο όπως μία φράση,  μία κίνηση,  μία αντίδραση ή  μία συμπεριφορά που θα με συγκινήσει βαθιά.  Έτσι ξεκινά το ταξίδι της ανακάλυψης του ρόλου,  στη συνέχεια, το κείμενο και μετά αφήνω τη φαντασία μου ελεύθερη.

Πως λειτουργεί σε σένα η διαδικασία της πρόβας;

Αυτή η περίοδος είναι η αγαπημένη μου γιατί δεν υπάρχει το άγχος της απόδοσης,  δεν σε κρίνει κανείς.  Αυτήν την έκθεση που βιώνουμε κάθε μέρα στην παράσταση.  Είναι μία ελεύθερη και δημιουργική περίοδος.  Λατρεύω όταν μου δίνεται η δυνατότητα να δοκιμάζω τα πάντα στις πρόβες.  Είναι το καλύτερό μου.

ΛΟΥΚΙΑ ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΥ

Πιστεύεις ότι το Βραβείο «Μελίνα Μερκούρη» που πήρες, επηρέασε τις μετέπειτα επιλογές σου αλλά και τις προτάσεις που σου έγιναν;

Χαίρομαι πάρα πολύ γιατί τα βραβεία είναι πάντα μεγάλη τιμή αλλά για να είμαι ειλικρινής δεν πιστεύω ότι αλλάζει, πραγματικά, κάτι με το βραβείο.

Δίνονται όμως πιο πολλές ευκαιρίες

Νομίζω ότι περισσότερο ευνοεί τις δημόσιες σχέσεις.  Για έναν ή δύο μήνες δίνεις πολλές συνεντεύξεις και ασχολούνται μαζί σου.  Αυτό που πραγματικά με ενδιαφέρει στη δουλειά μου είναι η διάρκεια.  Το μεγαλύτερο βραβείο για μένα είναι να αντέξεις στον χρόνο.  Αυτό το βραβείο θα ήθελα να πάρω.

Το εύχομαι.  Έχεις δουλέψει με σπουδαίους σκηνοθέτες: τον Λευτέρη Βογιατζή, τον Γιώργο Μιχαηλίδη, τον Γιώργο Κιμούλη, τον Έϊρικ Στούμπε και πολλούς άλλους.  Τι αποκόμισες από αυτές τις συνεργασίες;

Είμαι πάρα πολύ ευτυχισμένη. Να, αυτές οι συνεργασίες είναι βραβεία για μένα.  Κατάφερα να συναντηθώ με μεγάλους καλλιτέχνες που πάντα θαύμαζα.  Με τον Λευτέρη Βογιατζή,  αυτό το τεράστιο κεφάλαιο στην τέχνη του θεάτρου,  δούλεψα μόλις τελείωσα τη σχολή στο «Βella Venezia” και στο «Σχολείο Γυναικών» και αργότερα στον «Τόκο». Υπήρξε μια δεύτερη σχολή για ‘μένα. Πιστεύω ότι ήταν ευλογία το να σου δινόταν η ευκαιρία να συνεργαστείς μαζί του. Επίσης, η Ρούλα Πατεράκη, την οποία θεωρώ δασκάλα μου, ο Γιώργος Μιχαηλίδης, ο Στάθης Λιβαθινός, ο Σπύρος Ευαγγελάτος, που χάθηκε πρόσφατα, επίσης μεγάλος δάσκαλος. Ίσως μπορεί να λησμονώ κάποιον και ζητώ συγγνώμη.

Ο ΘΕΟΣ ΤΗΣ ΣΦΑΓΗΣ

Για δεύτερη συνεχή σεζόν υποδύεσαι την «Βερονίκη» στον «θεό της σφαγής». Τι αισθάνεσαι εσύ ως Λουκία για την Βερονίκη; Πως αντιμετώπισες αυτόν τον ρόλο;

Είναι η πρώτη φορά στην καριέρα μου που δεν έχω συνδεθεί πραγματικά με τον ρόλο.  Με ενδιέφερε πολύ το έργο,  οι σχέσεις σε αυτό και ήθελα πάρα πολύ να συνεργαστώ αυτούς τους υπέροχους ηθοποιούς:  τον Κωνσταντίνο, την Στεφανία και τον Οδυσσέα.  Αυτό το έργο μας έδωσε την ευκαιρία να παίξουμε κυριολεκτικά και μεταφορικά.  Τώρα σε σχέση με την Βερονίκη, μπόρεσα να συναντηθώ μ’ ένα «εμμονικό» κομμάτι της σχετικά με τα πιστεύω της που αφορούν και την δική μου εμμονή με το θέατρο.

Τι πιστεύεις ότι η Ρεζά  ήθελε να προβάλει μέσα  από αυτό τον ρόλο σε αντίθεση με άλλους τρεις ρόλους;

Νομίζω ότι η Ρεζά   ήθελε να δείξει ότι η Βερονίκη παγιδεύεται μέσα στα ισχυρά της πιστεύω.  Ουσιαστικά είναι εγκλωβισμένη μέσα σε αυτό που θεωρεί σωστό και τελικά μένει πάρα πολύ μόνη.  Μόνη απέναντι στους τρεις.  Ο δε άντρας της καταστρέφει την εικόνα που ήθελε η ίδια να δώσει στους άλλους, την «αδειάζει» κανονικά και συγχρόνως την αποκαλεί με το υποτιμητικό υποκοριστικό της «darjeeling», το όνομα ενός Ινδικού τσαγιού που ηχητικά παραπέμπει σε μία παραφθορά του «darling». Η Βερονίκη είναι μία ακτιβίστρια που αγωνίζεται για το Νταρφούρ  και μετατρέπει,  με τη «βοήθεια» και των άλλων βέβαια, το σαλόνι της σε εμπόλεμη ζώνη λόγω των εμμονών της.  Είναι ένας πολύ αντιφατικός ρόλος.

Οι διάφορες μορφές βίας,  το bullying  στα σχολεία,  σε χώρους εργασίας, ή αλλού,  ο ρατσισμός,  η λεκτική ή μη λεκτική βία  κυριαρχούν στη ζωή μας.  Ποια είναι η γνώμη σου;

Με τρομάζουν πάρα πολύ γιατί σαν άνθρωπος είμαι ανοιχτή και καλοπροαίρετη,  που στη ζωή δεν βγαίνει πάντα σε καλό.  Πολλές φορές έχω πληγωθεί και απογοητευτεί.  Εύχομαι όλες αυτές οι φοβίες  που γεννάει η βία να μην κάνουν τους ανθρώπους πιο κλειστούς και απόμακρους.

Στην παράσταση ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης ως πολυάσχολος μεγαλοδικηγόρος σταματά την σύζυγό του να μιλά με μία χειρονομία.  Ανοιγοκλείνει τα δάχτυλα του χεριού του μπροστά στο στόμα της.  Ουσιαστικά τη φημώνει.  Πράγμα που θα κάνει αργότερα ο άντρας της Βερονίκης σε αυτήν.  Το βρήκα τρομακτικό.

Πράγματι είναι ένα πανέξυπνο σκηνοθετικό εύρημα που φανερώνει μία πολύ ισχυρή μη λεκτική βία.  Στο έργο ο  Κωνσταντίνος  κατάφερε να κρατήσει φοβερές ισορροπίες.  Μέσα από την αίσθηση της ελαφράδας και του χιούμορ περνούν πράγματα πολύ σκληρά και βίαια.

Τελικά ο πολιτισμός είναι μία επίφαση του πρωτόγονου, καλά εκπαιδευμένου εαυτού μας, που κρύβουμε μέσα μας;

Πιστεύω ότι δεν γίνεται να μην προσπαθούμε να τιθασεύσουμε τα πρωτόγονα ένστικτα που κρύβουμε μέσα μας. Ωστόσο αυτά θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν και θα υπάρχουν.  Οφείλουμε να τα γνωρίζουμε, να τα αναγνωρίζουμε  και να τα αγαπάμε παρόλο που πρέπει και να τα τιθασεύουμε.

Κατά την γνώμη σου, η συνεχιζόμενη κρίση ευνοεί τον πολιτισμό και ιδιαίτερα το θέατρο;

Νομίζω ότι η κρίση δημιουργεί δύο αντίρροπες δυνάμεις. Η μια ευνοεί γιατί υπάρχουν άνθρωποι που πεισμώνουν,  αγωνίζονται,  γίνονται πιο δημιουργικοί και ενεργητικοί.  Η άλλη γίνεται εμπόδιο, δρα ανασταλτικά γιατί δεν υπάρχει οικονομική στήριξη και γεννά ανασφάλεια. Θέλω να πω ότι και οι δύο δυνάμεις είναι παρούσες, ενεργείς και αλληλοσυγκρουόμενες.

Ποιο ρόλο ονειρεύεσαι να παίξεις σε ώριμη ηλικία;

Υπάρχει ένας ρόλος που τον λατρεύω και τον δουλεύω από πιτσιρίκα,  μαζί με τον πατέρα μου.  Με αυτό τον ρόλο έκανα διπλωματική.  Τον δουλεύω ακόμα και τώρα όταν δεν είμαι πολύ καλά και αισθάνομαι ότι θέλω από κάπου να πιαστώ ή όταν αποσυντονίζομαι,  χάνω τον στόχο μου σε σχέση με το τι θέλω να κάνω στο θέατρο. Έτσι επανέρχομαι και αυτοπροσδιορίζομαι. Είναι η «Γουΐνι»  από τις «Ευτυχισμένες μέρες» του Μπέκετ.  Είναι το μεγάλο μου όνειρο.

Μακάρι να το πραγματοποιήσεις.  Με τι ασχολείσαι τον ελεύθερο χρόνο σου;

Δουλεύω κείμενα που αγαπώ πολύ. Αυτό με ξεκουράζει και γεμίζει τις μπαταρίες μου.  Πηγαίνω  σινεμά,  ακούω μουσική, βγαίνω με φίλους.

Ποια ταινία είδες πρόσφατα και σου άρεσε πολύ;

Το “Elle” με την ανεπανάληπτη Ιζαμπέλ Ιπέρ. Τη θεωρώ «δαιμονική» ηθοποιό. 

Λουκία Μιχαλοπούλου

Τα σχέδιά σου για το καλοκαίρι και την επόμενη θεατρική σεζόν;

Άμεσα στις 24 Μαΐου ξεκινούν τα τέσσερα μονόπρακτα του Πίντερ με τον τίτλο «Φωνές», σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη, του φίλου μου και αδερφού μου,  με τον οποίο ήμασταν συμμαθητές από το Νηπιαγωγείο.  Η παράσταση ανεβαίνει στο Νέο Θέατρο «Κατερίνα Βασιλάκου», στην οποία παίζει η Όλια Λαζαρίδου, μία συγκλονιστική ηθοποιός με την οποία  συνεργάζομαι πρώτη φορά, ο Δημήτρης Καταλειφός – τον οποίο θεωρώ “σπίτι μου”,  αισθάνομαι απέραντη ηρεμία και ασφάλεια μαζί του- ο Νίκος Πουρσανίδης ένας πολύ καλός ηθοποιός καθώς και ο Μάνος μαζί με τον μικρό Σπύρο Γουλιέλμο.  Επιχειρούμε ένα πολύ ωραίο πείραμα.  Όσο για την επόμενη σεζόν θα είμαι μαζί με τον Δημήτρη Καταλειφό στο θέατρο «Εμπορικόν» με ένα έργο που πιστεύω πάρα πολύ το “Skylight” του David Have,  σε μετάφραση Μιρέλλας Παπαοικονόμου και  σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Mαρκουλάκη.  Χαίρομαι πάρα πολύ για αυτήν τη συνάντηση.  Ουσιαστικά και στις δύο δουλειές πρόκειται για ένα «πάντρεμα» δύο γενεών ηθοποιών.

Εύχομαι να ευοδωθούν όλα και βέβαια καλή ξεκούραση το υπόλοιπο του καλοκαιριού.

Ευχαριστώ!

 

 

 

 

 

 

 

 

 

fb-share-icon2000
Tweet 2k
error: Content is protected !!