«ΛΟΥΤΣΙΑ ΝΤΙ ΛΑΜΜΕΡΜΟΥΡ» ΤΟΥ ΓΚΑΕΤΑΝΟ ΝΤΟΝΙΤΣΕΤΤΙ
ΣΕ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ ΚΕΪΤΙ ΜΙΤΣΕΛ
ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΙΔΡΥΜΑ ΣΤΑΥΡΟΣ ΝΙΑΡΧΟΣ
Στον κύκλο ιταλική όπερα, η «Λουτσία ντι Λαμμερμούρ» του Ντονιτσέττι παρουσιάστηκε στο Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, μια όπερα που ανέβηκε στη χώρα μας μετά 37 χρόνια. Είναι η πρώτη συμπαραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με τη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου (Κόβεντ Γκάρντεν).
Ο Ντονιτσέττι συνέθεσε αυτό το αριστούργημα του ρομαντικού μπελ κάντο (1835) σε ιταλικό λιμπρέτο του Σαλβατόρε Καμμαράνο, το οποίο είναι εμπνευσμένο από το ιστορικό μυθιστόρημα του Γουόλτερ Σκοτ «Η νύφη του Λάμμερμουρ» (1819).
Η φημισμένη βρετανίδα σκηνοθέτρια Κέϊτι Μίτσελ –γνωστή στο αθηναϊκό κοινό από την παράσταση «Δεσποινίς Ζυλί» του Στρίντμπεργκ, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών (2012)-. προσεγγίζει με την ανατρεπτική της ματιά την διάσημη όπερα. Η Κέίτι Μίτσελ τολμά να ανιχνεύσει το γυναικείο ψυχισμό της ηρωίδας, όχι μέσα στο στενό ρομαντικό πλαίσιο της εποχής, αλλά μέσα από μια σύγχρονη ματιά που έρχεται σε κόντρα με την τότε αντροκρατούμενη κοινωνία. Η Κέϊτι Μίτσελ «πλάθει» μια Λουτσία που έχει την τόλμη να μείνει έγκυος και η οποία μετά τις πιέσεις που δέχεται από τον αδελφό της και την «υποτιθέμενη» απόρριψη από τον αγαπημένο της –θανάσιμο εχθρό του αδελφού της– παθαίνει νευρικό κλονισμό, αποβάλλει, παραληρεί και διαπράττει φόνο επί σκηνής. Την σκηνοθέτρια ενδιαφέρει να αναπτύξει σταδιακά πάνω στη σκηνή την εξέλιξη της ψυχολογικής πορείας της ηρωίδας. Ευφυής η επιλογή της να διαιρέσει τη σκηνή του θεάτρου σε δύο μέρη, δίνοντας τη δυνατότητα στον θεατή να παρακολουθήσει δύο παράλληλες δράσεις, μια κύρια και μια συμπληρωματική, μια με λόγο-μουσική δράση και μια με βουβή δράση.
Έξοχοι οι φωτισμοί του Τζον Κλαρκ αποκαλύπτουν τις ψυχολογικές μεταπτώσεις της ηρωίδας. Τα λειτουργικά σκηνικά και τα καλοσχεδιασμένα κοστούμια της Βίκυ Μόρτιμερ αναδεικνύουν την ατμόσφαιρα και το χρώμα της εποχής.
Παρακολούθησα μια παράσταση όπερας που μου άρεσε στο σύνολό της πάρα πολύ και εντυπωσιάστηκα ιδιαίτερα από τους καταπληκτικούς ερμηνευτές:Τάσης Χριστογιαννόπουλος (Ενρίκο), Γιάννης Χριστόπουλος (Έντγκάρντο), Γιάννης Καλύβας (Αρθούρος) και κυρίως από την σκηνοθετική σύλληψη της Κέϊτι Μίτσελ και το όλο στήσιμο της παράστασης.
Δεν έχω γνώσεις μουσικές για να κρίνω το μουσικό αποτέλεσμα της παράστασης, αλλά οφείλω να ομολογήσω ότι συγκλονίστηκα από την ερμηνεία της Χριστίνας Πουλίτση στο ρόλο της «Λουτσία». Μια χαρισματική κολορατούρα σοπράνο, στα βήματα της ανεπανάληπτης Μαρίας Κάλλας, με πλούσια ηχοχρώματα φωνής και κρυστάλλινης διαύγειας χροιάς που απέδωσε δεξιοτεχνικά το ρόλο όχι μόνο μουσικά αλλά και υποκριτικά, μπροσπαθώντας να εκφράσει την ψυχολογία της Λουτσία με τις ποικίλες αποχρώσεις των δυνατοτήτων της φωνής της.
Μια συμπαραγωγή της Λυρικής Σκηνής που ευτύχυσε ιδιαίτερα και ανέβασε πολύ υψηλά τον πήχυ των απαιτήσεων-προσδοκιών του κοινού της και όχι μόνο.