Ο Αλέξανδρος Ραπτοτάσιος είναι ένας νέος σκηνοθέτης, δημιουργός των παραστάσεων: “Περί τυφλότητος” (2017), “Hotel Apocalypse” (2018) και “Τα γεγονότα” (2020/21). Φέτος βούτηξε στα βαθιά αποδεχόμενος την πρόταση του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου να σκηνοθετήσει την “Αντιγόνη” του Σοφοκλή στο πλαίσιο του προγράμματος “Antigonisms”. Η σκηνοθετική προσέγγιση του Ραπτοτάσιου τοποθετεί την “Αντιγόνη” στη σύγχρονη πραγματικότητα για να σχολιάσει το σήμερα. Μια έξυπνη, φρέσκια και ρηξικέλευθη ιδέα, η οποία δημιουργεί μια νέα σκηνική συνθήκη για να παρουσιαστεί η σύγκρουση μεταξύ του κοσμικού και του ηθικού δικαίου. Ικανή όμως για να πείσει το κοινό;
Η δράση τοποθετείται μέσα σ’ ένα τηλεοπτικό στούντιο στο οποίο παρουσιάζεται live η αντιπαράθεση της κυβερνητικής εξουσίας, που απαγορεύει την ταφή του Πολυνείκη, μετά από μια εμφύλια σύρραξη και ενός ηθικού κώδικα πατρογωνικών και θρησκευτικών αξιών, που εναντιώνεται στην απαγόρευση της ταφής του Πολυνείκη. Αυτό το διάταγμα του Πρωθυπουργού Κρέοντα ξεσηκώνει θύελλα διαμαρτυριών και συγκρούσεων μεταξύ των πολιτών. Κατά τον Ραπτοτάσιο ο συγκεντρωτικός και απολυταρχικός Πρωθυπουργός Κρέων , ο νόμος και η τάξη , έρχεται σε ρήξη με την αναρχική, αντιδραστική και ανυπότακτη Αντιγόνη, που ενεργεί όμως σύμφωνα με την συνείδησή της και τον θρησκευτικό κώδικα , αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Ο Ραπτοτάσιος καταργεί τον χορό και τον αντικαθιστά , στη live εκπομπή, με ένα πάνελ κυβερνητικών στελεχών μεταξύ των οποίων και ένας στρατηγός, το δε ρόλο της κορυφαίας κρατά η παρουσιάστρια της εκπομπής.
Η σκηνοθετική ανάγνωση κρατά αυτούσιο το κείμενο του Σοφοκλή στη θαυμάσια μετάφραση του Νίκου Παναγιωτόπουλου. Αλλά συνέβη το εξής οξύμορο. Με λεπτές χειρουργικές κινήσεις , ο σκηνοθέτης τοποθέτησε το κείμενό στο κρεβάτι του Προκρούστη προσπαθώντας το Σοφόκλειο κείμενο να υπηρετήσει την σκηνοθετική του σύλληψη. Έτσι το ιδιαίτερα ποιητικό κείμενο του προλόγου αντιχούσε τελείως παράξενα διατυπωμένο ως τοποθέτηση από την παρουσιάστρια της εκπομπής και από τους συμμετάχοντες στο πάνελ. Το ανυπέρβλητο χορικό που αναφέρεται στον έρωτα πέρασε απαρατήρητο καθώς και το χορικό που εξυμνεί τα επιτεύγματα του ανθρώπου εξαφανίστηκε τελείως τραγουδισμένο από έναν πρόσφυγα της Μόρια, σε ρυθμό ραπ για να εξυπηρετηθούν πολιτικές και επικοινωνιακές σκοπιμότητες. Όταν όμως η μάχαιρα της λογοκρισίας έπιπτε απαγορεύοντας να προβληθούν κάποια πλάνα από το τηλεοπτικό πλατό, η εκπομπή πρόβαλε σκηνές μπαλέτου από τη “Λίμνη των κύκνων”, επισημαίμοντας τον εκπαιδευτικό ρόλο και την υψηλή αισθητική του κρατικού καναλιού “Φώς”, ένα κανάλι φάρο υπό τη λεοντή της Δημοκρατίας και της συντηρητικής πολιτιστικής πολιτικής.
Το τέλος της παράστασης, που παρακολουθήσαμε στην Πειραιώς 260, καταλήγει σε μια τελείως προσωπική ματιά του σκηνοθέτη. η οποία στερεί από τον πάσχοντα Κρέοντα, λόγω των προσωπικών του απωλειών, την τραγικότητα και την μεταμέλεια . Το κανάλι εξαγοράζει ο μάντης Τειρεσίας, η στρατιωτική χούντα αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση των Θηβών, ο Κρέων ως αχυρανθρωπός της παραμένει Πρωθυπουργός και διαβάζει μπροστά στον τηλεοπτικό φακό ένα διάγγελμα που ακυρώνει το πρώτο και καλεί σε σύμπνοια τον λαό. Στο τέλος η τηλεοπτική κάμερα στρέφεται στην πλατεία και κλείνει την εκπομπή με πλάνα από το κοινό, θέλοντας να δημιουργήσει μια αλληλεπίδραση μεταξύ κοινού και σκηνής, η οποία δυστυχώς δεν επετεύχθη γιατί απλά το κοινό δεν μπόρεσε να βιώσει την επιθυμητή κάθαρση.
Οι ερμηνείες των ηθοποιών, ηθοποιών που είναι γνωστή η αξία τους, παρέμειναν δυστυχώς σχηματικές και επιφανειακές καθώς εγκλωβίστηκαν στην σκηνοθετική άποψη, που δεν δημιούργησε ρόλους σε τραγικό υπόβαθρο και έντονα προσωπικά. διλήμματα : Γεράσιμος Σκιαδαρέσης (Κρέων), Κίττυ Παιταζόγλου (Αντιγόνη), Χριστίνα Δαλαμάγκα (Ισμήνη), Φοίβος Παπακώστας (Αίμων), Βίκυ Κυριακουλάκου (Τειρεσίας,) Δανάη Λουκάκη (κορυφαία) κ.α.
Ωστόσο το σκηνικό ήταν εντυπωσιακό και άκρως λειτουργικό. Ένα πραγματικό τηλεοπτικό πλατό άψογα φωτισμένο (Σκηνογραφία και φωτισμοί Μαrco Turcich).
Αυτή η σύγχρονη ματιά του Ραπτοτάσιου πάνω στο κείμενο της “Αντιγόνης” ακυρώνει ουσιαστικά την τραγική σύστασή του , μειώνει τη σύγκρουση μεταξύ της κοσμικής εξουσίας και του ηθικού κώδικα και προβάλλει έντονα τη διαφορά μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού λόγου. Οπότε γεννάται το ερώτημα: αν η ιδέα του σκηνοθέτη υπηρετεί το κείμενο ή το κείμενο την ιδέα του σκηνοθέτη και μέχρι ποίου σημείου έχει τη δυνατότητα;