Skip to main content

Η θρυλική Ολίβια ντε Χάβιλαντ – η Μέλανι του «Όσα Παίρνει ο Άνεμος» – σβήνει 103 κεράκια

Η ζωή της μυθιστορηματική. Πρωταγωνίστησε δίπλα σε μύθους του κινηματογράφου και σε θρυλικές ταινίες, με κορυφαία όλων φυσικά το επικό ρομαντικό δράμα «Όσα Παίρνει ο Άνεμος», ενώ η αιώνια διαμάχη της με την αδελφή της, επίσης φημισμένη, ηθοποιό Τζόαν Φοντέιν είναι από μόνη της μία ιστορία που θα μπορούσε να στηρίξει ένα δραματικό σενάριο μίσους και εκδίκησης.

Είναι η Ολίβια ντε Χάβιλαντ, που μαζί με τον κορυφαίο της 7ης Τέχνης Κερκ Ντάγκλας, φαίνεται ότι έχουν νικήσει το χρόνο και το θάνατο, καθώς είναι το τελευταίο δίδυμο της χρυσής εποχής του Χόλυγουντ που βρίσκονται εν ζωή.

 Η Ολίβια ντε Χάβιλαντ, τις επόμενες ημέρες θα σβήσει τα 103 κεράκια πάνω στη γενέθλια τούρτα, στο Παρίσι, εκεί που έχει επιλέξει να ζει εδώ και χρόνια, δεδομένης της λατρείας της για τη ζωή των Γάλλων. Λογικά, θα έχει δίπλα της λιγοστούς φίλους και την κόρη της Ζιζέλ Γκαλάντ, που απέκτησε από το δεύτερο γάμο της, με τον συγγραφέα και δημοσιογράφο Πιέρ Γκαλάντ, αλλά και τις αναμνήσεις της, έναν πραγματικό θησαυρό για τον κινηματογράφο και τον κόσμο του.
Ολίβια Ντε Χάβιλαντ

«Αρχίζει να παίζει κιόλας»

Να ξεκαθαρίσουμε ότι η ντε Χάβιλαντ δεν ήταν ποτέ μία ηθοποιός επιπέδου Βίβιαν Λι, Κάθριν Χέπμπορν, Μπέτι Ντέιβις, Ίνγκριντ Μπέργκμαν ή της λάμψης μιας Μέριλιν Μονρόε, μιας Γκρέις Κέλι ή μιας Όντρεϊ Χέπμπορν, αλλά κατάφερε με επιμονή, δουλεύοντας σκληρά και κυρίως κάνοντας σοφές επιλογές, να γράψει μια σπουδαία ιστορία στο σινεμά και να κερδίσει και δύο Όσκαρ Α’ ρόλου, με τις ταινίες «Δώσε μου πίσω το Παιδί μου» (1946) και «Η Κληρονόμος» (1949).

Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1946 κι ενώ έχει ήδη δέκα χρόνια σημαντικής πορείας και έχει πάρει το πρώτο της Όσκαρ, ο γνωστός και έγκριτος κριτικός της εποχής Τζέιμς Αγκί έγραψε για την ερμηνεία της στο μελοδραματικό φιλμ νουάρ «Σκοτεινός Καθρέφτης» την εύστοχη παρατήρηση: «Υπήρξε για πολύ καιρό από τις ομορφότερες γυναίκες στον κινηματογράφο. Τελευταία δεν είναι απλώς πιο όμορφη από ποτέ, αλλά έχει αρχίσει να παίζει κιόλας»!

Ολίβια Ντε Χάβιλαντ

Ζωντανή, ενεργή και μάχιμη

Είναι λογικό να πιστεύουν οι περισσότεροι ότι η Ολίβια ντε Χάβιλαντ θα είναι μια γιαγιά που έχει απομονωθεί ζώντας με τις αναμνήσεις της, προσπαθώντας να τις βάλει σε μια σειρά, να απαλύνει τις δυσάρεστες καταστάσεις που έζησε με την αδελφή της, να κάνει έναν απολογισμό ζωής, μπροστά στο επικείμενο τέλος, που καθυστερεί πέρα από κάθε φαντασία.

Κι όμως δεν είναι έτσι. Η εύθραυστη και μειλίχια Μέλανι του «Όσα Παίρνει ο Άνεμος» είναι ακριβώς το αντίθετο, είναι ένα σκληρό καρύδι, μία αγωνίστρια, που συνεχίζει να δίνει μάχες, όπως τον ιστορικό αγώνα που έδωσε το 1944 κόντρα στην πανίσχυρη Warner Bros, αλλάζοντας τους όρους εργασίας για άνδρες και γυναίκες ηθοποιούς, σπάζοντας το καταχρηστικό συμβόλαιό της από την εταιρία και δίνοντας την ευκαιρία στους συναδέλφους της να κάνουν ευνοϊκότερα συμβόλαια. Έτσι, η Ολίβια, έχοντας συμπληρώσει έναν αιώνα ζωής και διατηρώντας έναν πρωτόγνωρο δυναμισμό και μία αίσθηση δικαιοσύνης έδωσε ακόμη μια δικαστική και ιδεολογική μάχη, για να υπερασπιστεί τα δικαιώματα τα δικά της και των συναδέλφων της, με αφορμή την τηλεοπτική σειρά «Feud», στην οποία περιγράφεται η διαμάχη της Τζόαν Κρόφορντ με την Μπέτι Ντέιβις και η συμπαράσταση της Ολίβια ντε Χάβιλαντ, προς την τελευταία. Η υπεραιωνόβια ηθοποιός διαφώνησε με το στόρι της σειράς, παρότι αυτή η ίδια απεικονίζεται ιδιαιτέρως θετικά και κινήθηκε νομικά. Κάτι που δεν έκανε προς ίδιον όφελος, αλλά για να προασπίσει, για μια ακόμη φορά τα δικαιώματα των συναδέλφων της. Στη νομική διαμάχη της με την εταιρία παραγωγής στηρίχθηκε στην υπόθεση New York Times εναντίον Σάλιβαν (1964) για την οποία τα δικαστήρια αποφάσισαν ότι ένα δημόσιο πρόσωπο που έχει αντίρρηση με τον τρόπο που παρουσιάζεται στα ΜΜΕ, μπορεί να επιβάλλει κυρώσεις εάν αποδείξει πρόθεση από τον δημοσιογράφο ή τον συγγραφέα, παρότι σε αντίστοιχες περιπτώσεις στο σινεμά και στην τηλεόραση δεν υπάρχει κάποια πρόβλεψη. Πέρσι, το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή της, αλλά αυτό ίσως είναι λεπτομέρεια, για το σπάνιο χαρακτήρα της και το σύνολο της ζωής της, που θα δούμε αναλυτικότερα παρακάτω.

Από το Τόκιο, dame του Έρολ Φλιν

Η Ολίβια ντε Χάβιλαντ γεννήθηκε την 1η Ιουλίου του 1916 στο Τόκιο από Βρετανούς γονείς, τον δικηγόρο Ουόλτερ ντε Χάβιλαντ και την ηθοποιό Λίλιαν Αυγούστα Ρόουζ. Οι γονείς της χώρισαν όταν αυτή ήταν μόλις τριών ετών και η μητέρα της βρέθηκε στη Σαρατόγκα της Καλιφόρνιας, μαζί με τα δυο παιδιά της, την Ολίβια και την Τζόαν. 

Το 1932, η 16χρονη Ολίβια είχε επιλεγεί για να παίξει στη σχολική παράσταση και ο αυστηρός πατριός της, την είχε προειδοποιήσει ότι αν παίξει στο θέατρο καλύτερα να μην επιστρέψει στο σπίτι. Η πεισματάρα Ολίβια έπαιξε και δεν γύρισε ποτέ στο σπίτι της. Στα 18 της η Ολίβια, ακόμη φοιτήτρια της δραματικής σχολής επιλέχθηκε να ερμηνεύσει το ρόλο της Έρμα στο θεατρικό έργο «Όνειρο Θερινής Νυκτός» του Σαίξπηρ, που ανέβαινε εκείνη την εποχή σε ένα θέατρο της Καλιφόρνιας.

Ένα χρόνο μετά βρίσκεται με συμβόλαιο στη Warner και ξεκινά τη διαδρομή της στο σινεμά. Έχει την απίστευτη τύχη να παίξει σε οκτώ ταινίες δίπλα στον Έρολ Φλιν, ένα θρυλικό σταρ του Χόλυγουντ, που μπορούσε να απογειώσει την καριέρα οποιασδήποτε νεαρής ηθοποιού, που θα στέκονταν δίπλα του. Η Ολίβια ντε Χάβιλαντ έπαιξε με τον Έρολ Φλιν σε σπουδαίες και κλασικές, σήμερα, ταινίες, όπως την πειρατική εξωτική ρομαντική περιπέτεια «Κάπτεν Μπλαντ», το κλασικό «Ρομπέν των Δασών» και την εξωτική ρομαντική περιπέτεια «Η Επέλασις της Ελαφράς Ταξιαρχίας». Η άγουρη τότε ηθοποιός με το γλυκό όμορφο πρόσωπο, τη φινετσάτη κορμοστασιά και τα ροδαλά, της νεότητας, ροζ μαγουλάκια, στέκεται με επάρκεια δίπλα στον σταρ, κάτι που της αναγνωρίζεται από την εταιρία που συνεχώς την προωθεί.

olivia-de-havilland,Ολίβια Ντε Χάβιλαντ

Ο ρόλος σταθμός της Έμιλι

Έτσι, το 1939 έρχεται η κορυφαία στιγμή της καριέρας της, καθώς ο περιβόητος παραγωγός του Χόλυγουντ Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ την επιλέγει για το ρόλο της αδελφής της αθάνατης «Σκάρλετ Ο’ Χάρα», Μέλανι, στο «Όσα Παίρνει ο Άνεμος», αφού όμως έχει δημιουργηθεί ένα «χαριτωμένο» επεισόδιο, που θα αναθερμάνει την έχθρα με την αδελφή της Τζόαν Φοντέιν. Τι είχε συμβεί; Αρχικά η επιλογή του Σέλζνικ ήταν η Τζόαν Φοντέιν, η οποία όμως ήθελε για τον εαυτό της το ρόλο της Σκάρλετ και όχι της Μέλανι. Για το λόγο αυτό αποχώρησε επιδεικτικά από το τραπέζι των συζητήσεων, λέγοντας με περιφρόνηση για το ρόλο αυτόν «να δοκιμάσετε την αδελφή μου». Έτσι, τελικά επιλέχθηκε η Ολίβια ντε Χάβιλαντ, η οποία θα κάνει μια ερμηνεία που θα «γράψει» στο πανί και στην ιστορία του σινεμά, δίπλα στους θρύλους Βίβιαν Λι και Κλαρκ Γκέιμπλ. Μάλιστα, η Ολίβια θα προταθεί και για το Όσκαρ β’ γυναικείου ρόλου, το οποίο όμως θα χάσει αναπάντεχα, για τα ήθη της εποχής, προς απογοήτευσή της, από την πρώτη μαύρη ηθοποιό που θα σηκώσει το χρυσό αγαλματίδιο, την Χάτι Μακ Ντάνιελ, η οποία υποδυόταν την νταντά των δυο κοριτσιών.

Ερμηνευτική καταξίωση

Η απογείωση της Ολίβια ντε Χάβιλαντ από την ταινία του Βίκτορ Φλέμινγκ, την έκανε ακόμη πιο αποφασιστική, βελτιώνοντας την ερμηνευτική της απόδοση και ακολουθώντας πάντα το ένστικτό της επιλέγει παραγωγές μόνο πρώτης κατηγορίας. Έτσι, θα προταθεί πέντε φορές για Όσκαρ, θα κερδίσει δυο φορές το Όσκαρ α’ ρόλου και θα κατακτήσει δικαίως την αναγνώριση και το σεβασμό τόσο του κοινού όσο και των συναδέλφων της – κυρίως για τον αγώνα της έναντι των πανίσχυρων στούντιο που απελευθέρωσε σε μεγάλο βαθμό τους ηθοποιούς από τα δεσμά των σκληρών συμβολαίων, που επέβαλαν τα θηρία του Χόλιγουντ, οι πανίσχυροι, σκληροί και υπερσυντηρητικοί παραγωγοί.

Πέρα από τις ταινίες που πήρε τα Όσκαρ, το «Όσα Παίρνει ο Άνεμος» και τις πρώτες της επιτυχίες της με τον Έρολ Φλιν, η πρωταγωνίστρια είχε εξαιρετικές ερμηνείες και στις ταινίες «Το Μυστικό της Σαρλότ» (1964) του Ρόμπερτ Όλντριτς, «The Strawberry Blonde» (1941) του Ραούλ Γουόλς, «My Cousin Rachel» (1952) του Χένρι Κόστερ, «Η Ύαινα» (1942) του Τζον Χιούστον, «Σάντα Φε» (1940) του Μάικλ Κέρτιζ κα.

Η σχέση μίσους με την Τζόαν

Η κακή σχέση της Ολίβια ντε Χάβιλαντ με την αδελφή της Τζόαν Φοντέιν ξεκίνησε από τα παιδικά τους χρόνια και συνεχίστηκε μέχρι να διακόψουν κάθε επαφή μεταξύ τους το 1975. Ήταν τόσο το μίσος που είχε η μία προς την άλλη, που απαθανατίστηκε δημοσίως και στις εμφανίσεις τους για την παραλαβή των Όσκαρ, καθώς το βαρύτιμο αγαλματίδιο το κέρδισε μία φορά και η Φοντέιν, για το θρίλερ του Χίτσκοκ «Υποψίες». Όπως έχει καταγραφεί στα Όσκαρ του 1946, όταν η Ολίβια κέρδισε το πρώτο της βραβείο, η Φοντέιν την πλησίασε για να τη συγχαρεί και εκείνη την απέφυγε επιδεικτικά. Επίσης, είναι γνωστό ότι διεκδικούσαν συχνά τους ίδιους άνδρες, όπως τον εκκεντρικό μεγιστάνα Χάουαρντ Χιουζ, ενώ η Τζόαν Φοντέιν είχε γράψει στη βιογραφία της «Not Bed of Roses», «δεν θυμάμαι σε ολόκληρη την παιδική μου ηλικία μια πράξη καλοσύνης από την Ολίβια». Απ’ την άλλη, η ντε Χάβιλαντ προφανώς θεωρεί υπεύθυνη την αδελφή της για τη στάση του πατριού της, να τη διώξει από το σπίτι, όταν πρωτοεμφανίστηκε σε σχολική παράσταση, σε ηλικία 16 ετών.

Joan_Fontaine_1943

Joan_Fontaine

Η Τζόαν Ντε Μπουβουάρ Ντε Χάβιλαντ ή αλλιώς Τζόαν Φοντέιν έκανε επίσης μια σπουδαία καριλερα στον κινηματογράφο. Η αντιπαλότητα με την αδελφή της υπήρχε απ’ όταν ήταν μικρές κι η έχθρα μεταξύ τους μεγάλωσε απ’ τη στιγμή που διάλεξαν να γίνουν κι οι δύο ηθοποιοί, τόσο ώστε να έχουν αποξενωθεί από το 1975. Η Τζόαν για να μην επισκιάσει την καριέρα της μεγάλης της αδελφής, όταν πήγε στο Χόλυγουντ πήρε το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της μητέρας της και από τότε έγινε γνωστή ως Τζόαν Φοντέιν. Οι πρώτες της ταινίες ήταν αδιάφορες ή σε δεύτερους ρόλους, είχε την τύχη όμως να την επιλέξει ο Ντέιβιντ Σέλζνικ το 1940 για τον πρωταγωνιστικό ρόλο στη μεταφορά του μυθιστορήματος της Δάφνης Ντι Μοριέ Ρεβέκκα με σκηνοθέτη τον Άλφρεντ Χίτσκοκ και συμπρωταγωνιστή τον Λόρενς Ολίβιε. Προτάθηκε για Όσκαρ εκείνη τη χρονιά αλλά έχασε απ’ τη Τζίντζερ Ρότζερς. Η επόμενη χρονιά τη βρήκε ξανά υποψήφια για Όσκαρ, αυτή τη φορά είχε όμως αντίπαλο την αδελφή της, που ήταν επίσης υποψήφια με την ταινία Αύριο δε θα ξημερώσει (Hold back the dawn, 1941). Κέρδισε το Όσκαρ για την ταινία Υποψίες υπερισχύοντας της Ντε Χάβιλαντ. Είχε άλλη μια υποψηφιότητα το 1943 για την ταινία Πεθαίνω από Αγάπη και την τύχη να δουλέψει με άλλους μεγάλους σκηνοθέτες όπως τον Μπίλι Γουάιλντερ, τον Μαξ Όφιλς, τον Φριτς Λανγκ και τον Ρόμπερτ Ρόσσεν. Αποσύρθηκε το 1966 κάνοντας σποραδικές εμφανίσεις στην τηλεόραση τα χρόνια που ακολούθησαν. Απεβίωσε το Δεκέμβριο του 2013 από φυσικά αίτια.

Ερωτικές έριδες

Πέρα όμως από την ταραχώδη σχέση της με την αδελφή της, πολυκύμαντες ήταν και οι ερωτικές της περιπέτειες. Εκτός από τον Χιουζ, υπήρξαν ιστορίες και με τον Τζον Χιούστον, τον Τζέιμς Στιούαρτ και άλλους διάσημους, μέχρι να κάνει το δεύτερο γάμο της, με τον Γάλλο δημοσιογράφο του Παρί Ματς, Πιέρ Γκαλάντ το 1953. Ένας από τους ερωτοχτυπημένους ήταν και ο Έρολ Φλιν, που έζησαν «κάποιες στιγμές πάθους», αλλά κατάφεραν κάτι σημαντικότερο, να διατηρήσουν για πάντα μία στενή φιλία.

Σεβασμός

Μετά από κάποια χρόνια το ασυναγώνιστο χαμόγελο του Έρολ Φλιν έδωσε τη θέση του στη περιπαιχτική σοβαρότητα και την ρώτησε τι θέλει τελικά να καταφέρει στη ζωή της, για να του απαντήσει εκείνη αφοπλιστικά: «Να με σέβονται, αν τα καταφέρνω σε μια δουλειά». Ένα σεβασμό που κατάφερε να πάρει και από τους κινηματογραφόφιλους και από τους Αμερικανούς ηθοποιούς, αλλά και να «κερδίσει» με το σπαθί της τη σφοδρή αντιπαλότητα από τους μεγαλόσχημους παραγωγούς του Χόλιγουντ.

Ολίβια Ντε Χάβιλαντ

Τι είπε στον Αλέκο Λιδωρίκη

Τι έλεγε όμως τότε η Ολίβια ντε Χάβιλαντ για το γάμο της, για την ζωή αλλά και για τα Ελληνικά στον Αλέκο Λιδωρίκη;

      Μεταφέρουμε μερικά σημεία από την συνέντευξη:

      «Καθώς παίρνουμε το τσάι μας στο γραφικό της σπίτι της “Λεωφόρου του Ηλιοβασιλέματος” προσπαθώ να βρω το θάρρος της δημοσιογραφικής “αδιακρισίας” και να της κάνω μια επικίνδυνη ερώτηση, όταν ένα παιδάκι τριών ετών -ο Βενιαμίν- εισβάλει στο σαλόνι, παρά τις μάταιες, επικλήσεις της τροφού του να μην διακόψει την συνέντευξη. Είναι ο γιος της Λίβη! Χαριτωμένος διαβολάκος, που πλησιάζει θαρραλέα και μας μοιράζει σεντς.

Σαν έφυγε ο μικρός, η Ολίβια αναστενάζει:

      -Είναι πολύ γλυκό να είσαι μητέρα… Νομίζω ότι είναι το μόνο πράγμα που απομένει ουσιαστικά σε μιας γυναίκας τη ζωή.

      Μικρή παύση. Και, επιτέλους τολμώ:

      -Μπορώ να σας ρωτήσω για το γάμο σας. Έχουν γραφτεί πολλά για το μυστήριο του…

      Το πρόσωπο της σκοτεινιάζει ελαφρά:

      -Έχουν γραφεί πολλά, το ξέρω… Εν τούτοις δε βλέπω που είναι το μυστήριο. Ατύχησα… Δεν είμαι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία… Αγάπησα έναν άνθρωπο, που είναι ο πατέρας του παιδιού μου και ασφαλώς δεν αγαπήθηκα.

      -Υπάρχει τίποτα το νοσηρό σ’ αυτό τον άνθρωπο, για να μην αγαπήσει μια γυναίκα σαν και σας;

      -Πολύ ευγενικό εκ μέρους σας, μου λέει με ένα πικρό χαμόγελο. Αλλά ο Μάρκους νομίζω ότι δεν είδε ποτέ τη ζωή με μάτι φυσιολογικό. Γεννήθηκε δυστυχισμένος και ψυχικά απωθημένος. Είχε τεράστιες φιλοδοξίες, μα πίστεψε ότι δεν ήταν ικανός να τις πραγματοποιήσει […] Παντρευτήκαμε… Η πρώτη μου έκπληξη ήταν όταν έμαθα άξαφνα – ο ίδιος δε μου το ‘χε πει ποτέ- ότι ήμουνα η πέμπτη του γυναίκα…

      -Ε, είναι τόσο τρομερό αυτό;

      Το τρομερό είναι ότι γι’ αυτόν ήτανε πολύ δύσκολο ν’ αλλάξει… και να μη μεταχειρισθεί την πέμπτη όπως μεταχειρίσθηκε κι’ όλες τις προηγούμενες»
      Σε άλλο σημείο της συνέντευξης ο Αλέκος Λιδωρίκης ρωτά την Ολίβια ντε Χάβιλαντ
      «Τι ακριβώς ζητάτε;

      Αυτό που κάνει την ύπαρξη μας ν’ αξίζει. Αυτό που ευτυχώς, βρήκα στην τέχνη μου: ικανοποίηση, ολοκλήρωση. Μα που δεν μπόρεσα να το βρω στη ζωή μου. Για μια γυναίκα τι υπάρχει πιο μεγάλο από το να συνδέσει τη ζωή της με τη ζωή ενός άνδρα; Να αναπνέει μαζί του χαρές και λύπες; Να συμμερίζεται τον κάθε αγώνα του, όπως κι’ εκείνος να συμπαθεί και να βοηθεί κάθε δικό της… Σωματική και ψυχική αδελφοσύνη που να χαρακτηρίζεται από αγάπη και αρμονία… Όλα τα αλλά είναι ψεύτικα και πρόσκαιρα. Μα με τον έρωτα, τον τίμιο το βαθύτερο, φθάνει κανείς ως το Θεό. Εγώ τον ονειρεύτηκα, μα, δυστυχώς, ήταν μοιραίο να μην το φθάσω […]
      Πηγαίνει σε μια μικρή βιβλιοθήκη στο καλλιτεχνικό της σαλόνι της και φέρνει ένα χρυσοπράσινο άλμπουμ. Το ανοίγει. Βγάζει αποκόμματα, παλιά γράμματα και μερικά χειρόγραφα.

      -Διαβάστε , λέει. Για εσάς δε θα είναι δύσκολο…

      -Κοιτάζω με ευχάριστη έκπληξη.

      -Μα αυτά είναι Ελληνικά!

      -Διαβάστε, επιμένει η Ολίβια… Θέλω να σας ακούσω…

      -«Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ… Ιχθύς…»

      Και παρακάτω:

      -«Θάλαττα», «Σοφοκλής», «Αναξαγόρας», «Αναξίμανδρος». Μα, τι είναι ολ’ αυτά;

      -Είναι από του πατέρα μου τις σπουδές. Είχε μανία με τα Ελληνικά. Και όταν το ξαναείδα, έπειτα από τόσα χρόνια, ξέρετε τι μου είπε;.. «Ολίβια φιλώ σε…»

      Χαμογελάει και μού εξηγεί:

      – Αυτό θα πει: Ολίβια σ’ αγαπώ. Έτσι δεν είναι;

 

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

https://www.thetoc.gr/politismos/article/i-olibia-nte-xabilant-ginetai-simera-1-iouliou-103-etwn

 

 
 
fb-share-icon2000
Tweet 2k
error: Content is protected !!