Ο Ορέστης Μακρής (30 Σεπτεμβρίου 1898 – 29 Ιανουαρίου 1975) ήταν Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου και τενόρος της οπερέτας.
Το 1932 εμφανίστηκε στο Ρεξ παίζοντας στην επιθεώρηση «Παπαγάλος», όπου επιχείρησε το νέο του ξεκίνημα. «Τους μπεκρήδες και αν δικάσουνε, άδικα θα τους κρεμάσουνε», έλεγε κάνοντας τον μεθυσμένο και ξεσηκώνοντας το κοινό που έσπευδε στο θέατρο μόνο και μόνο για να απολαύσει το συγκεκριμένο νούμερο. Ο Ορέστης Μακρής που δεν έπινε ούτε γουλιά κρασί, είχε «μεθύσει» με το ταλέντο του όλη την Αθήνα. Ο ήρωας που υποδυόταν ήταν ένα πραγματικό πρόσωπο που πολύ συχνά περιφερόταν στα γραφικά ταβερνάκια της Πλάκας. Ο Μακρής τον είχε δει και είχε αντιγράψει εκφράσεις και κινήσεις του για να τις μεταφέρει στον ρόλο που έπαιζε στην παράσταση. Που να ήξερε τότε ότι το ρόλο του μεθύστακα θα τον κουβάλαγε σε όλη τη μελλοντική του καλλιτεχνική διαδρομή.
Στον κινηματογράφο έγραψε ιστορία πρωταγωνιστώντας στον “Μεθύστακα” του Γιώργου Τζαβέλλα. Ο Φιλοποίμην Φίνος που παρακολουθούσε τον Γιώργο Τζαβέλλα να εξηγεί τον ρόλο και τις ατάκες στον Ορέστη Μακρή, έκρινε ότι ο ηθοποιός δεν διέθετε τα απαραίτητα προσόντα. «Τι παιδεύεσαι; Δεν βλέπεις που είναι κάφρος;» είπε στον σκηνοθέτη. Ο Μακρής που άκουσε το αρνητικό σχόλιο δεν απάντησε και βγήκε ατάραχος από το πλατό. Όταν ξαναστήθηκε μπροστά στην κάμερα και άρχισε το μονόλογό του, ξαφνικά διέκοψε και γυρνώντας προς το Φίνο, τον κοίταξε και του είπε :«εμένα είπες κάφρο ρε;».
Η ταινία που μέχρι σήμερα θεωρείται μια από τις καλύτερες του ελληνικού κινηματογράφου, έκοψε περισσότερα από τριακόσιες χιλιάδες εισιτήρια, χάρη στον «κάφρο» που την απογείωσε με την ερμηνεία. Έκτοτε, όποιος θέλει να πειράξει κάποιον που πίνει δεν έχει να κάνει τίποτα άλλο, παρά να τον αποκαλέσει Ορέστη Μακρή. Ο Μακρής έδειξε ιδιαίτερο ζήλο στις σκηνές και σε μια από αυτές, λογόφερε σκληρά με τον Δημήτρη Χορν. Όταν ολοκληρώθηκε το πλάνο οι δύο ηθοποιοί συνέχισαν να βρίζονται με χυδαίο τρόπο που στη συνέχεια μετατράπηκε σε σπαρταριστά γέλια.
Εκτός από μεθύστακας ο ηθοποιός διέπρεψε στον κινηματογράφο και σε άλλους ρόλους, όπως καθηγητής γυμναστικής, αμαξάς, πατέρας ανύπαντρων κοριτσιών και σπιτονοικοκύρης. Επίσης, έγραψε ιστορία στο θέατρο το 1959, όταν ήρθαν στην Αθήνα τα μπαλέτα Μπολσόι για παραστάσεις στο Ηρώδειο. Ο Μακρής εργαζόταν τότε στο Περοκέ και για να σατιρίσει το διάσημο χορευτικό σχήμα, έστησε τη δική του χορογραφία με θέμα την «Λίμνη των κύκνων». Οι μπαλαρίνες κύκνοι όμως ήταν ο Βασίλης Αυλωνίτης, ο Νίκος Σταυρίδης και ο Σταύρος Παράβας, Όσο για το ρόλο της πριμαντόνας που δεν ήταν άλλος από έναν τεράστιο και αλλοπρόσαλλο φτερωτό κύκνο, τον είχε κρατήσει για τον εαυτό του, ξεσηκώνοντας και πάλι το κοινό.
Γεννήθηκε στη Χαλκίδα και πέθανε στην Αθήνα. Είχε τελειώσει το Ελληνικό Ωδείο Αθηνών και εμφανίσθηκε στη σκηνή πρώτα ως τενόρος στο θίασο Ροζαλίας Νίκα το 1925, κατόπιν στον θίασο Παπαϊωάννου και αργότερα μεταπήδησε στο είδος των κωμικών ρόλων. Ως ηθοποιός διέπρεψε σε απόδοση λαϊκών τύπων. Ανεπανάληπτη ήταν η απόδοσή του στο τύπο του «μεθύστακα», που αποτέλεσε σταθμό στο ελληνικό θέατρο. Τον τύπο αυτόν μετέφερε αργότερα και στον κινηματογράφο με ομώνυμο τίτλο.
Το 1955 απέδωσε τόσο αληθινά τον χαρακτήρα του μισητού ιδιοκτήτη που έγινε αποδέκτης ευτράπελου επεισοδίου σε κεντρικό δρόμο της Αθήνας θεωρούμενος ως πραγματικός ιδιοκτήτης. Συμμετείχε σε περίπου σαράντα ταινίες παίζοντας χαρακτηριστικούς ρόλους, όπως του μεθυσμένου, του άστοργου, του ανάποδου μα και στοργικού πατέρα. Κάθε ταινία του Ορέστη Μακρή θεωρείται μια ξεχωριστή δημιουργία ρόλου που σήμερα αποτελούν όλοι πρότυπα θεατρικής μελέτης του είδους των.
Τιμήθηκε με το Τάγμα του Φοίνικος. Κηδεύτηκε στο Α’ Νεκροταφείο σε οικογενειακό τάφο.
Πηγές:Μηχανή του χρόνου,
Φωτογραφία:Αρχείο Κ.Μεγαλοκονόμου
(Μέρος του φωτογραφικού αρχείου του Κ.Μεγαλοκονόμου κυκλοφόρησε ως λεύκωμα από τις εκδόσεις “Τόπος” με τίτλο “Βασικά Θεατής: Ελληνικό Θέατρο 1950-1960”)