Το άλμπουμ του αγαπημένου καλλιτέχνη ΛΕΞ με τίτλο «G.T.K.», έγινε χρυσό και μάλιστα, όπως ενημέρωσε η δισκογραφική εταιρεία Stay Independent στο Instagram, αυτό έγινε στο πιο σύντομο χρονικό διάστημα στην ιστορία της ελληνικής δισκογραφίας, σπάζοντας ρεκόρ και τοποθετώντας τον στην πρώτη θέση των πωλήσεων. Το «G.T.K.» είναι η τέταρτη σόλο ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά του ΛΕΞ ύστερα από εκείνες με τίτλο «Ταπεινοί και πεινασμένοι» (2014), «2ΧΧΧ» (2018) και «Metro» (2022).
Το νέο άλμπουμ του ΛΕΞ με τίτλο «G.T.K.», που κυκλοφορεί από τη δισκογραφική εταιρεία Stay Independent, περιλαμβάνει έντεκα καινούργια τραγούδια σε παραγωγή των Dof Twogee και Ortiz. Ο ΛΕΞ είχε ανακοινώσει την κυκλοφορία του νέου άλμπουμ του μέσω της θρυλικής «Φρουτοπίας».
Τα τραγούδια «Νυχτερίδες», «Αλήτικη αγάπη» και «Χειρότερη γενιά» είναι εκείνα που έχουν ξεχωρίσει με περισσότερες από 2,8 εκατομμύρια αναπαραγωγές το καθένα.
Συνολικά, το άλμπουμ «G.T.K.» του ΛΕΞ είχε ξεπεράσει τα 25,5 εκατομμύρια streams στο Spotify.
Ο τίτλος G.T.K μπορεί να αναφέρεται στο «Για την Κουλτούρα» ή να είναι αναγραμματισμός του T.G.K. (αρκτικόλεξο του “Τέχνη Για Κολλημένους”). Ο δίσκος αφιερώνεται στους ντελιβεράδες, στους ντίλερ, «στα παιδιά έξω απ’ τα 24ωρα», στους σημερινούς 35άρηδες που μείνανε «στη χώρα αυτή μετά το ’09», μεγάλωσαν και γίνανε «η χειρότερη γενιά».
Στο G.T.K. ο ΛΕΞ μιλάει πολύ λιγότερο για τον εαυτό του∙ όταν το κάνει, προσπαθεί συνειδητά να αποδομήσει την κυριαρχία του, αρνούμενος τις τιμές που του αποδίδονται. Έτσι, δηλώνει πως «τους συμφέρει να με λένε βασιλιά του underground», ενώ εξηγεί πως «η έκφραση είναι η μόνη λύση για όλους εμάς / αλλιώς είμαστε αλήτες με άσχημα τατουάζ./ Μετά, είσαι καλλιτέχνης κι εκφραστής μιας γενιάς / κι αυτό μπορεί να μη σ’ αρέσει, μα κάπως πρέπει να φας».
Ποιο είναι το «μουσικό φαινόμενο» ΛΕΞ;
Ο ΛΕΞ -το πραγματικό του όνομα είναι Αλέξης Λαναράς- γεννήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου 1984 στη Θεσσαλονίκη και μεγάλωσε στην περιοχή του Φαλήρου.
Ξεκίνησε αρχικά ως γκραφιτάς στους 2G (Good Guys), οι οποίοι το 1999 αποφάσισαν να ασχοληθούν με τη μουσική, δημιουργώντας τα Βόρεια Αστέρια.
Με τα Βόρεια Αστέρια κυκλοφόρησαν 4 δίσκους αλλά αποφάσισαν να διαλυθούν και ακολουθήσουν σόλο καριέρα.
Ενδιάμεσα, ο ΛΕΞ είχε δημιουργήσει τα Ανάποδα Καπέλα μαζί με τον Μικρό Κλέφτη, κυκλοφορώντας το πρώτο τους άλμπουμ το 2007.
Τρία χρόνια μετά, το 2010, ξεκίνησε η σόλο καριέρα του. Ο πρώτος του δίσκος κυκλοφόρησε το 2014 με τίτλο «Ταπεινοί και Πεινασμένοι» και έκτοτε η μουσική και οι στίχοι του αφορούν στην οικονομική κρίση, τα ναρκωτικά, τις κοινωνικές ανισότητες και τις μικροπαραβατικότητες.
Το 2018 κυκλοφόρησε το άλμπουμ «2XXX» και το καλοκαίρι του 2019 πραγματοποίησε μια συναυλία στο θέατρο Πέτρας της Αθήνας, όπου συγκεντρώθηκαν περίπου 10.000 θεατές.
Τον Ιανουάριο του 2020 ο ΛΕΞ παραχώρησε δύο τραγούδια του για την παράσταση «Παραμύθι για δύο» του Φίλιπ Ρίντλεϊ, που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο ΚΘΒΕ σε μετάφραση Ξένιας Καλογεροπούλου και σκηνοθεσία Αλέξανδρου Ράπτη και κυκλοφόρησε το τρίτο του άλμπουμ «ΜΕΤΡΟ».
Στις 21 Οκτωβρίου του 2022, ο Λεξ «γκρέμισε» το Καυτανζόγλειο, στη Θεσσαλονίκη και έγραψε ιστορία. Χωρίς καμία διαφήμιση και promotion στα Μέσα, συγκέντρωσε πάνω από 30.000 άτομα σε μία συναυλία που ήταν η μεγαλύτερη που έχει πραγματοποιηθεί στην πόλη εδώ και αρκετά χρόνια.
«Αυτό που κάνω δεν μπορεί να χαρακτηριστεί υψηλή τέχνη»
Ο ίδιος στον πρόλογο του βιβλίου «Λεξ, Ένα αστέρι από τσιμέντο» γράφει ότι είναι απλώς ένας ράπερ και πως δεν υπήρξε ποτέ «ποιητής της νέας γενιάς», όπως πολλοί τον έχουν χαρακτηρίσει.
«Ποτέ δεν υπήρξα ποιητής και ποτέ δεν ένιωσα ότι υπήρξα, για να είμαι ειλικρινής δεν θεωρώ ότι έχω παιδευτεί αρκετά σε πνευματικό επίπεδο ώστε να παράγω ποίηση, τουλάχιστον όπως την έχω στο μυαλό μου. Αυτό που κάνω δεν μπορεί να χαρακτηριστεί υψηλή τέχνη και το πιο πιθανό είναι ότι δεν φιλοδοξεί κιόλας να είναι. Είμαι ένας ράπερ στην Ελλάδα. Αυτό…», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Στο ίδιο βιβλίο παρατίθενται κείμενα 23 ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών, που προσπαθούν να εξηγήσουν την επίδραση που έχει ο ράπερ σε ανθρώπους από άλλες μουσικές σκηνές ή αντικείμενα, άλλης ηλικίας και με διαφορετικές καταβολές.
Ο Σπύρος Γερούσης, ανθρωπολόγος και σκηνοθέτης, που συνεργάστηκε με τον ΛΕΞ το 2015 στο ντοκιμαντέρ με τίτλο «Κάθε Μέρα», σημειώνει: «Η μουσική του ΛΕΞ έχει απήχηση σε ηλικιακές ομάδες από την πρώιμη εφηβεία μέχρι τα χρόνια πριν από τη σύνταξη, σε ανθρώπους με καταβολές από όλο το φάσμα της ελληνικής κοινωνίας, από πρόσφυγες μέχρι και σεκιουριτάδες, από ντελιβεράδες μέχρι και γιάπηδες. Ο ρεαλισμός των ιστοριών που παρουσιάζει σε συνδυασμό με τις αναφορές από τη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο, τον αθλητισμό, τον κόσμο των videogames και την ποπ κουλτούρα, καναλιζάρεται σε πολύ δυνατά punchlines, κάνει τους ακροατές του -ανεξαρτήτως φύλου και κοινωνικών καταβολών- να νιώθουν ότι ταυτίζεται μαζί τους και παράλληλα να ταυτίζονται και οι ίδιοι μαζί του».
Από την μεριά του, ο Φοίβος Δεληβοριάς σημειώνει: «Ο ΛΕΞ ανήκει στη γενιά που της επέβαλαν να αμφιβάλλει. Στη γενιά που όλες οι ταινίες που έβλεπε τελείωναν με τουίστ».
«Δεν ξέρω αν υπάρχει καλύτερη λέξη από την ελπίδα για να περιγράψει ό,τι συμβαίνει σήμερα με το φαινόμενο ΛΕΞ… Ίσως τώρα που το σκέφτομαι η ελπίδα μέσα από το έργο του ΛΕΞ να προκύπτει από το γεγονός ότι τον ακούνε πολλοί και πολλές. Τον ακούνε να αφηγείται το σήμερα με αυτού του είδους την ειλικρίνεια και την ευθυβολία, ώστε τελικά μας δίνει πρόσβαση στο αύριο, γιατί μας δίνει την καινούργια λέξη. Αν κάποιος ή κάποια θελήσει να αφουγκραστεί σήμερα τον παλμό των πόλεων που σιγοβράζουν στο νεροζούμι τους, θα πρέπει να ακούσει ΛΕΞ», υπογραμμίζει η τραγουδοποιός Μαρία Σαχπασίδη.