Η Αλίκη Βουγιουκλάκη (20 Ιουλίου 1934 – 23 Ιουλίου 1996) ήταν Ελληνίδα ηθοποιός του κινηματογράφου και του θεάτρου και θεατρική επιχειρηματίας. Υπήρξε μία από τις πιο εμπορικές και πιο δημοφιλείς Ελληνίδες ηθοποιούς.
Η Βουγιουκλάκη έκανε το ντεμπούτο της στο θέατρο το 1953 με το έργο Κατά Φαντασίαν Ασθενής του Μολιέρου. Τον επόμενο χρόνο πραγματοποίησε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο με την ταινία Το Ποντικάκι. Ακολούθησαν 41 κινηματογραφικές ταινίες [συμπεριλαμβανομένης και της τουρκικής διασκευής της ταινίας “Χτυποκάρδια στο θρανίο” με τον τουρκικό τίτλο “Siralardaki Heyecanlar” (1963), οι περισσότερες των οποίων έγιναν τεράστιες εισπρακτικές επιτυχίες και κατάφεραν να εκτινάξουν την καριέρα της στα ύψη και να της δοθεί ο χαρακτηρισμός “Εθνική Σταρ”.
Το 1960, της απονεμήθηκε το Βραβείο ερμηνείας Α΄ Γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 1960 για την ερμηνεία της στην κινηματογραφική ταινία Μανταλένα, σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου.
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη γεννήθηκε στις 20Ιουλίου 1934 στο Μαρούσι Αττικής στην Αθήνα από τους Ιωάννη Βουγιουκλάκη, πρώην Νομάρχη Αρκαδίας και νομικό, και Αιμιλία Κουμουνδούρου. Η οικογένειά της κατάγεται από το χωριό Λάγια της Μάνης. Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής ο πατέρας της δολοφονήθηκε απο τον ΕΛΑΣ και η μητέρα της ανέλαβε μόνη της να μεγαλώσει τα τρία παιδιά, την Αλίκη, τον Αντώνη και τον Τάκη Βουγιουκλάκη.
Η σημαντική εμπορική κάμψη που σημείωσε από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο ελληνικός κινηματογράφος ώθησε την Αλίκη να ασχοληθεί σχεδόν αποκλειστικά με το θέατρο παίζοντας συνολικά σε 53 θεατρικές παραστάσεις. Το 1975 αλλάζει τον μέχρι τότε τρόπο ανεβάσματος των μιούζικαλ, φέρνοντας στην Ελλάδα τα μιούζικάλ υπερπαραγωγή, με το έργο του Νιλ Σάιμον Καμπίρια. Ανέβασε επίσης με μεγάλη επιτυχία και άλλα έργα του είδους, όπως το Καμπαρέ, Ωραία μου κυρία, Τζούλια,Άννυ Εβίτα, Βίκτωρ-Βικτώρια με τελευταίο το μιούζικαλ Η μελωδία της ευτυχίας.
Τον Απρίλιο του 1996, την περίοδο που δίνονταν στη Θεσσαλονίκη οι παραστάσεις του τελευταίου θεατρικού της έργου “Η μελωδία της ευτυχίας”, η Αλίκη Βουγιουκλάκη είχε έντονους πόνους στο στομάχι, τους οποίους πίστευε ότι προκαλούσαν τα πολλά αντιβιοτικά που πήρε εξαιτίας μιας βρογχίτιδας που την ταλαιπωρούσε εκείνο το διάστημα. Αφού έκανε εξετάσεις σε ένα ιατρικό διαγνωστικό κέντρο της Express Service στη Θεσσαλονίκη, διεγνώσθη κακοήθης όγκος στο ήπαρ. Μη έχοντας συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης, συνέχισε για μια ακόμη εβδομάδα τις παραστάσεις στη Θεσσαλονίκη, τις οποίες τελικά διέκοψε στις 28 Απριλίου,οπότε δόθηκε και η τελευταία παράσταση του έργου.
Στην Αθήνα μια ομάδα τριών καθηγητών ιατρών διεπίστωσε την ύπαρξη καρκίνου καλπάζουσας μορφής και στο πάγκρεας, πέραν του όγκου στο ήπαρ. Στις 7 Μαΐου, η Αλίκη Βουγιουκλάκη ταξίδεψε στο Μόναχο, όπου υποβλήθηκε σε μια σειρά επιπλέον εξετάσεων κατά τη διάρκεια των τριών ημερών που έμεινε εκεί. Στις 9 Μαΐου, επέστρεψε στην Ελλάδα από το Μόναχο της Γερμανίας. Στις 15 Μαΐου, η έκανε το τελευταίο της ταξίδι στη Βοστώνη των Ηνωμένων Πολιτειών σε μια ύστατη προσπάθεια να αντιμετωπίσει το σοβαρό πρόβλημα της υγείας της. Ποτέ δεν έμαθε ότι οι γιατροί στις ΗΠΑ της έδωσαν μόλις 15 μέρες ζωής. Στις 19 Μαΐου επέστρεψε οριστικά στην Αθήνα και στις 21 Μαΐου μπήκε στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών με δική της πρωτοβουλία.
Μετά από δυο μήνες νοσηλείας, η Αλίκη Βουγιουκλάκη πέθανε στις 23 ιουλίου 1996 στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών από καρκίνο. Ακολούθησε διήμερο λαϊκό προσκύνημα της σορού της στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης Αθηνών. Στις 25 Ιουλίου 1996, η νεκρώσιμη ακολουθία εψάλη στον Καθεδρικό Ναό Αθηνών και η ταφή της πραγματοποιήθηκε από το Α Νεκροταφείο Αθηνών δημοσία δαπάνη, παρουσία πολλών συναδέλφων της και πλήθους κόσμου.