Η εμπνευσμένη απόφαση του Λευτέρη Γιοβανίδη, καλλιτεχνικού διευθυντή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, να διοργανωθεί – εν μέσω πανδηνμίας- διαδικτυακό σεμινάριο θεατρικής γραφής, υπό την καθοδήγηση του Λεωνίδα Πουρσαλιδη (θεατρικού συγγραφέα), έφερε άριστα αποτελέσματα. Ένας από τους συγγραφικούς καρπούς αυτού του σεμιναρίου, οι “Αριστερόχειρες” παρουσιάζεται στη Σκηνή Ωμέγα του Δ.Θ.Π. , ειδικά προορισμένης να εξοικειώσει τους νέους με τη νεοελληνική δραματουργία και με εμβληματικά έργα της. Στο έργο της, “Αριστερόχειρες”, η Νεφέλη Μαϊστράλη, παρά το νεαρό της ηλικίας της, εμπνέεται από μια σκοτεινή περίοδο της νεώτερης ιστορίας της Ελλάδας, στην οποία εμβαθύνει με ενσυναίσθηση και βαθύ σεβασμό. Η γραφή της αναδεικνύει όλη την παθογένεια του τόπου μας μέχρι και σήμερα, με οξύ πνεύμα και σαρκαστικό χιούμορ με αφορμή τις παιδουπόλεις της Βασίλισσας Φρειδερίκης. Ιδρύματα τα οποία με πρόσχημα την περίθαλψη ορφανών παιδιών και ειδικά παιδιών ανταρτών, που οι γονείς τους είχαν σκοτωθεί, ενίσχυαν το κοινωνικό της προφίλ και την επιρροή της στη διακυβέρνηση της χώρας.
Η Μαΐστράλη διεισδύει στις αιματηρές ρωγμές εκείνης της περιόδου και φωτίζει γεγονότα, συμπεριφορές, στάσεις ζωής, αισθήματα και συναισθήματα και συγχρόνως αφουγκράζεται με ιδιαίτερη ευαισθησία την ψυχή όλων όσων αγωνίστηκαν είτε με τον Δημοκρατικό ή με τον Κυβερνητικό Στρατό, είτε βρέθηκαν παιδιά, προσφυγοπούλα, στη Τασκένδη ή μεγάλωσαν στην παιδούπολη του Ζηρού, είτε αναζητούν εναγωνίως τη ρίζα τους, έχοντας ξένη ταυτότητα εξαιτίας παράνομων υιοθεσιών. Εικόνες ενός επώδυνου ιστορικού πάζλ διαδέχονται η μια την άλλη, με άνδρες, γυναίκες και παιδιά να συνθλίβονται κάτω από το βάρος αδελφοκτόνων συγκρούσεων και κοινωνικοπολιτικών παραλογισμών. Με κορυφαία σουρεάλ σκηνή, τη Βασίλισσα με τη γούνα και τις υπαρξιακές αγωνίες, που κάνει έρανο για να παντρέψει την κόρη της, να συνυπάρχει με τον εκπρόσωπο του ’89, ο οποίος στο όνομα μιας “Εθνικής Συμφιλίωσης” καίει εκατομμύρια φακέλους κοινωνικών φρονημάτων συνοδεία του λαϊκού άσματος της εποχής “Τόπε τόπε ο παπαγάλος” , κάνοντας πράξη, ουσιαστικά “παπαγαλίζοντας ” , μια επίπλαστη ομόνοια.
Η ομάδα “4Frontal”, της οποίας η Νεφέλη Μαΐστράλη είναι συνοδοιπόρος από την ίδρυσή της το 2011, ανέλαβε να δώσει σκηνική υπόσταση στο έργο της υπό την σκηνοθετική καθοδήγηση του Θανάση Ζερίτη. Ο Θανάσης Ζερίτης προσεγγίζει το έργο με ευρηματικό τρόπο αναδεικνύοντας με ιδιαίτερη δεξιοτεχνία τόσο τα κωμικά όσο και τα δραματικά στοιχεία του έργου, επιτυγχάνοντας σε κάποιες σκηνές να πρυτανεύει μια ατμόσφαιρα ιλαροτραγωδίας. Καθοδηγεί μεθοδικά τους πέντε υπέροχους ηθοποιούς, οι οποίοι υποδύονται πολλούς διαφορετικούς χαρακτήρες επί σκηνής, να τους ερμηνεύουν προσδίδοντας τους ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα. Έτσι δίνεται η ευκαιρία στον Τάσο Δημητρόπουλο, την Ελένη Κουτσιούμπα, τον Χάρη Κρεμμύδα, τη Νεφέλη Μαϊστράλη και τον Πάνο Τοψίδη να ξεδιπλώσουν το πολύπλευρο υποκριτικό τους ταλέντο δημιουργώντας ένα περίπλοκο και διακριτό ανθρώπινο τοπίο.
Τα κοστούμια της Γεωργίας Μπούρδα εξυπηρετούν τις διαφορετικές συνθήκες του έργου το δε σκηνικό της ίδιας είναι λιτό και αλληγορικό : μια κούνια και στοίβες τσαλακωμένων εφημερίδων. Οι τσαλακωμένες με την πατίνα του χρόνου εφημερίδες του “Ριζοσπάστη” μπορεί να παραπέμπουν σε ένα σωρό από ιδέες, οράματα και πιστεύω που τσαλαπατήθηκσν κατά καιρούς και ειδικά μετά την πτώση του τείχους, το 1989, ή και να αναπαριστάνουν τις οροσειρές που έγιναν οι αιματηρές εμφύλιες συγκρούσεις, όπως στον ορεινό αυχένα της Νιάλας, με τη σιωπηλή ανακωχή την ημέρα του Πάσχα, εκείνου του παγωμένου Απρίλη του 1947, ανάμεσα στον Δημοκρατικό και τον Κυβερνητικό Στρατό. Η δε κούνια, δύο σχοινιά και μια σανίδα, μια αιώρα αμφιταλάντευσης και διαρκούς κίνησης, που μπορεί να προσφέρει και διαστήματα ανάπαυλας, παραπέμπει ενδεχομένως στην ανύπαντρη ομαδάρχισσα που αμφιταλαντεύεται ή και στις συνεχείς μετακινήσεις και μετατοπίσεις ανθρώπινων ζωών.
Μια παράσταση που κοιτά με θάρρος, κατάματα , το παρελθόν και προσπαθεί να φέρει στο φως τραύματα της εποχής του εμφυλίου που προκαλούν πόνο μέχρι και σήμερα. Ένα έργο, το οποίο, όπως προϊδεάζει το όνομα της συγγραφέας με μια μικρή παραλλαγή, φέρνει ένα φρέσκο αεράκι, φυσά ένα ελπιδοφόρο μαΐστράλι στη σύγχρονη θεατρική γραφή και στο δικό της συγγραφικό μέλλον.