COLOSSUS ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΜΑΔΑ HELTER SKELTER COMPANY ΣΤΟ ΙΔΡΥΜΑ ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ. ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: ΘΑΝΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Ο σκηνοθέτης και ηθοποιός Θάνος Παπακωνσταντίνου, δύο χρόνια μετά την επιτυχημένη του παράσταση στο Φεστιβάλ Αθηνών «Μετατόπιση προς το Ερυθρό» του Γιάννη Μαυριτσάκη (2014) και την επανάληψή της την επόμενη χρονιά, παρουσιάζει το έργο «Colossus» βασισμένο στην τραγωδία «Αγαμέμνων» του Αισχύλου. Το «Colossus» είναι το τρίτο μέρος της Τριλογίας «Carnage» (Σφαγή), μιας ελεύθερης απόδοσης της τριλογίας του Αισχύλου «Ορέστεια». Το πρώτο μέρος «Venison» (κρέας από κυνήγι) παρουσιάστηκε το 2012 και το δεύτερο μέρος «Pedestal» (Βάθρο) το 2013, που αντιστοιχούν στις «Ευμενίδες» και στις «Χοηφόρες» της «Ορέστειας». Στο «Venison» γίνεται κύρια αναφορά στον Ορέστη, στο «Pedestal» στην Ηλέκτρα και στο «Colossus» στη μητέρα τους, Κλυταιμνήστρα.
Μια αντίστροφη ανάγνωση του μύθου των Ατρειδών από το τέλος προς την αρχή, μια ευρηματική ανεστραμμένη πορεία της τριλογίας, διατηρώντας πάντα την «ψίχα» του μύθου σε κάθε τραγωδία. Ο Αισχύλος με την τριλογία «Ορέστεια», ουσιαστικά, εγκαθιδρύει το θεσμό της Δικαιοσύνης, καταργεί το καθεστώς της αυτοδικίας, καταλαγιάζει τα πάθη και θεσμοθετεί μία ευνομούμενη πολιτεία δημιουργώντας μια «Νέα Εποχή».
Σε αντίθεση με τον αρχαίο μύθο, στην κατά Παπακωνσταντίνου απόδοση της «Ορέστειας» υπάρχει και εκεί και στο τέλος αυτή η «Νέα Εποχή» ή η «Νέα Τάξη Πραγμάτων», σε μια όμως πιο «λοξή ανάγνωση» με αρνητικό πρόσημο, μεταλλαγμένη: σκοτεινή, αιματοβαμμένη, όπου η Δικαιοσύνη καταλύεται, η αυτοδικία επανέρχεται, τα βίαια πάθη κυριαρχούν, τα ολοκληρωτικά καθεστώτα επικρατούν και η σφαγή «σφραγίζει» το τέλος της ομώνυμης τριλογίας.
Στο φυλλάδιο με τους συντελεστές της παράστασης που διανέμεται υπάρχει στην κορυφή η φράση «NOVUS ORDO SECLORUM», από κάτω το κεφάλι ενός αετού-γύπα και μετά ο τίτλος του έργου «Colossus». Η ερμηνεία της τόσο διφορούμενης φράσης «NOVUS ORDO SECLORUM» από τα «Βουκολικά» του Βιργίλιου, που βρίσκεται στην αντίθετη όψη της Μεγάλης Σφραγίδας των Η.Π.Α. και στο χαρτονόμισμα του ενός δολαρίου έχοντας έναν αναπεπταμένο αετό στην εμπρόσθια όψη, ίσως να «ερμηνεύει» και τον λόγο της αντίστροφης προσέγγισης της «Ορέστειας» από τον Παπακωνσταντίνου, με το αντεστραμμένο τέλος του μύθου, σηματοδοτώντας την κατάληξη και την κατάντια των σημερινών κοινωνικοπολιτικών δομών και θεσμών ανά τον κόσμο. Ένα καυστικό σχόλιο στο σήμερα. Μια αλληλουχία εικόνων συνθέτουν το έργο. Στην πρώτη εικόνα, μια γυναικεία φιγούρα, με μαύρη μπλούζα και καφέ φούστα (σε αντιστροφα χρώματα με τη στολή των στρατιωτών με τις μαύρες σημαίες, καφέ πουκάμισο, μαύρο παντελόνι) η Κυρία του οίκου, η μητέρα – η Κλυταιμνήστρα βρίσκεται σ’ ένα ολοκληρωτικό καθεστώς που υπηρετεί με πίστη και αφοσίωση.
Εξαιρετικός ο Χορός των στρατιωτών (Βασίλης Βηλαράς, Γιάννης Ασκάρογλου, Τάσος Τσουκάλης – Δημητριάδης), μνήμες και παρόντες ενός διαχρονικού ολοκληρωτισμού. Ένας πόλεμος μαίνεται μακριά, αλλά όταν αυτός εισβάλλει στον οίκο-σπίτι τότε ανατρέπονται οι ισορροπίες.
Στην επόμενη εικόνα η γυναίκα είναι έγκυος και τις ατελείωτες ώρες και μέρες της μοναξιάς της, με τον άνδρα-πολεμιστή μακριά, ασχολείται εμμονικά με την καθαριότητα του οίκου. Μια διφορούμενη εγκυμοσύνη. Η γυναίκα κυοφορεί την ανατροπή με τα αιματηρά επακόλουθα που θα υπάρξουν ή λειτουργεί σαν flash back στην εγκυμοσύνη της Ιφιγένειας (Ελένη Μολέσκη) την οποία βλέπει σαν οπτασία, σε μια ανάπαυλα από τις δουλειές και κυριευμένη από φοβίες, να εισβάλλει στο σπίτι και με το ματωμένο φόρεμά της να σκεπάζει ένα άδειο παιδικό κρεβάτι. Σ’ αυτό το συμβολικό όραμα η γυναίκα βλέπει και μια λαγουδίνα (Ιωάννα Μιχαλά) με το λαγουδάκι της να τους κατασπαράσσουν γύπες. Στην επόμενη εικόνα, όταν πλέον ο άνδρας-στρατηγός-γύπας-Αγαμέμνων (Θάνος Παπακωνσταντίνου) επιστρέφει στο σπίτι, η γυναίκα-μητέρα θα τον καλοδεχτεί ως σύντροφος και ερωμένη πριν τον οδηγήσει στο λουτρό όπου ο ένδοξος στρατηγός – υπερήφανος γυπαετός θα τελειώσει άδοξα μέσα σ’ ένα «λουτρό αίματος».
Η Αμερικανίδα ποιήτρια Sylvia Plath, στο ποίημά της «Colossus» προσπαθεί να συγκολλήσει το θρυμματισμένο τεράστιο άγαλμα του πατέρα της, που παραπέμπει στο ομώνυμο άγαλμα της Ρόδου, αποσκοπώντας να απαλλαγεί από την καταπιεστική πατριαρχική εξουσία. Σε μια ελεύθερη απόδοση αυτού του ποιήματος που δανείζει τον τίτλο του στο έργο του Παπακωνσταντίνου, ο Κολοσσός-Αγαμέμνων-πατρική φιγούρα παραπέμπει σε μια ολοκληρωτική μορφή εξουσίας από την οποία η γυναίκα-Κλυταιμνήστρα, στην προσπάθειά της ν’ απαλλαγεί από αυτήν την βίαιη πατριαρχική καταδυνάστευση, σκορπά το θάνατο χρησιμοποιώντας τα ίδια βάναυσα και επώδυνα μέσα. Με το τσεκούρι που κήρυξε ο Αγαμέμνων τον πόλεμο, του παίρνει τη ζωή δημιουργώντας έναν άλλο κύκλο αίματος όπου από θύμα γίνεται θύτης σ’ ένα και πάλι ολοκληρωτικό καθεστώς. Η θύτης ενδύεται ένα εμβληματικό πορφυρούν μακρύ φόρεμα που καταλήγει σε πολλαπλά σχισίματα καλύπτοντας τη σκηνή με «αιμάτινους ποταμούς».
Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου, χρησιμοποιώντας μια ιδιαίτερα εικαστική και συμβολιστική γλώσσα μέσα από το σκηνικό περιβάλλον και τη χρωματική συνομιλία των κοστουμιών (Νίκη Ψυχογιού), την εμβληματική κίνηση των ηθοποιών (κίνηση: Χαρά Κότσαλη – Νάντη Γώγουλου), τις φωτιστικές ατμόσφαιρες (Σχεδιασμός Φωτισμού: Χριστίνα Θανάσουλα) και την εξαιρετική χρήση μουσικών τοπίων (σύνθεση ήχων: Αντώνης Μόρας) δημιουργεί μια επιβλητική και αινιγματική παράσταση στην οποία ο λόγος είναι λιτός, λιγοστός ίσως και λίγο απλοϊκός, ο οποίος δρα επικουρικά στην άψογη εικαστική σύνθεση της παράστασης.
Η Μαρία Καλλιμάνη ως Κλυταιμνήστρα, ουσιώδης, λιτή, αισθαντική περνά με ιδιαίτερη ευαισθησία απ’ όλα τα «στάδια» των ψυχολογικών μεταπτώσεων του ρόλου της. Επίσης, ιδιαίτερη μνεία απαιτείται για τις καταπληκτικές μάσκες του Αλέκου Μπουρελιά που επιτείνουν την εφιαλτική και γκροτέσκα ατμόσφαιρα της παράστασης.
Οι Θάνος Παπακωνσταντίνου, Ελένη Μολέσκη, Ιωάννα Μιχαλά, Βασίλης Βηλαράς, Γιάννης Ασκάρογλου και Τάσος Τσουκάλης – Δημητριάδης, λειτουργούν άψογα τόσο ως οντότητες, όσο και ως σύνολο, χρησιμοποιώντας με απόλυτη ακρίβεια και δοτικότητα κάθε εκφραστικό τους μέσο.
Τελικά, ο Θάνος Παπακωνσταντίνου κατόρθωσε να δημιουργήσει μια ιδιαίτερα εντυπωσιακή παράσταση, ολοκληρώνοντας την τριλογία του «Carnage» (Σφαγή) στο υπόγειο του Ιδρύματος Κακογιάννη, παρά τα αρκετά μειονεκτήματα του χώρου, με ποικίλες αλληγορικές και συμβολιστικές προεκτάσεις αποκαλύπτοντας εκτός από ταλέντο, ευρηματικούς συνειρμούς και το μόχθο μιας τεράστιας έρευνας.
Σύνθεση Κειµένου – Σκηνικός Χώρος – Σκηνοθεσία: Θάνος Παπακωνσταντίνου
Σκηνικά – Κοστούµια: Νίκη Ψυχογιού
Κίνηση: Χαρά Κότσαλη-Νάντη Γώγουλου.
Σύνθεση Ήχων: Αντώνης Μόρας
Σχεδιασµός Φωτισµών: Χριστίνα ΘανάσουλαΓλυπτική: Αλέκος Μπουρελιάς
Βοηθός Σκηνοθέτη: Αριάννα Χατζηγαλανού
Φωτογραφία: Μάνος ΣτρατήγηςΕπικοινωνία παράστασης: Ευαγγελία Σκρομπόλα & Μαρία Τσολάκη
Διεύθυνση Παραγωγής: Κατερίνα Μπερδέκα
Παραγωγή: ΛΥΚΟΦΩΣ Γιώργος Λυκιαρδόπουλος- Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης
www.lykofos.org
Μαρία Καλλιμάνη
Θάνος Παπακωνσταντίνου
Ελένη Μολέσκη
Ιωάννα Μιχαλά
Βασίλης Βηλαράς
Γιάννης Ασκάρογλου
Τάσος Τσουκάλης – Δημητριάδης